Ο κίνδυνος «διορθωτικών μέτρων» επιστρέφει στη φρασεολογία των θεσμών, έξι μήνες μετά την «καθαρή» έξοδο από τα Μνημόνια, και η δεύτερη επίσκεψη ενισχυμένης εποπτείας, η οποία ξεκινά την ερχόμενη εβδομάδα, δεν συγκεντρώνει τους καλύτερους οιωνούς. Καθυστερήσεις στην υλοποίηση δεσμεύσεων που απειλούν να αναβάλουν την εκταμίευση των 600 εκατ. ευρώ από κέρδη ελληνικών ομολόγων, «γκρίνια» των δανειστών για τις επικείμενες αυξήσεις στον κατώτατο μισθό και προειδοποιητικά σήματα για την εφαρμογή της συμφωνηθείσας μείωσης του αφορολογήτου από την 1η Ιανουαρίου 2020. Ο Πιερ Μοσκοβισί, ο οποίος βρίσκεται σήμερα στην Αθήνα και έχει διαδοχικές συναντήσεις με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον Πρωθυπουργό και υπουργούς του οικονομικού επιτελείου, αναμένεται να παράσχει εκ νέου στήριξη στην κυβέρνηση στα πρώτα της μεταμνημονιακά βήματα, στην τελική ευθεία της διαδικασίας παροχής ψήφου εμπιστοσύνης στη Βουλή.

ΣΤΕΛΝΟΥΝ ΜΗΝΥΜΑ. Ο τεχνοκράτης Χανς Φάιλμπριφ, πρόεδρος του EwG, όμως έβγαλε ήδη από χθες κίτρινες κάρτες. Σε συνέντευξή του (insider.gr) επισήμανε καθυστερήσεις στην υλοποίηση των 16 μεταμνημονιακών δεσμεύσεων, με βασικότερες αυτές που αφορούν την εκκαθάριση των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου και τις αποκρατικοποιήσεις, εκφράζοντας μάλιστα ανησυχία για τον κίνδυνο να μην εκταμιευθεί η πρώτη δόση κερδών από ελληνικά ομόλογα. Μετά την αναβολή λόγω καθυστερήσεων τον περασμένο Δεκέμβριο – χωρίς όμως να δίνονται διαστάσεις από του θεσμούς – η εκταμίευση των 600 εκατ. ευρώ αναμένεται να κριθεί τον Μάρτιο, στη βάση της δεύτερης έκθεσης ενισχυμένης μεταμνημονιακής εποπτείας. Ο Φάιλμπριφ εκτιμά ότι ο κίνδυνος μη εκταμίευσης είναι υπαρκτός, αν και σπεύδει να προσθέσει ότι υπάρχει βάσιμη προσδοκία κάλυψης των «προαπαιτουμένων» εντός Φεβρουαρίου. Στην αντίθετη περίπτωση, εκτιμά, θα ήταν ξεκάθαρα ένα αρνητικό μήνυμα προς τις αγορές. Κόντρα στις προσδοκίες που καλλιεργεί η κυβέρνηση για ακύρωση της προνομοθετημένης – από την ίδια – μείωσης του αφορολογήτου το 2020, ο Φάιλμπριφ ξεκαθαρίζει ότι «η περίπτωση αυτή είναι διαφορετική από τις συντάξεις» δεδομένου ότι, όπως εξηγεί, «το μέτρο αυτό στοχεύει να διευρύνει τη φορολογική βάση και από την άποψη της οικονομικής ανάπτυξης είναι σημαντική μια διευρυμένη φορολογική βάση».

ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΑΡΟΧΕΣ. Για τον κατώτατο μισθό, όπου η κυβέρνηση φέρεται ότι έχει εντάξει στην προεκλογική της φαρέτρα αυξήσεις της τάξεως του 10% ώστε τα σημερινά 586 ευρώ να γίνουν από τον Φεβρουάριο 630 ευρώ, ο επικεφαλής του EwG δηλώνει πως «είναι επικίνδυνο ζήτημα και οι θεσμοί θα το εξετάσουν πολύ προσεκτικά», όπως άλλωστε και το νέο πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας υπό το πρίσμα και των αναγκαίων ρυθμίσεων για τη μείωση των κόκκινων δανείων. Η μεγαλύτερη ανησυχία των θεσμών όμως, όπως έχει καταγραφεί ήδη από τον περασμένο Νοέμβριο, αφορά τον κίνδυνο δημοσιονομικού εκτροχιασμού υπό το βάρος επικείμενων αποφάσεων του ΣτΕ για διεκδικήσεις αναδρομικών μετά τις μνημονιακές περικοπές σε μισθούς και συντάξεις. «Θα είναι μεγάλος κίνδυνος και μπορεί να απαιτηθούν διορθωτικά μέτρα» σημειώνει στη συνέντευξη.

Η STANDARD AND POOR’S. Την ώρα που ο Φάιλμπριφ έστελνε τα προειδοποιητικά μηνύματα του Eurogroup στην ελληνική κυβέρνηση, μια έκθεση της Standard and Poor’s, από τα «χείλη» της οποίας κρέμεται το οικονομικό επιτελείο προσδοκώντας αναβάθμιση την Παρασκευή, έθετε τις οικονομικές προοπτικές σε πιο πολιτικό πλαίσιο. Σημειώνοντας, μεταξύ άλλων, σε έκθεση για την ευρωζώνη την απόσταση 13 βαθμίδων που χωρίζει την πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδας (Β+, η χαμηλότερη στην ευρωζώνη) από τους κορυφαίους με αξιολόγηση ΑΑΑ (Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Γερμανία), ο διεθνής οίκος εκτιμά ότι το αποτέλεσμα των επερχόμενων εκλογών του 2019 θα αποτελέσει «σημαντική ένδειξη αναφορικά με τη δυνατότητα των ελληνικών Αρχών να ενισχύσουν τις προοπτικές ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας».

Κατά τα λοιπά η S&P επαναλαμβάνει τις διαπιστώσεις του περασμένου Ιουλίου, σύμφωνα με τις οποίες μεταξύ των προϋποθέσεων περαιτέρω αναβάθμισης είναι η διευθέτηση των κόκκινων δανείων και η εφαρμογή μεταρρυθμίσεων διεύρυνσης της φορολογικής βάσης – βελτίωσης του επιχειρηματικού περιβάλλοντος. Αντίθετα, επισημαίνεται, πιθανά πισωγυρίσματα μπορούν να μεταβάλουν την τελευταία αξιολόγηση των «θετικών» προοπτικών σε «σταθερές».