Κάποτε, όχι πολύ παλιά, αυτή η χώρα παρ’ όλα τα προβλήματα που είχε, παρ’ όλη τη φτώχεια, τα δάνεια που τη βάραιναν, τις πτωχεύσεις, τις δικτατορίες, τους διχασμούς και τους εμφυλίους που είχε περάσει, έφτασε σ’ ένα σημείο σχετικής ισορροπίας, κατάφερε με κόπο και κάποια πισωγυρίσματα να πετύχει αυτό που λέμε λειτουργούσα δημοκρατία. Δεν ήταν η καλύτερη, αλλά ήταν δημοκρατία.

Υπήρχε σχετικός πολιτικός πολιτισμός, μια στοιχειώδης έστω εθνική συνεννόηση και μπορούμε να πούμε ότι, σε σχέση με την προϊστορία της από την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους, έφτασε να μοιάζει κάπως με ευρωπαϊκή χώρα και να εξασφαλίσει κοινωνική ειρήνη και ένα καλό βιοτικό επίπεδο για τους πολίτες. Ξαναλέμε, παρ’ όλες τις ανισότητες και τις δυσλειτουργίες της και πάντα τηρουμένων των αναλογιών ως προς το παρελθόν της και ως προς άλλες ευρωπαϊκές χώρες που νωρίτερα και ορθολογικότερα είχαν αναπτυχθεί.

Είχε λοιπόν η Ελλάδα καταφέρει να σχεδιάζει δειλά δειλά εθνικές στρατηγικές, να αναπτύσσει σχέσεις συνεργασίας και σταθερές συμμαχίες, ιδίως τις τελευταίες μετά τη χούντα και από τη μεταπολίτευση και δώθε δεκαετίες. Ετσι και στο λεγόμενο «μακεδονικό ζήτημα», που πολύ και για μεγάλα χρονικά διαστήματα μας είχε ταλαιπωρήσει, φτάσαμε μετά κόπων και βασάνων και όχι χωρίς εντάσεις, παλινδρομήσεις, φανατισμούς και τα συναφή να χαράξουμε μια «εθνική στρατηγική». Δεν καταφέραμε να το λύσουμε πριν από 25 χρόνια όταν οι γείτονες ήταν έτοιμοι για συμφωνία και η ευθύνη βαραίνει την ελληνική πλευρά με τον φανατισμό, τις εθνικιστικές κορόνες, τα συλλαλητήρια, τα εμπάργκο κι άλλες ανοησίες, τότε. Και κραυγάζαμε «Η Μακεδονία είναι ελληνική», σύνθημα φορτισμένο συναισθηματικά ως προς την Ιστορία αλλά γεωγραφικά εντελώς λάθος, δεδομένου πως οι «Μακεδονίες» είναι τρεις και κάτι, και μόνο το 52%, η Ελληνική Μακεδονία, είναι Ελληνική. Μετά, όταν σ’ εμάς το θέμα είχε πια ωριμάσει, ήρθαν οι Βουκεφάλες κι οι Μεγαλέξαντροι του Γκρούεφσκι και την κάτσαμε τη βάρκα.

Ο χρόνος, οι γεωπολιτικές ισορροπίες κι η διεθνής συγκυρία βεβαίως μάς έβλαψαν και αδυνάτισαν τη θέση μας, αφού πάνω από 140 χώρες αναγνώριζαν την ΠΓΔΜ ως «σκέτη» Μακεδονία και μόνο εμείς είχαμε το κεφαλάκι μας μέσα στην άμμο, χωρίς πια να μας καταλαβαίνει κανείς.

Η «εθνική στρατηγική» μας, ενώ είχε σιγά σιγά πια διαμορφωθεί, δεν είχε αποτέλεσμα ακόμα, οι σχέσεις μας με τους γείτονες ήταν κακές αντί για άριστες που θα μπορούσαν, αλλά τουλάχιστον όλες οι δημοκρατικές πολιτικές δυνάμεις είχαμε καταλήξει στο βασικό. Στην αποδοχή σύνθετης ονομασίας για τη γείτονα, με χρήση του όρου Μακεδονία με γεωγραφικό ή και χρονικό προσδιορισμό, αρχικά στην προσωρινή εκδοχή ΠΓΔΜ/FYROM. Κι ήταν αναγκαίος συμβιβασμός και παραμένει τέτοιος αν δεν θέλουμε να παγιωθεί και να το φάμε σκέτο Μακεδονία. Kαι θα ακολουθούσε οριστική και σταθερή συμφωνία ενός και μόνο ονόματος για κάθε χρήση, μέσα και έξω, αλλά ταυτόχρονα με την προϋπόθεση απάλειψης αλυτρωτικών εκφράσεων και διατυπώσεων στο Σύνταγμά τους και στα λοιπά δημόσια έγγραφα.

Είχε ωριμάσει το πράγμα. Ετσι, μόλις ήρθε η «διαλλακτικότερη» κυβέρνηση Ζάεφ ήταν η ιδανική στιγμή να υπάρξει συνεννόηση και συναίνεση των πολιτικών δυνάμεων για να δρομολογηθεί η τελική συμφωνία. Αντ’ αυτού όμως η κυβέρνηση Τσίπρα των ΣΥΡΙΖΑΝΕΞΕΛ, χωρίς μάλιστα τους ΑΝΕΞΕΛ, και χωρίς καμία εθνική συνεννόηση, αποφάσισε να το παίξει μάγκας και λύτης δύσκολων εθνικών προβλημάτων – ενώ ήταν απλή παρέλαση βλημάτων – και εκτελώντας παραγγελία του ΝΑΤΟ φόρεσε καουμπόικο καπέλο στον πρώην σοβιετόφιλο ΥΠΕΞ και όρμησε να το τακτοποιήσει κι αυτό, όπως είχε «τακτοποιήσει» κι όλα τα υπόλοιπα! Και να ‘μαστε τώρα να προσπαθούμε να συμμαζέψουμε «λίθους, πλίνθους και κεράμους, ατάκτως ερριμμένα». Διότι έγιναν τρία σοβαρά λάθη που αν κυρωθεί αυτή η συμφωνία, μετά την απομάκρυνσιν εκ του ταμείου ουδέν αναγνωρίζεται.

Πρώτον, η σύνθετη ονομασία αντί π.χ. του Νέα, έχει ως προσδιορισμό το Βόρεια, που μπορεί να σημαίνει ότι έχει άλλη μισή Νότια και κάποτε, ως δύο τμήματα μιας χώρας μπορεί ή/και πρέπει να ενωθούν, όπως λόγου χάριν το Βιετνάμ ή η Κορέα…

Δεύτερον, αφήνει ξεκάθαρα περιθώριο γενικής χρήσης του ονόματος Μακεδονία, Μακεδόνας, Μακεδονικός-ή-ό, σκέτο, ούτε Βόρεια ούτε τίποτα. Ετσι προκύπτει και μακεδονική εθνότητα, εθνικότητα, ιθαγένεια κ.λπ., ανάλογα με τις ερμηνείες. Και αποκλειστική η χρήση του όρου, π.χ. για προϊόντα, ονομασία προέλευσης, τοπωνύμια κ.λπ.

Τρίτον, το ζήτημα της Μακεδονικής Γλώσσας! Οσο κι αν στα ψιλά αναφέρεται σλαβική ρίζα και προέλευση, καμιά σχέση με την αρχαία, μεγαλέξαντρους κ.λπ., παραμένει το καίριο και παράλογο που μόλις προχθές ακούσαμε. Οτι μπορεί να διδάσκεται π.χ. στα ελληνικά σχολεία η… μακεδονική γλώσσα, όσο κι αν κάποιοι συριζαίοι έσπευσαν να μας πουν ότι δεν ειπώθηκε κάτι τέτοιο. Ακριβώς αυτό ειπώθηκε διά στόματος Ζάεφ μαζί με το ακόμα καλύτερο ότι «…υπάρχει μακεδονική μειονότητα και πρέπει κάτι να κάνουμε γι’ αυτούς τους πατριώτες μας που για 27 χρόνια δεν κάναμε τίποτα…».

Μέχρι κι ο κούτβης ο πρώην, με το καουμπόικο καπέλο, βγήκε απ’ τα ρούχα του και ήθελε να τραβήξει αφτιά. Μόνο που έχει πάρει πόδι, αφού πρώτα τακτοποίησε τα θέματα και τώρα ο Πρωθυπουργός μας μόνο με τον νέο ΥΠΕΞ μπορεί να εφαρμόσει μια εντελώς ιδιότυπη Διάσπαση του Ατόμου. Αυτά και σας χαιρετώ. Καλή ψήφο. Χάρηκα που τα είπαμε.