Συγκαταλέγεται ανάμεσα στις καλύτερες ερμηνεύτριες της Βασίλισσας της Νύχτας από τον «Μαγικό αυλό». Κι αυτό σε παγκόσμιο επίπεδο. Εχει συνεργαστεί επανειλημμένα με τον Ζούμπιν Μέτα και τη Φιλαρμονική Ορχήστρα του Ισραήλ, ενώ είναι στενή συνεργάτρια του διάσημου αυστραλού σκηνοθέτη και διευθυντή της Κωμικής Οπερας του Βερολίνου Μπάρι Κόσκι. Από το λαμπρό οπερατικό βιογραφικό της Χριστίνας Πουλίτση, ωστόσο, απουσίαζε το γαλλικό ρεπερτόριο. Κάτι που έρχεται να ανατρέψει το ντεμπούτο της ως Μανόν στην ομώνυμη όπερα του Ζιλ Μασνέ, η οποία ανεβαίνει από τις 12 Δεκεμβρίου στην Εθνική Λυρική Σκηνή.

Το δεύτερο πιο αναγνωρίσιμο έργο του γαλλικού ρεπερτορίου μετά την «Κάρμεν» του Μπιζέ επιστρέφει στην αθηναϊκή μουσική σκηνή – σε διεύθυνση Λουκά Καρυτινού και Κλεάντε Ρούσο – μισό αιώνα μετά την πρώτη του παρουσίαση. Τη σκηνοθεσία υπογράφει ο Θωμάς Μοσχόπουλος, ενώ στην άλλη διανομή τον ρόλο της Μανόν ερμηνεύει η σπουδαία λυρική ερμηνεύτριά μας Μυρτώ Παπαθανασίου. «Είναι ένας καινούργιος χώρος το γαλλικό ρεπερτόριο, παρόλο που έχω τραγουδήσει άριες. Οπότε δοκιμάζω τις δυνάμεις μου. Αλλά βλέπω ότι ανοίγονται πολλές πόρτες μέσα από αυτό το έργο στη φωνή. Μ’ έχει βοηθήσει τεχνικά κι έχω βρει πολλά καινούργια πράγματα» δηλώνει η Χριστίνα Πουλίτση στο «Νσυν».

ΕΥΘΡΑΥΣΤΟ ΟΝ. Με αφετηρία το μυθιστόρημα του Αβά Πρεβό, η όπερα εξιστορεί τον άτυχο έρωτα του ιππότη Ντε Γκριέ για την επαρχιωτοπούλα Μανόν Λεσκό, η οποία ποθεί τα πλούτη και τη μεγάλη ζωή στο Παρίσι. Ολη η εξέλιξη στηρίζεται στην προσωπικότητα της Μανόν, που αποτελεί επιτομή του στερεοτύπου της εποχής σχετικά με τη δύναμη της γυναικείας γοητείας. «Μου αρέσει πάρα πολύ ο ρόλος. Η Μανόν αλλάζει συνεχώς ως χαρακτήρας, έχει πολλές εκφάνσεις. Σε καθεμιά από τις πέντε πράξεις θα δείτε κι έναν διαφορετικό χαρακτήρα της. Στην επιφάνεια δείχνει φιλόδοξη, αδίστακτη, ασταθής και ηδονίστρια και αυτό στην αρχή με δυσκόλεψε ώστε να ταυτιστώ μαζί της. Οταν τη διάβασα πιο αναλυτικά και μπήκα μέσα στον ρόλο, είδα ότι η ουσία της είναι ένα εύθραυστο ον. Πίσω από αυτήν την επιφάνεια υπάρχει μια υπαρξιακή θλίψη. Αναζητά την ταυτότητά της, δεν ξέρει ποια είναι, δεν ξέρει τι ακριβώς θέλει. Νιώθει εγκλωβισμένη σε καταστάσεις επειδή δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τους φόβους της. Και βρήκα μια ειλικρίνεια μέσα στη γενικότερη ανειλικρίνειά της» παραδέχεται η Πουλίτση.

Ο Θωμάς Μοσχόπουλος διαβάζει την ιστορία μέσα από τη νοητική ρευστότητα που κυριαρχεί στο έργο, εστιάζοντας στη θυματοποίηση αλλά και ταυτόχρονα στον αμοραλισμό των βασικών χαρακτήρων. «Θεωρώ ότι η αρχική εποχή στην οποία είναι γραμμένη η όπερα έχει πολλές ομοιότητες με τη σημερινή, στην οποία έχει μεταφέρει ο κ. Μοσχόπουλος τη «Μανόν». Η κοινωνία την οποία παρακολουθούμε διακρίνεται από ασίγαστη κατανάλωση ηδονών, ανθρώπων και αξιών – πράγμα που ίσως ακούγεται διαχρονικό. Είναι επίσης πολύ έντονο το στοιχείο του εφήμερου. Πολύ εύκολα μέσα από την τηλεόραση, το Instagram μπορεί ο καθένας να γίνει διάσημος, γνωστός, να απολαύσει δόξα για λίγες μέρες, λίγους μήνες ή λίγα χρόνια και να έρθει η πτώση. Είναι αυτή η κατανάλωση των ανθρώπων που λέμε. Αυτό περιγράφει και η όπερα. Πραγματεύεται το πόσο εύκολα κανείς μπορεί να βρίσκεται στην επιφάνεια, αλλά πόσο γρήγορα να επέλθει η πτώση» αναφέρει η υψίφωνος.

ΚΑΤΑΠΤΩΣΗ ΑΞΙΩΝ. Απογυμνώνοντας κανείς την εξαιρετική μουσική του Μασνέ από τις ωραίες μελωδίες και τα χορωδιακά, δεν μπορεί παρά να σταθεί τελικά σ’ αυτήν ακριβώς την αίσθηση της πτώσης. «Το μήνυμα είναι η κατάπτωση αξιών, το εφήμερο στις επιλογές που κάνει ο κάθε άνθρωπος. Πόσο εύκολα μπορεί να καταβροχθιστεί από μια κοινωνία η οποία τον βοήθησε λίγο νωρίτερα να ανεβεί. Δεν υπάρχει ουσία, αλλά ένα ωραίο περιτύλιγμα. Στον αντίποδα βλέπουμε τι σημασία έχουν οι επιλογές που κάνεις ως άνθρωπος. Η Μανόν κάνει δύο πράγματα τα οποία θεωρώ πως δεν συνδυάζονται εύκολα στη ζωή. Είναι από τη μια η ανιδιοτελής αγάπη και από την άλλη ο ιδιοτελής καταναλωτισμός. Αυτό καταλήγει σε μια τραγική εξέλιξη».

INFO

«Μανόν», στις 12, 14, 16, 19, 21, 23, 26 και 30/12 στις 19.30 (Κυριακές 18.30) στην Εθνική Λυρική Σκηνή, Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος, Λεωφόρος Συγγρού 364, είσοδος 10-90 ευρώ