Χρειάστηκαν τρία δημοσιεύματά μου, σε αυτήν εδώ τη στήλη, εκ των οποίων το ένα ιδιαίτερα αναλυτικό, με ημερομηνίες, ποσά κ.λπ., που κατέδειξαν ότι πίσω από την παράταση της σύμβασης για το αεροδρόμιο «Ελ. Βενιζέλος» κατά 20 χρόνια μετά το 2026, αντί του ευτελούς όπως κρίθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού ποσού των 483 εκατ. ευρώ, υπάρχει μια σκαστή υπόθεση απιστίας. Τρία δημοσιεύματα για να πεισθεί – και να… ξεκουνηθεί – η ΝουΔου, η οποία μέχρι και το τρίτο δημοσίευμα έκανε πως δεν καταλάβαινε τι έγραφα και τι συνέβη.

Χθες όμως το σύστημα πήρε μπροστά και κατατέθηκε σχετική, «βελούδινη» ωστόσο θα τη χαρακτηρίσω, ερώτηση στη Βουλή (την υπογράφουν ο αρμόδιος τομεάρχης Κ. Καραμανλής και ο αναπληρωτής του Χρ. Μπουκώρος), με την οποία η κυβέρνηση καλείται να απαντήσει γιατί δεν έγινε διεθνής διαγωνισμός για την επέκταση της σύμβασης εκμετάλλευσης του αεροδρομίου, ποιος καθόρισε το πρώτο τίμημα της σύμβασης στα 483 εκατ. ευρώ, και διάφορα άλλα.

Η ερώτηση των δύο βουλευτών απευθύνεται στους υπουργούς Τσακαλώτο και Σπίρτζη, αλλά ουσιαστικά στον πρώτο, διότι ο Σπίρτζης, σε μια άλλη ερώτηση που του είχε υποβάλει σχετικά ο πρώην υπουργός Γιάννης Μανιάτης, είχε δηλώσει αναρμόδιος – και είναι.

Ο Τσακαλώτος οφείλει να απαντήσει και θα δούμε πώς θα το κάνει, διότι γνωρίζω, και γνωρίζω από ακριτομυθίες, ότι του ζητήθηκε από «πιο πάνω» να υπογράψει την πρώτη σύμβαση των 484 εκατ. ευρώ…

Ενημερωτικά αναφέρω για την υπόθεση αυτή ότι οι διεκδικούντες την παράταση της εκμετάλλευσης κατά 20 χρόνια, με το που είπε η Κομισιον ότι στο 1,115 δισ. θα πρέπει να πάει το τίμημα, αποδέχθηκαν ασμένως την εισήγηση. Δεν έκαναν ούτε μία ένσταση, έτσι για τα μάτια του κόσμου. Να πουν όχι, δεν δεχόμαστε στο 1,115 δισ. και προσφέρουμε 1 δισ. ή 983 εκατ. Καμία κίνηση. Είπαν ναι, μάλιστα και τελείωσε.

Συγγνώμη, δεν κινεί την περιέργεια κανενός αυτό; Ενός εισαγγελέα, ας πούμε; Το περιγραφόμενο αδίκημα λέγεται απιστία και είναι κακούργημα, αν δεν κάνω λάθος…

Παραμύθια με δράκους και εισιτήρια

Νέα βαριά ήττα για την κυρία Μάρη Παπασπύρου, τη γενική επιθεωρήτρια Δημόσιας Διοίκησης, και τις έρευνές της συνιστά, θεωρώ, η απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, η οποία εξεδόθη χθες και αθώωσε πανηγυρικά δύο ανθρώπους που σύρθηκαν στα δικαστήρια εξαιτίας της, αδίκως. Πρόκειται για τον πρώην και τον νυν διευθύνοντες συμβούλους της εταιρείας της ΣΤΑΣΥ, οι οποίοι κάθισαν στο σκαμνί λόγω μιας έρευνας της κυρίας Μάρης, σύμφωνα με την οποία από το «μετρό» είχαν κλαπεί εισιτήρια αξίας 1,2 εκατ. Θα θυμάστε ασφαλώς τις θριαμβευτικές δηλώσεις Σπίρτζη επ’ αυτού, αλλά και το πάρτι που έκαναν τα συριζαίικα Μέσα για την ανάμειξη ενός στενού συνεργάτη του Κυριάκου.

Τι αποκαλύφθηκε, λοιπόν, πέραν της αθωότητος των δύο επικεφαλής της εταιρείας; Οτι τα 1,2 εκατ. ήταν ένα παραμύθι με δράκους και ιπτάμενα φίδια: μόλις 16.000 ευρώ ήταν το αντικείμενο της κλοπής και γι’ αυτό καταδικάστηκαν με αναστολή κάποιοι υπάλληλοι της εταιρείας.

Από την πλευρά μου θα συνιστούσα στους δύο, νυν και τέως διευθύνοντες συμβούλους, τον συριζαίο κ. Θωμόπουλο και τον νεοδημοκράτη κ. Παπαθανάση, να το απολαύσουν όσο μπορούν, διότι κάτι μου λέει πως αυτή την πανηγυρική αθώωση δύσκολα θα την καταπιεί το σύστημα. Τουτέστιν, μην ασκηθεί καμιά αναίρεση αύριο – μεθαύριο από την κυρία Ξένη Δημητρίου και τους έρθει… νταμπλάς!

Τώρα που ήρθε η σειρά τους…

Το ποίημα επιγράφεται «Οταν ήρθαν να πάρουν…» και αποδίδεται στον Μπέρτολντ Μπρεχτ.

Η αλήθεια είναι όμως ότι συγγραφέας του ποιήματος δεν είναι ο Μπρεχτ αλλά ένας γερμανός πάστορας ονόματι Μάρτιν Νιεμέλερ, και είναι μάλιστα αυτοβιογραφικό. Ο εκπρόσωπος του Θεού επί της γης πάστορας Νιεμέλερ έκανε τα στραβά μάτια σε ό,τι συνέβαινε γύρω του επί χιτλερικού ναζιστικού καθεστώτος, μέχρι που ήρθε η σειρά του να συλληφθεί. Στάλθηκε και αυτός σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Είναι άγνωστο αν έγραψε το ποίημα στο στρατόπεδο ή οταν αφέθηκε ελεύθερος. Το ποίημα πάντως έγινε γνωστό δέκα χρόνια μετά το τέλος του πολέμου, όταν το 1955 συμπεριελήφθη σε ένα βιβλίο του λογοτέχνη Μίλτον Μάγιερ υπό τον τίτλο «Νόμιζαν πως ήταν ελεύθεροι».

Αναδημοσιεύω το πρώτο μισό από το ποίημα του πάστορα Νιεμέλερ:

«Οταν ήρθαν να πάρουν τους Τσιγγάνους δεν αντέδρασα.

Δεν ήμουν Τσιγγάνος.

Οταν ήρθαν να πάρουν τους κομμουνιστές δεν αντέδρασα.

Δεν ήμουν κομμουνιστής.

Οταν ήρθαν να πάρουν τους Εβραίους δεν αντέδρασα.

Δεν ήμουν Εβραίος.

Οταν ήρθαν να πάρουν εμένα,

Δεν είχε απομείνει κανείς για να αντιδράσει…»

Εχω τους λόγους μου που το κάνω. Θέλω να το αφιερώσω στο ΦΕΚ «ΕφΣυν» που δέχεται εδώ και ημέρες τα πυρά του Καμμένου υπουργού, επειδή δήθεν δεν του τηλεφώνησε ο Τσίπρας ενόσω έλεγε όσα έλεγε στις ΗΠΑ (περί νέων βάσεων και περί… δημιουργίας ενός… ΝΑΤΟ των Βαλκανίων ως αντιστάθμισμα της συμφωνίας των Πρεσπών) ενώ η εφημερίδα επιμένει στην πληροφορία περί του τηλεφωνήματος.

Πέντε χρόνια τώρα όμως η εφημερίδα αυτή, που διάκειται φιλικά στον ΣΥΡΙΖΑ και στηρίζει αόκνως ΟΛΕΣ τις επιλογές του, δεν βρήκε μία λέξη να γράψει για τον διώκτη του Τύπου υπουργό. Για τις δεκάδες αγωγές κατά δημοσιογράφων και έντυπων ή ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης, με στόχο τη φίμωσή τους. Για τις στοχευμένες μηνύσεις κατά δημοσιογράφων των οποίων δεν αντέχει την κριτική. Για τη δημόσια διαπόμπευσή τους από το βήμα της Βουλής (ακόμη και αυτό της ΔΕΘ), τα άθλια ψέματα, τις «κατασκευές», τις λασπολογίες, τις επιχειρήσεις ηθικής, κοινωνικής, πολιτικής, οικονομικής εξόντωσής τους. Λέξη. Σιωπή.

Πολύ απλά γιατί αφορούσαν τους «άλλους». Που εκτός από τον Καμμένο, έχουν την κακή συνήθεια να κρίνουν και να ελέγχουν την εξουσία την οποία τώρα ασκεί ο ΣΥΡΙΖΑ.

Το 2013, όταν συνελήφθην μετά από μήνυση Καμμένου στα Γιάννενα, παρουσία του παιδιού μου, στο ξενοδοχείο όπου διαμέναμε, η «ΕφΣυν», που τώρα νιώθει στο πετσί της – και αυτή – τι εστί Καμμένος, σιώπησε. Ηχηρά. Γιατί απλά ήμουν από τους «άλλους», όχι από τους «δικούς μας».

Αλλά προ δύο – τριών εβδομάδων έσπευσε να μου «αφιερώσει» δύο ολόκληρες σελίδες και το κύριο άρθρο της, για να (υπο)στηρίξει τον Καραμανλή και τους «καραμανλικούς», όπως ο Καμμένος. Με μια μνημειώδη, ελεεινή, ρατσιστικού χαρακτήρα επιθετικότητα εις βάρος μου. Τέτοιας έντασης και τέτοιου περιεχομένου, που ούτε οι εφημερίδες της Δεξιάς δεν αποτόλμησαν…

Και να που ήρθε η σειρά τους. Εδωσαν βάση στην «πληροφόρηση» από τα υπόγεια του Μαξίμου, και ιδού η συνέχεια: ο Καμμένος που κανάκευαν τόσα χρόνια, επειδή ως «αξιόπιστος» (!!) κυβερνητικός εταίρος έφερε για πρώτη φορά την Αριστερά στην εξουσία, μόλις ένιωσε ότι πλήττεται από δημοσιεύματά τους τούς έβαλε μπροστά στον ανεμιστήρα και ύστερα πήρε το φτυάρι και άρχισε να φτυαρίζει λάσπη! Τους έμπλεξε με τον Σόρος και τα δισ. που μοιράζει, ύποπτα κέντρα που τους χρηματοδοτούν, τράπεζες που τους δανειοδοτούν και ό,τι άλλο τέλος πάντων μπορεί να επινοήσει στο πλαίσιο της γενικής αρχής που έχει: πως ό,τι τον αφορά και δεν του αρέσει είναι αποτέλεσμα μιας συνωμοσίας στην οποία μετέχουν απαραίτητα καπιταλιστές, εγχώριοι διαπλεκόμενοι και μίσθαρνα όργανά τους που αντιστρατεύονται αυτή τη σπουδαία προσωπικότητα της δημόσιας ζωής.

Εν κατακλείδι, λεβέντες μου της «ΕφΣυν», welcome to the club, όπως θα λέγαμε και στην εύανδρο Ηπειρο…