Υπάρχει κάτι ιδιαίτερο στην ιστορία της τυπογραφίας σε σχέση με την Ελλάδα. Η ανακάλυψη το σωτήριο έτος 1455 αναπαραγωγής κειμένων με κινητά στοιχεία, δύο μόλις χρόνια μετά την Αλωση της Βασιλεύουσας, του γεννημένου στο Μάιντς της Γερμανίας Ιωάννη Γουτεμβέργιου (1400-1468), με πρώτο δείγμα βιβλίου στην ευρωπαϊκή ιστορία τη Βίβλο, τυπωμένη και δεμένη σε 180 αντίτυπα, πέρασε στις ευημερούσες πόλεις των Παπών και των οικογενειακών δυναστειών της Ιταλίας, έφτασε στη Γαλλία του Φραγκίσκου Α' και των διαδόχων του, διέσχισε τη Μάγχη και βρέθηκε στην Αγγλία, γνώρισε τις Φλάνδρες και τις Κάτω Χώρες και, διά των Αλπεων, μπήκε στην Ελβετία, προχώρησε στη Βαλτική και εν τέλει στη Ρωσία. Σε όλη αυτή τη διαδρομή διαρκείας μικρότερης του αιώνα, η τυπογραφία εξυπηρέτησε δογματικές χριστιανικές ανάγκες αφενός για την αντιμετώπιση της επέλασης της αναγεννησιακής Μεταρρύθμισης ως τη ματαίωσή της διά της επιβολής της Αντιμεταρρύθμισης με τη Σύνοδο του Τριδέντου (1545-1563) και αφετέρου για τη διαμόρφωση της έννοιας, των θεσμών και των αρχών διοίκησης του κράτους, σε τέτοιον βαθμό ώστε σύγχρονοι ιστορικοί κρίνουν πως η Ιστορία της νεότερης Ευρώπης αρχίζει περί το 1500. Και από τότε, η επιτάχυνση των τυπογραφικών τεχνικών και τεχνολογικών προόδων προσδιορίζει τη γραφή της Ιστορίας του κόσμου. Στην τυπογραφία παρέδωσαν το πνεύμα οι μοναχοί, αντιγραφείς χειρογράφων στα μοναστήρια, κλεισμένοι σε ιδιαίτερους χώρους αντιγραφής (scriptoria), υποχρεωμένοι να μη μιλούν κατά τη διάρκεια της εργασίας τους, υποχρεωμένοι να βάζουν τα χέρια τους δίκην στεφάνου στο κεφάλι τους προκειμένου να ζητήσουν από τον ραβδούχο επιβλέποντα κάποιο χειρόγραφο της χριστιανοσύνης και προσποιούμενοι ότι έκαναν εμετό όταν το χειρόγραφο προς διεκπεραίωση ήταν έργο ειδωλολάτρη («Αντιγραφείς και φιλόλογοι, το ιστορικό της παράδοσης των κλασικών κειμένων» των L.D. Reynolds - N.G. Wilson, έκδ. ΜΙΕΤ, 1981 και «Παρέγκλισις: ο Λουκρήτιος και οι απαρχές της νεωτερικότητας» του Stephen Greenblatt, εκδ. ΜΙΕΤ, 2018).
Είχε έρθει όμως η ώρα που η αστική τάξη εμπόρων, μεσαζόντων, ταξιδευτών και εξερευνητών, τραπεζιτών και το δίκτυο λιμένων και οδών ανά περιοχές είχαν ανάγκη έτοιμων και τυποποιημένων έγκυρων εγγράφων για τις επαναλαμβανόμενες ιδιωτικές και δημόσιες πράξεις και συναλλαγές, τα οποία η τυπογραφία πρόσφερε ταχέως και με μικρό τίμημα. Η κρατική γραφειοκρατία υπό την απόλυτη μοναρχία, έχοντας ανάγκη να μεταφέρει τις εντολές της ομοιόμορφα όπου αναγκαίο, αναπτύσσοντας ταχυδρομεία και ασφαλισμένα περάσματα, δεν άργησε να δημιουργήσει βασιλικά τυπογραφεία, ώστε να ελέγχει τη λειτουργία της διοίκησης, πολύ περισσότερο που Νέοι Κόσμοι πέραν του Ατλαντικού και η πολύβουη Ανατολή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ως τα βάθη της Ασίας χάραζαν διαρκώς ποικίλους δρόμους μεταξιού, που αναζητούσαν πλαίσια συνεργασίας και παράλληλου ανταγωνισμού μέχρι θανάτου. Η τυπογραφία πρόσφερε τους κανόνες, η εγγραμματοσύνη όφειλε να τους κατανοεί, να τους ερμηνεύει και να τους εφαρμόζει. Ως εκ τούτου, η τυπογραφία όρισε την ανάγκη ανάπτυξης της εγγραμματοσύνης και λογιοσύνης, που με τη σειρά τους όρισαν τις πολιτικές, κοινωνικές και πολιτιστικές εκφράσεις της (Walter J. Ong, «Orality and Literacy», Routledge, 2002, διαθέσιμο στο Διαδίκτυο).
Δεν χρειάζεται να υπογραμμιστεί η αυταπόδεικτη πλέον σημασία της τυπογραφίας για την πανεπιστημιακή και ερευνητική πρόοδο, χρειάζεται όμως να υπενθυμίσουμε πως η τυπογραφία διαμόρφωσε, εις βάρος των δεισιδαιμονιών, των προλήψεων και της αυθεντίας τα ήθη και τις κοινωνικές συμπεριφορές. Ο Ερασμος συμβουλεύει τους νέους ότι η κοινωνική παιδεία δεν επιτρέπει να αερίζονται στα μούτρα των συνομιλητών τους, δεν πρέπει να παίρνουν ψητό από το πιάτο του συνδαιτημόνα τους, πρέπει να χρησιμοποιούν μαχαίρι και πιρούνι, δεν πρέπει να τρώνε με τα χέρια και να τα σκουπίζουν στο ρούχο του διπλανού τους (Norbert Elias, «Η Εξέλιξη του Πολιτισμού», εκδ. Νεφέλη, 1997).
Κείμενα της ελληνικής γλώσσας
Το ιδιαίτερο είναι πως σε όλα αυτά - σε όλα αυτά! - είναι διαρκώς παρόντα αυτούσια και σχολιασμένα κείμενα της ελληνικής γλώσσας, κείμενα αναφοράς για τη θρησκεία, τη φιλοσοφία, την παιδεία, τις συμπεριφορές, την επιστήμη, τις πολιτικές πραγματικότητες και ουτοπίες, αρχής γενομένης το 1471, όπου το πρώτο τυπωμένο ελληνικό βιβλίο είναι τα «Ερωτήματα» του Μανουήλ Χρυσολωρά (1355-1415) και στη συνέχεια, το 1476, η «Γραμματική» του Κωνσταντίνου Λάσκαρη (1434-1501), εγχειρίδια εκμάθησης των αρχαίων ελληνικών με σκοπό τότε τη διάδοσή τους στα πανεπιστημιακά κέντρα της Ιταλίας. Από εκεί αρχίζει το παρόν Ανθολόγιο, σε μεγάλο σχήμα και 582 σελίδες, την ιστορία της ελληνικής τυπογραφίας (1500-2000) με εξασφαλισμένης ποιότητας ενημερωτικά κείμενα και καλλιτεχνική εικονογράφηση εξωφύλλων, σελίδων, γραμματοσειρών, δεύτερη έκδοση των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης με την υποστήριξη του Ιδρύματος Νιάρχου και τη βιωματική και αφοσιωμένη στο θέμα προσωπικότητα του Γιώργου Δ. Ματθιόπουλου (τυπογραφία, γραφιστική τέχνη, σχεδιασμός ελληνικών γραμματοσειρών, ιδρυτικό μέλος και τυπογραφικός σχεδιαστής της Εταιρείας Ελληνικών Τυπογραφικών Στοιχείων, καλλιτεχνικός επιμελητής καταλόγων εκθέσεων και μουσειακών συλλογών, καθηγητής Γραφιστικής και Οπτικής Επικοινωνίας στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής).
Το ευτύχημα της πολύκλαδης και πολυεπίπεδης διάδοσης και χρήσης της ελληνικής γλώσσας διά της τυπογραφίας στην ευρωπαϊκή ήπειρο φέρνει στο φως το ιδιαίτερο, ότι δηλαδή η τέχνη της τυπογραφίας υπήρξε τέχνη καθυστερημένης εμφάνισης στον ελληνικό χώρο, αφού η οθωμανική κυριαρχία την απαγόρευε, η επίσημη Εκκλησία την καταδίωκε αμέσως ή εμμέσως, παραμένοντας συνεπής στη χειρόγραφη παράδοση, η οποία εξασφάλιζε τον έλεγχο του περιεχομένου της αληθινής πίστης και της ορθοδοξίας και παιδείας του ποιμνίου. Με άλλα λόγια, η ελληνική τυπογραφία υπήρξε εισαγωγικό προϊόν στην προεπαναστατική και απελευθερωμένη Ελλάδα της Αθήνας και των παροικιών του Ελληνισμού, αφού είχε αποκτήσει τίτλους θαυμασμού, μελέτης, ανάπτυξης τεχνικών και τεχνολογικών εργαλείων και διαδικασιών, μοναδικών δειγμάτων από πασίγνωστους τυπογράφους της Ιταλίας και της Γαλλίας, των πόλεων της.
INFO
Ανθολόγιο Ελληνικής ΤυπογραφίαςΠανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης (β’ έκδοση 2019), Εταιρεία Ελληνικών Τυπογραφικών Στοιχείων (α’ έκδοση 2009)Καλλιτεχνική επιμέλεια Γιώργος Δ.ΜατθιόπουλοςΔιόρθωση δοκιμίων Διονυσία Δασκάλου (ΠΕΚ)Με τη δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος ΝιάρχοςΦωτογραφίες: Παντελής Μαγουλάς, Γ.Δ.ΜΑτθιόπουλος, Νίκος Παναγιωτόπουλος, Πηνελόπη Πετσίνη, Sarah Roesink