Είναι αρκετές οι φορές που οι δημιουργοί μιας παράστασης θέλουν να αποφύγουν την «επικαιροποίησή» της, αλλά η επικαιρότητα κερδίζει κατά κράτος. Η όπερα «Λευκό ρόδο» του Ούντο Τσίμερμαν, για παράδειγμα, παρουσιάζεται σε πανελλήνια πρώτη από την Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, τη στιγμή που κυρίαρχη ανησυχία στην Ευρώπη και την Ελλάδα είναι η άνοδος του ακροδεξιού και μισαλλόδοξου λόγου. Ο Θέμελης Γλυνάτσης με τη συνδρομή του Νίκου Βασιλείου στη μουσική διεύθυνση, αντλώντας έμπνευση από την αντιστασιακή δράση των αδελφών Χανς και Ζοφί Σολ, στήνει μια μουσική παράσταση γεμάτη συναισθηματική δύναμη.

Η ιστορία τοποθετείται χρονικά πριν από την εκτέλεση των δύο αδελφών το 1943 από τους Γερμανούς εξαιτίας της συμμετοχής τους στην αντιναζιστική φοιτητική ομάδα Λευκό Ρόδο. Ο Χρήστος Κεχρής και η Αφροδίτη Πατουλίδου αναλαμβάνουν να ερμηνεύσουν τους δύο νεαρούς από το Μόναχο. «Δεν είναι άλλη μία όπερα από την άποψη της φόρμας όπως την αντιλαμβάνεται ένας μέσος θεατής. Φέρει όλα τα στοιχεία ενός σύγχρονου έργου. Κουβαλάει τα ρεύματα του μοντερνισμού πάνω της αφενός και από την άλλη έχει και ως θέμα ένα ιστορικό γεγονός, δύο χαρακτήρες που έχουν υπάρξει και που ευτυχώς γνωρίζουμε πολλά γι’ αυτούς. Είναι πιο ρεαλιστική, συγκινητική και η προσέγγιση αντιστοίχως θέλει μία προσοχή. Νομίζω ότι δεν θέλει μία μελοδραματική προσέγγιση. Θέλει λίγο πιο αποστασιοποιημένη, γιατί πρέπει να αποφεύγουμε τον κίνδυνο να προσπαθήσουμε να εμπλακούμε ή να ταυτιστούμε με αυτά τα πρόσωπα που γνωρίζουν ότι σε λίγες ώρες θα πεθάνουν» τονίζει ο Χρήστος Κεχρής. Μαζί του συμφωνεί η συμπρωταγωνίστριά του. «Η διαφορά που έχει αυτός ο ρόλος σε σχέση με άλλους που έχω κάνει είναι ότι πρόκειται για ένα πραγματικό πρόσωπο. Οι λέξεις που έμαθα και προπονήθηκα και τις τραγουδάω είναι λέξεις που έγραψε η Ζοφί, που είπε στους αγαπημένους της ανθρώπους. Κι έτσι δεν είναι απλώς ένας ρόλος, μία φαντασία. Είναι ένα ντοκουμέντο» επισημαίνει η Αφροδίτη Πατουλίδου.

Το «Λευκό ρόδο» δεν ακολουθεί μία γραμμική αφήγηση. Οι δύο χαρακτήρες άλλοτε μονολογούν, άλλοτε μιλούν ο ένας στον άλλον, αλλά οι θεατές δεν μπορούν να είναι σίγουροι αν αυτοί οι διάλογοι είναι πραγματικοί ή δημιουργήματα της φαντασίας του Χανς και της Ζοφί. «Είναι μία όπερα που εμβαθύνει ψυχαναλυτικά στους ήρωες ενόψει του επικείμενου θανάτου τους. Επικεντρώνεται στο τι γινόταν μέσα στο μυαλό των ηρώων. Γνωρίζοντας όλο το περιβάλλον, τη συνθήκη και το κλίμα της εποχής ο συνθέτης στέκεται στο μέσα μας. Ο Τσίμερμαν είναι εύστοχος στον τρόπο που έχει συνθέσει αυτό το έργο. Κάνει μία μουσική ψυχανάλυση υψηλού επίπεδου» υπογραμμίζει ο τενόρος.

«Η αλήθεια είναι ό,τι πιο έντονο έχω τραγουδήσει μέχρι τώρα. Είναι πολύ έντονες οι σκηνές κι ενώ δεν θα το περίμενε κανείς επειδή δεν υπάρχει εξέλιξη γεγονότων. Παρ’ όλ’ αυτά, υπάρχει εξέλιξη στη συναισθηματική κατάσταση των χαρακτήρων. Σε κάποια στιγμή προσεύχονται κι εκεί που είναι ατρόμητοι, ξαφνικά παραδέχονται στον Θεό ότι φοβούνται μπροστά στον θάνατο. Είναι έντονα συναισθηματικά φορτισμένες σκηνές καθώς οι χαρακτήρες αναπολούν στιγμές που έζησαν ελεύθεροι» αναφέρει από την πλευρά της και η ταλαντούχα υψίφωνος. Στο σύνολο των πράξεών του, το έργο είναι μια ωδή στη δύναμη της ανθρώπινης θέλησης ενάντια στον φασισμό, καθώς και στην εσωτερική αντίσταση, μια αντίσταση που υμνεί την αγάπη, τη ζωή και τη δικαιοσύνη.

ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ. Στοιχεία που δυστυχώς χτίζουν γέφυρες με το σήμερα. «Νομίζω πως το έργο είναι επίκαιρο και είναι θλιβερό το γεγονός πως είναι επίκαιρο. Το πιο θλιβερό απ’ όλα είναι ότι οι άνθρωποι που νοσταλγούν αυτές τις εποχές κι αυτές τις μεθόδους δεν χαρακτηρίζονται από καμία ενσυναίσθηση» λέει η Πατουλίδου. Υπό αυτό το πρίσμα, η παράσταση δεν έχει ακριβώς ιστορικές αναφορές αλλά χρησιμοποιεί την ιστορική μνήμη για να επεξεργαστεί ζητήματα όπως η ηθική ακεραιότητα, η πολιτική συνενοχή και η θρησκευτική πίστη. Το επισημαίνει και ο Κεχρής, προσθέτοντας πως «το έργο αναφέρεται στον θάνατο, αναφέρεται στην ενοχή σε ένα καταπληκτικό περιβάλλον, στην έννοια της αδικίας, την έννοια της απόγνωσης». Ωστόσο, η συνάδελφός του βλέπει κι άλλα μηνύματα στο «Λευκό ρόδο». «Αναφέρεται και στο γεγονός ότι η σιωπή μπροστά στο έγκλημα είναι συνενοχή. Επίσης ότι κανένας δεν είναι πραγματικά ελεύθερος αν κάποια άλλη ομάδα ανθρώπων στον πλανήτη δεν είναι ελεύθερη. Αυτό είναι μια ψευδαίσθηση. Αρα δεν έχουμε καταφέρει μετά από τόσα πράγματα να εξασφαλίσουμε τα στοιχειώδη. Και φυσικά η ελευθερία του λόγου. Είμαστε όλοι ίσοι αλλά κι όλοι διαφορετικοί» υπογραμμίζει η ίδια.

INFO: «Το λευκό ρόδο» στις 15, 17 και 18 Νοεμβρίου, στην Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, στις 20.30 (Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος, Λεωφόρος Συγγρού 364, τηλ. 213-0885.700, είσοδος 10-20 ευρώ)