Στον δρόμο προς τις εκλογές η κυβέρνηση επενδύει πολιτικά στα πάντα. Επένδυσε φυσικά και στα κόκκινα δάνεια, ένα ζήτημα που αφορά καταναλωτές και τράπεζες, ανεβάζοντας τον πήχη σε ένα ύψος προσδοκιών που τελικά αποδείχθηκε δυσθεώρητο: για ακόμη μια φορά, η αυταπάτη συγκρούστηκε με την πραγματικότητα και αυτή που νίκησε ήταν η πραγματικότητα.

Δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει. Με τη λαϊκιστική ρητορική να καθοδηγεί τόσο τη σκέψη της όσο και τη δράση της, η κυβέρνηση αυτή μετρά μια σειρά από τέτοιες συγκρούσεις. Ούτε το Μνημόνιο κατάργησε με έναν νόμο και ένα άρθρο όπως υποσχόταν, ούτε οι αγορές χόρεψαν με τους ζουρνάδες, αλλά και ούτε οι εταίροι ανέκρουσαν πρύμναν από την πολιτική της λιτότητας. Κανένας, με λίγα λόγια, δεν προσαρμόστηκε στον κόσμο του κυβερνώντος κόμματος. Αντίθετα, ήταν το κυβερνών κόμμα που υποχρεώθηκε να προσαρμοστεί στον κόσμο υποχρεώνοντας συγχρόνως τους πολίτες να καταβάλουν ένα υψηλότατο τίμημα.

Η ουσιαστική άρση της προστασίας της πρώτης κατοικίας ήταν ένα μέρος αυτού του τιμήματος. Το αλήστου μνήμης σύνθημα «κανένα σπίτι στα χέρια τραπεζίτη» έδωσε τη θέση του στους πλειστηριασμούς. Η κατοικία που προστατευόταν από την προηγούμενη κυβέρνηση έγινε αέρας από τη σημερινή. Και οι φορολογούμενοι συνεχίζουν να καταβάλλουν το τίμημα πολλαπλώς και σε όλα τα επίπεδα. Ακόμη και το τίμημα της διάψευσης των προσδοκιών που δεν έπαψε ούτε στιγμή να καλλιεργεί τεχνηέντως η κυβέρνηση.