Στους φτωχούς συγγενείς της ευρωζώνης θα παραμείνει η Ελλάδα όσον αφορά το ύψος του κατώτατου μισθού ακόμα και μετά τις αυξήσεις τις οποίες σχεδιάζει να ρίξει η κυβέρνηση στην προεκλογική αρένα, τις πρώτες εβδομάδες του 2019. Τα 751 ευρώ, τα οποία έταζε «μια φορά κι έναν καιρό» ο σημερινός Πρωθυπουργός, έχουν προ πολλού αποδειχθεί «αυταπάτη» και οι ειδικοί της αγοράς εργασίας εκτιμούν πως με τα σημερινά δεδομένα οικονομικής μεγέθυνσης και παραγωγικότητας – εφόσον το μνημονιακό μοντέλο προσαρμογών στον κατώτατο μισθό δεν αλλάξει – θα χρειαστεί έως και μία δεκαετία πριν επιστρέψουμε στα επίπεδα του 2012.

Τον Ιανουάριο, η κυβέρνηση μαζί με ένα πλάνο προσλήψεων σε ορίζοντα τετραετίας θα επιχειρήσει να συντηρήσει το αφήγημα των παροχών με αυξήσεις στον κατώτατο μισθό (586 ευρώ) και ταυτόχρονη κατάργηση του υποκατώτατου μισθού (510 ευρώ) για τους νέους έως 25 ετών.

Που θα κυμανθούν

Οι αυξήσεις στον κατώτατο μισθό αναμένεται πως θα κυμανθούν στη ζώνη των 20-25 ευρώ τον μήνα αναδεικνύοντας τις αποστάσεις «κανονικότητας» που συνεχίζουν να χωρίζουν την Ελλάδα, όχι από τη Γαλλία των Κίτρινων Γιλέκων, αλλά ακόμα και από την Ισπανία, η οποία βίωσε κι αυτή τον εφιάλτη των Μνημονίων. Εκτός κι αν η κυβέρνηση επιλέξει ρήξη με τους δανειστές μπροστά στην κάλπη.

Η Ισπανία, η οποία μπήκε σε Μνημόνιο το 2012 αλλά βγήκε το 2013, είχε καταγράψει νωρίτερα δημοσιονομικό έλλειμμα 11% του ΑΕΠ το 2009 με τον τραπεζικό τομέα της χώρας να αντιμετωπίζει τεράστια προβλήματα. Παρεμφερή προβλήματα με την ελληνική οικονομία.

Δέκα χρόνια αργότερα, το 2019, οι Ισπανοί θα λάβουν αυξήσεις 22% στον κατώτατο μισθό. Στις 21 Δεκεμβρίου, η ισπανική κυβέρνηση αναμένεται να εγκρίνει αύξηση του κατώτατου μισθού από τα 858 στα 1.050 ευρώ μεικτά (900 καθαρά), από τον Ιανουάριο 2019, «την πιο σημαντική αύξηση από το 1977», όπως δήλωσε ο Πρωθυπουργός Σάντσεθ.

Από τον Ιανουάριο παράλληλα, οι μισθοί στη Γαλλία θα αυξηθούν κατά 100 ευρώ τον μήνα. Ο γάλλος πρόεδρος Μακρόν, υπό το βάρος των κινητοποιήσεων των Κίτρινων Γιλέκων έχει ήδη κάνει τις σχετικές εξαγγελίες.

Είτε για λόγους που συνδέονται με την πολιτική είτε επειδή η κατάσταση των οικονομικών σε διάφορες χώρες της ευρωζώνης το επιτρέπει, οι εργαζόμενοι θα λάβουν ουσιαστικές αυξήσεις το 2019.

Τα σενάρια

Στην Ελλάδα, για πολιτικούς λόγους η κυβέρνηση θα ήθελε να εφαρμόσει ένα από τα τρία εναλλακτικά σενάρια που αποτυπώνονται στο πόρισμα μελέτης του ΚΕΠΕ, ιδανικά αυτό που αφορά αυτόματη αύξηση του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ. Γνωρίζει όμως πως την επομένη των σχετικών ανακοινώσεων θα άνοιγε νέο κεφάλαιο αντιπαράθεσης με την ευρωζώνη, τα κράτη – μέλη της οποίας το δίμηνο Φεβρουαρίου – Μαρτίου θα κληθούν να λάβουν απόφαση για την αποδέσμευση 700 εκατ. ευρώ προς την Ελλάδα υπό τον όρο απόλυτης συμμόρφωσης με τις μεταμνημονιακές δεσμεύσεις. Εκτός κι αν οι κάλπες έχουν ήδη αλλάξει το αφήγημα της συμμόρφωσης.

Η δεύτερη εναλλακτική αφορά αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 10% ενώ το τρίτο σενάριο του ΚΕΠΕ αφορά αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 100 ευρώ την ερχόμενη διετία.

Οι υπόλοιποι φορείς οι οποίοι μετέχουν στη διαδικασία αναπροσαρμογής του κατώτατου μισθού είναι σαφώς πιο «μετρημένοι». ΓΣΕΒΕΕ και έμποροι τάσσονται σαφώς υπέρ των αυξήσεων με τους εκπροσώπους του εμπορικού κόσμου να εμφανίζονται πιο «ανοιχτοχέρηδες» προσδοκώντας σε αύξηση της κατανάλωσης, η οποία θα τονώσει τον τζίρο στην αγορά και κατ’ επέκταση την οικονομία.

ΣΕΒ και ΙΟΒΕ ζητούν οι αυξήσεις να προσδιοριστούν στη βάση των πραγματικών οικονομικών δεδομένων ή τουλάχιστον οι αναπροσαρμογές να είναι τέτοιου μεγέθους ώστε να μην επιβαρύνεται η ανταγωνιστικότητα. Η ΓΣΕΕ από την πλευρά της δεν μετέχει στη διαδικασία, ζητώντας εδώ και τώρα αύξηση του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ.

Προσεκτικά

Οι δανειστές, από την άλλη, έχουν διαμηνύσει ότι οι χειρισμοί της κυβέρνησης στο θέμα του κατώτατου μισθού θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί. Η τελευταία σχετική επισήμανση ήρθε την περασμένη εβδομάδα από το βήμα του συνεδρίου Capital Link στη Νέα Υόρκη, διά στόματος Ντέκλαν Κοστέλο, του επικεφαλής του κλιμακίου ενισχυμένης μεταμνημονιακής εποπτείας της Ελλάδας.

Πηγή με γνώση των διεργασιών μιλώντας στα «ΝΕΑ» εκτιμά πως οι τελικές αυξήσεις θα κυμαίνονται στη ζώνη του 3% – 4%. «Κάτω από 3% η κυβέρνηση θα ερχόταν αντιμέτωπη με αρνητική υποδοχή των εξαγγελιών από τους εργαζομένους, πάνω από 4% θα την έφερνε αντιμέτωπη με τους δανειστές» σημειώνει.

Επί της διαδικασίας, ομάδα εμπειρογνωμόνων, η οποία έχει συσταθεί στη βάση των ισχυουσών διατάξεων νόμου προκειμένου να υποβάλει εισήγηση μεταβολής του κατώτατου μισθού προς την ηγεσία του υπουργείου Εργασίας, αναμένεται εντός των ημερών να υποβάλει το πόρισμά της.

Η εισήγηση δεν έχει δεσμευτικό χαρακτήρα, λαμβάνει όμως υπόψη την κατάσταση της οικονομίας και τις εξελίξεις σε βασικούς δείκτες όπως η ανάπτυξη, η ανταγωνιστικότητα, η παραγωγικότητα, η απασχόληση και η ανεργία. Η υπουργός θα λάβει εντός Ιανουαρίου την τελική απόφαση για τις αυξήσεις, την οποία θα εισηγηθεί προς το Υπουργικό Συμβούλιο.

Στο σενάριο του 4% οι αυξήσεις μεταφράζονται σε 23,44 ευρώ τον μήνα. Ακόμα και έτσι, τα 586 ευρώ σήμερα σχεδόν θα αγγίζουν τα 610 ευρώ (609,44 ευρώ για την ακρίβεια).

Είμαστε πίσω

Μια σύγκριση με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Eurostat (αφορούν τον περασμένο Ιούλιο) δείχνει πόσο πίσω θα συνεχίσει να βρίσκεται η Ελλάδα στην κατάταξη των χωρών της ΕΕ όσον αφορά τον κατώτατο μισθό. Ανάμεσα σε 28 χώρες, η Ελλάδα φιγουράρει δίπλα δίπλα με την Πορτογαλία στη 12 θέση από το τέλος.

Στη Βουλγαρία τα 250 ευρώ κατώτατου μισθού είναι προφανώς εκτός σύγκρισης ενώ κάτω από τον πήχη των 500 ευρώ βρίσκονται Πολωνία, Σλοβακία, Τσεχία, Κροατία, Ουγγαρία, Λετονία, Ρουμανία και Λιθουανία. Αυτές οι χώρες και η Εσθονία (στην κόψη των 500 ευρώ) εμφάνιζαν το 2018 χαμηλότερο κατώτατο μισθό σε σχέση με την Ελλάδα. Στην άλλη άκρη της κατάταξης των κατώτατων ευρωπαϊκών μισθών από τη Eurostat βρίσκεται το Λουξεμβούργο. Ο κατώτατος μισθός φέτος ήταν 1.999 ευρώ.