Η χρονική απόσταση μεγάλη: 1973-2018, 45 χρόνια. Λίγο μικρότερη από τα περίπου 50 χρόνια που χώριζαν τότε εμάς από τη Μικρασιατική Καταστροφή, αρκετά μεγαλύτερη από τα 33 χρόνια που μας χώριζαν από το Οχι. Καμπές που σφράγισαν την πορεία της χώρας και που όμως για μας τότε ήταν μακρινή «ιστορία». Κάποιοι ίσως τη συνδέαμε με τη μικρή οικογενειακή μας ιστορία (τον πρόσφυγα παππού, τον θείο που σκοτώθηκε στην Αλβανία), κυρίως όμως έδινε τροφή για στοχασμό, μελέτη, για ιδεολογική και πολιτική τοποθέτηση. Η παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου ήταν απλώς ένα τελετουργικό που συνδυαζόταν με αργία, δεν αναζητούσαμε εκεί το νόημα για το Επος του ’40. Πώς γίνεται λοιπόν αντιληπτό το «έπος του Πολυτεχνείου» από τους σημερινούς νέους, 45 χρόνια μετά; Είναι και γι’ αυτούς ιστορία μακρινή, μία ημέρα σχόλης με ιδιότυπη παρέλαση; Τι ερεθίσματα δημιουργεί για στοχασμό, πώς βοηθάει στην ιδεολογική και πολιτική τους ωρίμαση; Ασφαλώς δεν μπορώ να μιλήσω στη θέση τους. Θα πρέπει οι ίδιοι να ρωτηθούν και να μας πουν. Μπορώ όμως να σχολιάσω αυτά που βλέπω, που ακούω, που διαβάζω όλα αυτά τα χρόνια. Δεν μου προκαλούν συγκίνηση, δεν μου γεννούν αισιοδοξία, δεν πιάνω το νήμα με το τότε. Αντίθετα. Μελαγχολώ, θυμώνω και συχνά ντρέπομαι.

Μελαγχολώ γιατί θυμάμαι τις ημέρες που ακολούθησαν την εξέγερση του Πολυτεχνείου, όταν δεν ήταν ορατή ακόμη κάποια διέξοδος. Τη στενοχώρια για την ήττα από τα τανκς, τη θλίψη για τους θανάτους που ψιθυρίζονταν, την ανησυχία για όσους είχαν συλληφθεί ή κρύβονταν, συνόδευε και απάλυνε η πίστη ότι τουλάχιστον είχαμε αφήσει το αποτύπωμα του αγώνα μας για ελευθερία και δημοκρατία. Είχαμε οικοδομήσει υποδείγματα αυτονομίας και ανιδιοτέλειας, είχαμε κατακτήσει την ενότητα μεταξύ μας, είχαμε κερδίσει τη στήριξη από την κοινωνία. Και οκτώ μήνες αργότερα, πιστέψαμε ότι κερδίζοντας την ελευθερία και τη δημοκρατία τα είχαμε κατακτήσει όλα. Θυμώνω γιατί διαψευσθήκαμε. Δεν μπορέσαμε ως «ελεύθερο και δημοκρατικό» πανεπιστήμιο, ως μέλη μιας «ελεύθερης και δημοκρατικής» κοινωνίας, να υπερασπιστούμε αυτές τις αξίες. Αφήσαμε τις προδικτατορικές αντιλήψεις να κυριαρχήσουν στο σκηνικό της Μεταπολίτευσης, στο οποίο και ενταχθήκαμε σταδιακά οι περισσότεροι. Δεν μηδενίζω, σίγουρα έγιναν βήματα, είχαμε στιγμές ανάτασης, ενταχθήκαμε σε ένα διεθνές περιβάλλον με νέες προκλήσεις, απειλές και ευκαιρίες. Ομως ταυτόχρονα αρχίσαμε να στενεύουμε την οπτική μας, αρχίσαμε να βλέπουμε τον εχθρό στη διαφορετική άποψη, στοιχηθήκαμε και περιχαρακωθήκαμε. Δεν μπορέσαμε να διαχειριστούμε την ελευθερία μας και να διευρύνουμε τη δημοκρατία μας. Και σήμερα, που και οι δύο κινδυνεύουν, η εύκολη επιλογή για μας είναι να αδιαφορήσουμε.

Ντρέπομαι γιατί ανεχθήκαμε τη βία και αρκεστήκαμε να την καταδικάζουμε με λόγια εύκολα και ανούσια ψηφίσματα. Οσο και αν υπογραμμίζαμε ότι μας βρίσκει αντίθετους «απ’ όπου και αν προέρχεται», σίγουρα η ένταση της διαμαρτυρίας διαβαθμιζόταν ανάλογα με την προέλευση και τον στόχο της βίας. Νιώσαμε την ευτελή ικανοποίηση του «τα ‘θελε και τα ‘παθε» και δεν πιστέψαμε ότι θα ‘ρθει και η σειρά μας.

Χάσαμε το νόημα του Πολυτεχνείου. Και επιμένουμε αυτιστικά στο ίδιο τελετουργικό που δεν αποπνέει τίποτε ελπιδοφόρο, μόνο μας βυθίζει πιο βαθιά στην απογοήτευση, στη μοναξιά του καναπέ μας, ψάχνοντας απεγνωσμένα να αλλάξουμε κανάλι στην τηλεόραση, μια που δεν μπορούμε να αλλάξουμε (τη) χώρα.

H Δανάη Διακουλάκη είναι ομότιμη καθηγήτρια του ΕΜΠ