Η σκηνή του νέου τραυματισμού του μπασκετμπολίστα του Ολυμπιακού Κίναν Εβανς είναι ένα αληθινό δράμα – κάτι σαν κινηματογραφική ταινία μικρού μήκους. Ξεκινά από τη στιγμή που ο κόουτς Γιώργος Μπαρτζώκας σηκώνει τον παίκτη για να τον στείλει στο γήπεδο και διαρκεί περίπου δύο λεπτά. Μέσα σε αυτό το πολύ σύντομο διάστημα συμβαίνουν όλα. Ο παίκτης ξεκινά την παρουσία του μέσα σε αποθέωσή του.
Έχει επιτέλους πατήσει παρκέ για ματς στην Ευρωλίγκα ύστερα από μήνες εγχειρήσεων και αφού η ατελείωτη προετοιμασία του έχει ολοκληρωθεί μετά βασάνων. Εχει νικήσει τις φήμες που τον ήθελαν να μην μπορεί να ξαναπαίξει. Είναι έτοιμος να ξεκινήσει να δίνει πράγματα στον Ολυμπιακό που τον περίμενε και μάλιστα αυτό πρέπει να το κάνει απέναντι στην πρώην ομάδα του, στη Ζαλγκίρις.
Είναι σαν να υπάρχει μια σκηνοθεσία της μοίρας που να θέλει ο Εβανς να συνεχίσει ακριβώς από εκεί που σταμάτησε, καθώς με τη φανέλα της ομάδας από το Κάουνας έχει πρωτοτραυματιστεί ενώ είχε συμφωνήσει με τον Ολυμπιακό. Τελικά μια σκηνοθεσία της μοίρας υπάρχει αλλά αφορά την κακοδαιμονία του: τραυματίζεται και με τον Ολυμπιακό. Η παρουσία του ολοκληρώνεται με την αποχώρησή του (βγήκε υποβασταζόμενος σαν τραυματίας πολέμου) αλλά και με τη γρήγορη διάγνωση. Εχει ρήξη αχίλλειου στο άλλο του πόδι.
Άτυχος
Διαβάζω ότι ο Ολυμπιακός είναι άτυχος. Νομίζω το είπε και ο προπονητής του. Ας μου επιτραπεί να διαφωνήσω. Άτυχος, φριχτά και άδικα άτυχος, είναι ο Εβανς. Που από το Τέξας βρέθηκε αρχικά στη Λιθουανία και στη συνέχεια στην Ελλάδα αντιμέτωπος με τραυματισμούς που θέτουν σε κίνδυνο την καριέρα του ενώ αυτή θα έπρεπε να είναι στην καλύτερη στιγμή της – ο Αμερικανός πλησιάζει τα 30 του χρόνια. Ο Ολυμπιακός απλά θα χρειαστεί να τον αντικαταστήσει. Δεν θα είναι απλό καθώς οι καλοί παίκτες έχουν ομάδες. Πλην όμως τον Εβανς δεν τον είχε ποτέ, οπότε όποιος κι αν έρθει δεν κουβαλά κάποιο σταυρό μαρτυρίου εξαιτίας μιας σύγκρισης μαζί του. Ο Εβανς δεν ανήκει στους παίκτες του Ολυμπιακού, αλλά στους άτυχους ήρωές του.
Αλλιώς
Κατά τα άλλα στο ποδόσφαιρο περιμένουμε τα δυο ματς της Εθνικής μας στα προκριματικά του Μουντιάλ του 2026 τα οποία αλλιώς τα περιμέναμε κι αλλιώς κατέληξαν. Αύριο Σάββατο η Εθνική μας αντιμετωπίζει τη Σκωτία στο Καραϊσκάκη και για να είμαι ειλικρινής περιμένω το παιχνίδι αυτό κυρίως για να δω τους φιλοξενούμενους. Η Σκωτία είναι ένα μεγάλο μυστήριο – μία ομάδα που στα δικά μου τα μάτια μοιάζει προηγούμενων δεκαετιών.
Παίζει άμυνα, βασίζεται στο πάθος των παικτών της, δημιουργεί ευκαιρίες μόνο από στημένες φάσεις κι έχει ένα προπονητή που ενδιαφέρεται αποκλειστικά κυνικά μόνο για το αποτέλεσμα: ο 62χρονος φωνακλάς Στιβ Κλαρκ μοιάζει φιγούρα της δεκαετίας του ’90. Ωστόσο πηγαίνοντας πραγματικά κόντρα στο ρεύμα της εποχής που θέλει τις ομάδες να παίζουν οργανωμένο επιθετικό ποδόσφαιρο, η Σκωτία καταφέρνει να διεκδικεί προκρίσεις σε μεγάλες διοργανώσεις πράγμα που άλλες ομάδες πιο ποιοτικές από αυτή δεν το καταφέρνουν.
Δεν αναφέρομαι μόνο στην Εθνική μας: Και ομάδες όπως η Σερβία, η Σουηδία, η Ρουμανία τα έχουν πάει χειρότερα από τους Σκωτσέζους.
Δύο φορές
Η Σκωτία δεν έχουν πολλούς ποδοσφαιριστές οι οποίοι μπορεί να θεωρηθούν πρώτης γραμμής – πόσο μάλλον και διεθνή αστέρια. Ο καλύτερος είναι αναμφίβολα ο επιθετικός μέσος Μακ Τόμινι που οδήγησε πέρσι τη Νάπολι στην κατάκτηση του ιταλικού πρωταθλήματος. Η επιτυχία του εκεί οδήγησε την Μπολόνια να αποκτήσει τον Φέργκιουσον και την Τορίνο να αγοράσει τον Τσε Ανταμς, ενώ ο Μακ Τόμινι πήρε μαζί του στη Νάπολι τον Μπίλι Γκίλμορ που είναι τραυματίας, όπως και ο τρίτος προικισμένος της μικρής αυτής παρέας, ο αριστερός μπακ της Λίβερπουλ Αντριου Ρόμπετσον.
Οι υπόλοιποι που στελεχώνουν την Εθνική Σκωτίας είναι φιλότιμα παιδιά που κατά βάση αγωνίζονται στην αγγλική Τσάμπιονσιπ ή σε ομάδες της Πρέμιερ Λιγκ που λέγονται Μπρέντφορντ, Μπόρνμουθ κ.λπ. στις οποίες όμως δεν έχουν πρωταγωνιστικούς ρόλους. Κι όμως αυτή ομάδα σε τρία παιχνίδια που έχει δώσει με τη δική μας ομάδα την έχει κερδίσει δύο φορές.
Η Σκωτία κέρδισε την ομάδα του Γιοβάνοβιτς όχι μόνο 3-1 για τα προκριματικά του Μουντιάλ, αλλά και 1-0 στο Καραϊσκάκη στο πρώτο από τα δύο μπαράζ που έδωσε μαζί της για το Nations League. Και δεν είναι ότι έχει ειδικότητα στο να μπερδεύει την Εθνική μας: στα προκριματικά του Μουντιάλ οι μαχητές Σκωτσέζοι απέσπασαν και μια ισοπαλία από τη Δανία στην Κοπεγχάγη, αποτέλεσμα που τους κρατάει ζωντανούς ακόμα και στο κυνήγι της πρώτης θέσης. Το πέτυχαν απέναντι στη Δανία που στη δική μας ομάδα σε δυο ματς έβαλε έξι γκολ.
Υποχρέωση
Αύριο Σάββατο στο Καραϊσκάκη οι Σκωτσέζοι έχουν κίνητρο και υποχρέωση να κερδίσουν: αν το κάνουν θα υποδεχτούν την Τρίτη τους Δανούς με σκοπό μια νίκη που θα τους δώσει εισιτήριο για το μουντιάλ – μια θέση στα μπαράζ την έχουν ήδη. Θέλω να δω τι θα κάνουν και μία τέτοιου είδους συνθήκη. Κυρίως γιατί πιστεύω ότι δεν μπορούν να κάνουν και πολλά.
Αουτσάιντερ
Όταν ξεκίνησαν τα προκριματικά εμείς θεωρούσαμε ότι το υλικό της ομάδας μας ήταν τόσο σπουδαίο ώστε η Εθνική μας θα ήταν στον όμιλο στη χειρότερη περίπτωση δεύτερη. Η Σκωτία είχε τον βολικό για την ίδια ρόλο του αουτσάιντερ όπως χρόνια τώρα. Οι ίδιοι οι σκωτσέζοι ποδοσφαιρόφιλοι δεν πιστεύουν πως η ομάδα τους είναι κάτι το εξαιρετικό: έχει π.χ. τόσο μεγάλο πρόβλημα στο γκολ που οι δυο νίκες της με τη Λευκορωσία προέκυψαν έπειτα από μάχες.
Όταν η Εθνική μας ταξίδεψε εκεί πριν από λίγο καιρό για να τους αντιμετωπίσει το βασικό τους θέμα δεν ήταν τι θα κάνει η Εθνική τους κι αν μπορεί να προκριθεί στο Μουντιάλ αλλά αν η Χαρτς θα καταφέρει να πάρει το πρωτάθλημα Σκωτίας σπάζοντας το δίπολο Σέλτικ – Ρέιντζερς. Ισως σε αυτό να οφείλονται και τα καλά τους αποτελέσματα.
Είναι μια ομάδα που παίζει ποδόσφαιρο χωρίς καμία απολύτως υποχρέωση: δεν έχει υποχρέωση όχι μόνο να κερδίσει, αλλά έστω να παίξει λίγο ποδόσφαιρο της προκοπής. Αναρωτιέμαι τι θα κάνει τώρα η παλιομοδίτικη αυτή ομάδα μπροστά στην υποχρέωση να κερδίσει. Γιατί αν υπάρχει ένα δεδομένο είναι ότι δεν πρόκειται να παίξει ποδόσφαιρο της προκοπής…







