Συχνά πάω σε έναν φούρνο στην Καλλιθέα. Οχι από εκείνους τους φούρνους – αλυσίδες που έχει γεμίσει ο τόπος, που νομίζεις ότι θα πνιγεί η Αθήνα στη σφολιάτα ζαμπόν τυρί, τη μαγιονέζα και το αφρόγαλο. Είναι ένας ωραίος, μεγάλος φούρνος, πολύ απλός, με ψωμιά στα ράφια στους τοίχους και σάντουιτς λαχταριστά με ζυμωτό ψωμί και εξίσου προσεγμένα πράγματα μέσα, με κάτι ταψιά πίτες να σου τρέχουν τα σάλια, αέρινα κρουασάν, κέικ αφρό και ένα άνοιγμα που μπορείς να κρυφοκοιτάξεις πίσω, στο αρτοποιείο, τα ζυμώματα και τα φουρνίσματα.

Την πρώτη φορά που πήγα είχε ουρά ώς έξω από την πόρτα, στο πεζοδρόμιο. Δεν το είχα διανοηθεί ότι θα περίμενα ποτέ σε ουρά για φούρνο, αλλά με έφαγε η περιέργεια. Οταν έφτασα στις προθήκες, ήθελα να τα πάρω όλα. Πήρα αρκετά και μου έδωσαν και κέρασμα. Οι υπάλληλοι ήταν άνετοι, αέρινοι κι αυτοί, και ήταν το πιο γρήγορο και αποτελεσματικό όμως σέρβις που έχω δει σε κατάστημα γενικώς. Στο ταμείο είδα έναν κουμπαρά για φιλοδωρήματα και έριξα χωρίς να το σκεφτώ. Με μεγάλη μου χαρά διαπίστωσα πως αν και η ώρα ήταν μόνο 11, ο κουμπαράς ήταν σχεδόν γεμάτος. Καθώς έκανα να φύγω, μπήκαν μέσα δυο παιδάκια Ρομά με τη μητέρα τους. Αυτά κόλλησαν τα μουτράκια τους πάνω στη βιτρίνα και αυτή στάθηκε στο πλάι της ουράς των πελατών. Χωρίς καμία συζήτηση, μόνο με καλημέρες και χαμόγελα, τα παιδιά πήραν από δυο γλυκάκια κι η μητέρα μια φραντζόλα ψωμί.

Την επόμενη μέρα το ίδιο συνέβη με έναν κύριο σε αναπηρικό καρότσι και μια υπέργηρη κυρία. Χαμόγελο, καλημέρα, φραντζόλα στο χέρι, «καλημέρα σας», «ευχαριστώ, καλημέρα σας» κι έφυγα χαμογελώντας κι εγώ σαν να μου είχαν χαρίσει κι εμένα, όχι ψωμί, κάτι πιο μεγαλειώδες, ταξιδάκι διακοπών ξέρω γω, αμάξι, την καρδιά του Ιντρις Ελμπα στο χέρι, 2 δισ. σε αφορολόγητο λογαριασμό, κάτι μεγαλειώδες τέλος πάντων, και κάθε φορά που πάω και ξαναπάω τους κοιτάω τους ανθρώπους εκεί με χαρά. Και κατάλαβα ότι δεν πάω για το ωραίο τους ψωμί πια μόνο, πάω και γιατί με κάνουν για λίγα λεπτά της ημέρας να νομίζω ότι ο κόσμος είναι λιγάκι καλύτερος. Ολα αυτά γιατί μια επιχείρηση καλή, που πουλάει πολύ, δίνει απλώς μερικές φραντζόλες ψωμί στο χέρι σε όποιον απλώς της δείξει ότι το χρειάζεται, χωρίς να το ζητήσει. Σιγά την επανάσταση, ε;

Νομίζω ότι μέσα σε αυτά τα χρόνια η κρίση ήταν για τον καθένα από εμάς, με διαφορετικό τρόπο, για διαφορετικούς λόγους, σε διαφορετικές φάσεις της, κάτι σαν εξαπάτηση, σαν ματαίωση. Σαν μια σχέση που σε απογοήτευσε και σε έκανε να έχεις λίγο λιγότερη εμπιστοσύνη στην επόμενη και ακόμη πιο λίγη στη μεθεπόμενη κ.ο.κ. Είναι το τραύμα της εξαπάτησης που καταλήγει, καμιά φορά, σε αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Να χάνεις σιγά σιγά τη δυνατότητά σου να εμπιστευτείς, να πιστέψεις, να βασιστείς, να χαμηλώνεις κάθε τρεις και λίγο τις προσδοκίες σου για να μην απογοητευτείς. Από την πολιτική, από τους ανθρώπους (σάμπως, εδώ που τα λέμε, πάνε και τόσο χώρια αυτά τα δυο;). Και είναι κάτι στιγμές που σχεδόν καταλαβαίνω πως μερικοί μπορεί να φτάσουν να έλκονται από τη ρώμη και την αποτελεσματικότητα του αυταρχισμού που εννοεί τη συνύπαρξη ως μια με το ζόρι ομοιομορφία και καταργεί τις διαδικασίες και τις δυσκολίες και τη διαβούλευση και όλα αυτά, τέλος πάντων, με τα οποία την παλεύουμε ο ένας με τον άλλον.

Η χώρα δεν πρόκειται να βγει από την κρίση σύντομα, μη γελιόμαστε. Δεν είναι καν θέμα του ενός πρωθυπουργού ή του άλλου πια αυτό – είναι άλλα, πάρα πολύ σημαντικά, που θα επισπεύσουν την κανονικότητα ή θα την καταδικάσουν για πάντα στη λήθη.

Το χειρότερο όμως είναι αυτό το τραύμα της εξαπάτησης που το φέρουμε πάνω μας σχεδόν σαν στίγμα και αποζητάμε χανζαπλάστ για να μην απλωθεί η πληγή και παγώσει τελείως το μέσα μας. Σαν εμάς που στηνόμαστε στην ουρά σε εκείνο τον φούρνο στην Καλλιθέα, ελπίζοντας ότι ο κόσμος έχει περιθώρια να γίνει καλύτερος.

Σαν μια σχέση που σε απογοήτευσε

Νομίζω ότι μέσα σε αυτά τα χρόνια η κρίση ήταν για τον καθένα από εμάς, με διαφορετικό τρόπο, για διαφορετικούς λόγους, σε διαφορετικές φάσεις της, κάτι σαν εξαπάτηση, σαν ματαίωση. Σαν μια σχέση που σε απογοήτευσε και σε έκανε να έχεις λίγο λιγότερη εμπιστοσύνη στην επόμενη και ακόμη πιο λίγη στη μεθεπόμενη κ.ο.κ.