Ποτέ δεν υπήρξα φίλος της γυμναστικής. Μου αρέσει να παρακολουθώ αθλητισμό, αλλά όταν παρακολουθείς αθλητές να αγωνίζονται, βλέπεις… άλλους να παιδεύονται και να διαπρέπουν (ή να κατατροπώνονται), όχι εσένα· είναι σαφώς πιο ξεκούραστο. Πηγαίνοντας αρκετά χρόνια πίσω, θα δω ότι το γυμναστήριο πάντα μου προκαλούσε ανία (χώρια το ελαφρύ μειδίαμα από την εικόνα των «σφίχτερμαν» να ουρλιάζουν σηκώνοντας βάρη). Το τρέξιμο με κούραζε στο πεντάλεπτο, το κολυμβητήριο σκέτος μπελάς με τα νερά, το στέγνωμα και την απόσταση και όσο για τη γυμναστική μέσα στο σπίτι, υπήρξε μια εποχή που έκλεινα μαζί της ραντεβού σε καθημερινή βάση χωρίς καμία απολύτως συνέπεια στην τήρησή του…
Ομως τα χρόνια περνούν, προβλήματα υγείας προκύπτουν από το πουθενά (ή από παντού), το σώμα σού ζητά να του δώσεις τη σημασία που δεν του έδωσες ποτέ όταν ήσασταν και οι δύο νεότεροι. Το σκέπτεσαι.
Οπότε να ‘μαι στα πενήντα φεύγα μου με ένα έμφραγμα στο ιστορικό μου, μυαλά πάνω-κάτω τα ίδια, αλλά στρατιωτική συνέπεια άπαξ και αποφασίσω κάτι. Εντάξει, αν και έχει αισθητά μειωθεί, το τσιγάρο θέλει ακόμη δουλειά, και για να μην το έχω κόψει ακόμη σημαίνει ότι μέσα μου δεν το έχω αποφασίσει.
Από την άλλη πλευρά, το σώμα μου βρίσκεται στη διάθεσή μου να το κάνω ό,τι θέλω. Για το καλό του ή το κακό του. Εχω επιλέξει το καλό του. Περπάτημα. Είναι η καλύτερη γυμναστική που υπάρχει. Θες να πας κάπου; Δεν παίρνεις αυτοκίνητο. Το περπατάς. Τελεία και παύλα. Και αν το πρόβλημα είναι ο χρόνος, ε τότε ξεκινάς πολύ νωρίτερα. Είναι πιο υγιεινό, είναι πιο οικονομικό και στο κάτω-κάτω αν στη μέση τού πουθενά κουραστείς, παίρνεις λεωφορείο, τρόλεϊ ή μετρό. So what? Επίσης, περπατώντας καπνίζεις λιγότερο γιατί όταν περπατάς έχεις κάτι να κάνεις. Ορισμένες φορές μάλιστα, επειδή ξέρω πια τους δρόμους απ’ έξω κι ανακατωτά, διαβάζω περπατώντας, αν και μου λένε ότι αυτό είναι επικίνδυνο και ναι, δεν θα το συνιστούσα (εκτός αν ξέρεις τον δρόμο καλά).
Το θέμα είναι ότι όσο μεγαλώνεις και η άσκηση του σώματος κρίνεται απαραίτητη, λύσεις για να το κάνεις όσο πιο ανώδυνα γίνεται μπορούν να βρεθούν. Παράλληλα με το περπάτημα που τώρα ανακάλυψα, επέστρεψα σε μια παλιά μου αγάπη, το μπιλιάρδο. Στα εφηβικά μου χρόνια έπαιζα σχετικά καλό γαλλικό για ερασιτέχνη, αργότερα το σταμάτησα, μετά επανήλθα για λίγο και ξαφνικά το διέκοψα για τουλάχιστον μία δεκαετία. Σήμερα, εξασκούμαι σχεδόν καθημερινά, τουλάχιστον για μία-μιάμιση ώρα και έχω παρατηρήσει ότι αυτό το παρεξηγημένο άθλημα (παλαιότερα ήσουν… τεντιμπόι αν έπαιζες μπιλιάρδο) είναι επίσης μια πολύ καλή γυμναστική. Το σώμα ασκείται χωρίς να το καταλαβαίνεις.
Ο χορός με τον οποίο ποτέ δεν τα πήγα καλά (και εξακολουθώ να μην τα πηγαίνω) είναι κι αυτός ένας καλός τρόπος για να γυμνάζεις ξεκούραστα το σώμα σου και ξέρω αρκετό κόσμο που έχει αρχίσει μαθήματα χωρίς να έχει ιδέα επί του θέματος. Οσο ζούμε μαθαίνουμε και είναι σίγουρα προτιμότερο να ξέρεις κάτι όπως πρέπει να το ξέρεις, με τους κανόνες του, παρά να νομίζεις ότι το ξέρεις επειδή απλώς σου αρέσει να το κάνεις. Αυτό λέγεται ημιμάθεια.
Τις προάλλες έμαθα ότι ένας φίλος, πολύ νεότερος από μένα, άρχισε μια διαφορετικού τύπου γυμναστική παίρνοντας μαθήματα ξιφασκίας. Στην αρχή ο είρων της διαολεμένης φύσης μου μού έβαλε ένα χαμόγελο στο στόμα. Ομως αργότερα, όταν είδα τον Νικόλα σε εντυπωσιακά καλή φυσική κατάσταση, έως και ζήλεψα. Μέχρι πρότινος η μόνη μου σχέση με την ξιφασκία ήταν βιβλία όπως ο «Δάσκαλος της ξιφασκίας» του Αρτούρο Πέρεθ Ρεβέρτε και σκηνές από ταινίες όπως μία του Τζέιμς Μποντ, το «Πέθανε μια άλλη μέρα», όπου ο Τόμπι Στίβενς, ο κακός της υπόθεσης, ήταν τρομερός ξιφομάχος.
Τώρα; Ο Νικόλας με έκανε να ζηλέψω. Λέω να αρχίσω. Φοβερή γυμναστική και, όπως είπα, κάτι μαθαίνεις.







