Από την πρώτη κιόλας σελίδα ο μοναχικός Ιχνηλάτης των Βαλκανίων συναντιέται με την εσωτερική φωνή όλων όσα έχουν κρυφτεί στη σκόνη της Ιστορίας. Τα Βαλκάνια, μια επικράτεια που συνεχώς ανατροφοδοτεί το νόημά της. Μια δαιδαλώδης ανασκαφή μνήμης. Πόλεμοι, διεκδικήσεις, μεγάλα εγώ, μικρές χώρες. Ο Σέρβος Ντράγκαν Βέλικιτς, από τους αρτιότερους συγγραφείς της γενιάς του (γεννήθηκε το 1953) και πρεσβευτής της Δημοκρατίας της Σερβίας στην Αυστρία (2005-2009), εισέρχεται στο άγνωστο με μια βαλίτσα στο χέρι. Διατρέχει τη χερσόνησο της Ιστρια μέχρι και τη Θεσσαλονίκη, προσπαθώντας να βρει τα ίχνη του μέσα στον χρόνο. Καταλύει σε δωμάτια ξενοδοχείων και στοχάζεται όπως οι παλιοί εξερευνητές, πάνω στους χαμένους κύκλους της ζωής του και της πρώην πατρίδας του. Η είδηση του θανάτου της μητέρας του βρίσκει τον αφηγητή στη Βουδαπέστη και τον ωθεί να ξεκλειδώσει το μαύρο κουτί της μνήμης. Ο γιος αποδέχεται την κληρονομιά σαν ιχνηλάτης του παρελθόντος, σαν αρχειοφύλακας των αναμνήσεων, ακολουθώντας την πλημμυρίδα των εικόνων που κατακλύζουν το παρόν του. Ο Ιχνηλάτης απέσπασε το 2015 το βραβείο ΝΙΝ, την κορυφαία λογοτεχνική διάκριση της Σερβίας. Στην αποκλειστική συνέντευξη για το «Βιβλιοδρόμιο» και «ΤΑ ΝΕΑ» μάς εξηγεί την περιπέτεια της σκέψης του. Την περιπέτεια των Βαλκανίων.

Πώς επιλέξατε τους σταθμούς και τους οδοδείκτες του μυθιστορήματός σας;

Το μόνο που έχω στην αρχή κάθε νέας συγγραφής είναι μια ένταση στο στήθος και το θολό περίγραμμα του μελλοντικού βιβλίου. Κι αυτό το περίγραμμα μοιάζει περισσότερο με γρίφο παρά με σύλληψη. Ωστόσο, εκείνο που διαφοροποιεί τον Ιχνηλάτη είναι το γεγονός ότι κανένας από τους ήρωές του δεν είναι φανταστικός. Ο καθένας από αυτούς έχει τα ερείσματά του στην πραγματικότητα, έχει όμως τροποποιηθεί έτσι ώστε να εξυπηρετεί τις ανάγκες του μυθιστορήματος. Και αυτό δεν ισχύει μόνο για τα πρόσωπά του, αλλά και για τις μεταξύ τους σχέσεις, τις καταστάσεις στις οποίες βρίσκονται – όλα αυτά είναι κατά κάποιο τρόπο άμεσα ή έμμεσα βιωμένα. Ο Ιχνηλάτης είναι μια μεγάλη έρευνα της μνήμης. Στη μνήμη αυτή βρίσκονται οι γονείς μου, οι άνθρωποι που βρίσκονταν γύρω μου, οι πρόγονοί μου, οι πόλεις και τα κράτη στα οποία έζησα, ολόκληρες εποχές που ανεπαίσθητα εξαφανίζονταν ανεπιστρεπτί. Σ’ αυτήν τη μνήμη είναι αποθηκευμένα και τα τρένα των Σιδηροδρόμων της Γιουγκοσλαβίας που κρατούσαν ενωμένες τις διάφορες περιοχές του πρώην κράτους. Και δεν πρόκειται μόνο για τις σιδηροδρομικές γραμμές, το σύστημα σήμανσης, τους σταθμούς και τις στάσεις, αλλά για ένα σύστημα συνδετικού ιστού του οποίου τη διατήρηση εξασφάλιζαν οι συναντήσεις και οι γνωριμίες κατά τη διάρκεια των ταξιδιών. Οι Σιδηρόδρομοι της Γιουγκοσλαβίας έπαιξαν κατά τη διάρκεια της πεντηκονταετούς ζωής τους τον ρόλο των σημερινών κοινωνικών δικτύων, και μάλιστα ήταν ασύγκριτα πιο ουσιώδεις και είχαν μεγαλύτερη διάρκεια από τα σημερινά Twitter, Instagram και Facebook.

Τι ακριβώς ιχνηλατεί ο Ιχνηλάτης σας;

Η απάντηση βρίσκεται στο εξώφυλλο της ελληνικής έκδοσης. Βλέπουμε το περίγραμμα ενός ανθρώπου που έχει ξεκινήσει να πάει κάπου. Στο αριστερό του χέρι κρατάει τσάντα. Τριγύρω του δεν υπάρχει τίποτα. Εκείνο το οποίο αναζητά βρίσκεται βαθιά μέσα του. Ο ιχνηλάτης είναι ένας αφηγητής που φέρει τ’ ονοματεπώνυμό μου. Η ιστορία της ζωής μου αυτή καθαυτήν δεν έχει καμία σημασία αν ο αναγνώστης δεν αναγνωρίσει τον εαυτό του σε αυτήν, αν δεν ταυτιστεί μαζί της. Και για να συμβεί αυτό πρέπει να διανύσει κανείς τη μεγάλη διαδρομή από την αλήθεια της ζωής μέχρι την αλήθεια της τέχνης. Η ιστορία της ζωής κάποιου ανθρώπου δεν έχει λογοτεχνική σημασία. Κάποια ανθρώπινη ιστορία, ωστόσο, μπορεί να αποκτήσει και λογοτεχνική σημασία όταν καταφέρει να εγγραφεί ως εμπειρία στη συνείδηση του αναγνώστη. Και για να συμβεί αυτό είναι απαραίτητη η εποικοδομητική της επεξεργασία. Αν δεν ήταν έτσι, η κάθε εξομολόγηση θα ήταν λογοτεχνία.

Από τη χερσόνησο της Ιστρια μέχρι

τη Θεσσαλονίκη, δύο γυναίκες κυριαρχούν: η μητέρα του αφηγητή και η γοητευτική Λιζέτα. Τι συμβολίζουν;

Παρακολουθώ τη ζωή της μητέρας μου από την παιδική της ηλικία μέχρι τον θάνατό της, όμως τη ζωή της τη χρησιμοποιώ για να πλαισιώσει τις μοίρες των άλλων. Η Λιζέτα ήταν μια γειτόνισσά μας, και ήταν πολύ σημαντική στην παιδική μου ηλικία. Οι φωτογραφίες της Θεσσαλονίκης του τέλους του 19ου αιώνα στους τοίχους του διαμερίσματός της ήταν το πρώτο μου σινεμά. Στο μυθιστόρημα επίσης παρελαύνουν οι μετανάστες του 20ού αιώνα. Η ιστορία αρχίζει την εποχή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, μιλάει για την πυρκαγιά της Θεσσαλονίκης το 1917, παρακολουθεί ζωές που κάποια στιγμή θα διασταυρωθούν. Πιστεύω πως ο πυρήνας του μυθιστορήματος δεν αποτελείται ούτε από τα πρόσωπα ούτε από τα γεγονότα. Αυτά είναι μόνο μέσα, προβολές που δίνουν τη δυνατότητα να εξιστορηθεί μια άποψη για τον κόσμο, μια κοσμοθεωρία. Κι αυτή η κοσμοθεωρία δεν μπορεί να ολοκληρωθεί δίχως την αντίληψη της αλήθειας της προσωπικής ζωής. Για να είναι πειστική μια ιστορία πρέπει να μεγαλώσει εντός του αφηγητή, να ξεπροβάλει από τη φαντασία του, να κατέχει το συναισθηματικό φορτίο που πηγάζει από την προσωπική του εμπειρία.

Φαίνεται πως το μυθιστόρημα αποτελεί για εσάς έναν δρόμο προς την αυτεπίγνωση. Τι στάδια θα πρέπει να περάσουμε για να υπερκεράσουμε τις ψευδαισθήσεις μας;

Στη ζωή μας πάντα έρχεται η στιγμή που αναγνωρίζουμε στον εαυτό μας τους γονείς μας. Τότε μέσα μας ξεχειλίζει κάποια πηγαία ντροπή, οργή ή μίσος για κάτι που έκαναν. Ή για κάτι που δεν έκαναν. Για κάτι που δεν μας είπαν και ήταν σημαντικό. Πολλές παρεξηγήσεις θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί αν μονάχα ήταν σε θέση να βρουν την κατάλληλη λέξη. Ομως, όλα αυτά που τους καταλογίζαμε, ξαφνικά τα αναγνωρίζουμε και ως δικά μας λάθη. Μετά ακολουθεί μια μαγική ένωση μαζί τους, που μας γεμίζει βαθιά κατανόηση. Επεται η συγχώρεση προς εμάς και προς αυτούς, και μόλις μετά τη διαπίστωση ότι δεν μπορούσε να είχε γίνει αλλιώς απ’ ό,τι έγινε, η ζωή μας αποκτά την τελική της σημασία. Την οικογενειακή κληρονομιά δεν τη διαλέγουμε, είναι θέμα γονιδίων. Ωστόσο, έχει σημασία να αντιμετωπίζουμε τον εαυτό μας, γιατί αν δεν το κάνουμε, γινόμαστε κομπάρσοι στην ίδια μας τη ζωή, ικανοί να μιλάμε μόνο για τα όσα συμβαίνουν έξω από εμάς και με τα οποία οι αναγνώστες δεν μπορούν να ταυτιστούν.

Λογοτεχνική αλήθεια

«Υπάρχουν μόνο ερμηνείες της ζωής»

Γράφετε στο μυθιστόρημα: «Οι σκέψεις μας δεν είναι παρά μια σκιά των όσων έχουν ήδη συμβεί». Κάτω από ποιες συνθήκες αυτή η σκιά επηρεάζει τον αφηγητή, που έχει μεγαλώσει δίχως παρελθόν;

Η πρώτη προϋπόθεση είναι να είσαι ειλικρινής με τον εαυτό σου. Φυσικά όμως, η ειλικρίνεια δεν είναι καλλιτεχνική κατηγορία. Η προσωπική εξομολόγηση, σε όποια δοσολογία, είναι μόλις η αφορμή, η αφετηρία για το ξετύλιγμα μιας ζωής. Μ’ αυτή την έννοια παίρνω από τη ζωή μου, απλούστατα επειδή την έχω πρόχειρη. Πιστεύω ότι η ζωή του καθενός αποτελείται από διαφορετικά στρώματα. Οταν απομακρυνθούμε και εστιάσουμε καλά, μπορούμε μέσα από αποσπάσματα της μνήμης να την αναθεωρήσουμε συνολικά, σαν να πρόκειται για τη ζωή κάποιου άλλου. Στον Ιχνηλάτη χρησιμοποίησα αποσπάσματα της προσωπικής μου ζωής. Πιστεύω βαθιά στην ιδέα ότι η ζωή την οποία ζούμε δεν ξετυλίγεται σαν μια ευθύγραμμη διαδοχή γεγονότων. Υπάρχουν μόνο ερμηνείες αυτής της ζωής. Και όπως ακριβώς υπάρχουν οι ερμηνείες των μεμονωμένων ζωών, έτσι υπάρχουν και οι ερμηνείες ορισμένων κοινωνικών εποχών. Οι οποίες δεν προσδιορίζονται μόνο με καθαρά ορθολογικούς όρους, αλλά και ως συναισθηματικό βίωμα που αλλάζει ανάλογα με το πώς αντιλαμβανόμαστε τα πράγματα.  Η αλήθεια δεν είναι μία και αμετακίνητη.

Πώς βλέπετε να επιβιώνουν στο μέλλον μικρές χώρες όπως οι δικές μας, αλλά με μεγάλο παρελθόν;

Αυτό κανείς δεν μπορεί να το πει με βεβαιότητα, όμως πρέπει να είμαστε έξυπνοι, πρέπει να σκεφτόμαστε με το δικό μας κεφάλι. Πρέπει να αναζητούμε την αλήθεια, τόσο στην ίδια μας τη ζωή όσο και για τον κόσμο που μας περιβάλλει. Μόνο με τη γνώση και την εξυπνάδα οι μικροί μπορούν να εναντιωθούν στους ισχυρούς. Και σας ευχαριστώ γι’ αυτή την ταυτοποίηση. Η ιστορία σας, σε κάθε περίπτωση, είναι «λίγο» πιο παλιά, όχι μόνο σε σχέση με τη σερβική, αλλά και σε σχέση με την ιστορία των Κελτών και των Τευτόνων.

Dragan Velikic

Ο ιχνηλάτης

Μτφ. Ισμήνη Ραντούλοβιτς,

εκδ. Καστανιώτη, 2018, σελ. 304

Τιμή: 18 ευρώ