«Deep cuts» για τους μουσικούς είναι τα λιγότερο γνωστά ή παιγμένα κομμάτια ενός άλμπουμ, που περιμένουν υπομονετικά τη σειρά τους για να ακουστούν (λέμε εμείς). Και αυτός είναι ο πρωτότυπος τίτλος του βιβλίου της Χόλι Μπρίκλεϊ, το οποίο μετέφεραν στα ελληνικά οι εκδόσεις Μεταίχμιο ως «Κρυφά διαμάντια», με μεταφράστρια τη Μυρσίνη Γκανά, που έχει τις γνώσεις και την ευελιξία να κινείται ανάμεσα σε δεκάδες μουσικούς τίτλους.

Όλα ξεκινούν το 2000. Το βράδυ που η Πέρσι Μαρκς τραγουδάει τον σκοπό «ενός σαχλοτράγουδου» ενώ την ακούει ο ταλαντούχος μουσικός Τζο Μόροου. Από τη στιγμή εκείνη κι έπειτα οι δυο τους θα ανταλλάξουν απόψεις για πολλά τραγούδια (οι μιλένιαλς μπορούν να είναι σίγουροι ότι θα ανακαλύψουν τον εαυτό τους), θα λογοφέρουν και θα συνεργαστούν, καθώς ο Τζο φτάνει στη λεωφόρο της δόξας με τη βοήθεια της Πέρσι. Μέχρι τότε, όμως -και αυτό είναι από τα πιο συναρπαστικά σημεία μέσα στο μυθιστόρημα-, οι αναγνώστες θα έχουν ανακαλύψει πολλές «εστίες έντασης» και ερεθίσματα για σκέψη σχετικά με τίτλους και καλλιτέχνες. Ακολουθεί μία ανθολόγηση τέτοιων αποσπασμάτων:

Διπλά φωνητικά στον Λένον

Πέρσι: «Ένα τέλειο τραγούδι έχει πιο γερά θεμέλια. Στίχους, συγχορδίες, μελωδία. Μπορεί να παιχτεί διαφορετικά, να ηχογραφηθεί από άλλο παραγωγό και σχεδόν πάντα θα είναι καταπληκτικό [Παράδειγμα:] Το “In my life” των Beatles. Η πρώτη ηχογράφηση με το περίεργο, γρήγορο σόλο πιάνο του Τζορτζ Μάρτιν. Τέλειο τραγούδι με τέλειο σκελετό, τέλεια θεμέλια, και το έχουν πετύχει και στο νόημα.

Τζο: Έχω να πω ότι τα διπλά φωνητικά ήταν λάθος. Ο Λένον επέμενε σ’ αυτά τα εφέ επειδή δεν γούσταρε τη φωνή του. Αλλά είναι τόσο προσωπικό τραγούδι – θα έπρεπε να νιώθουμε πως είναι ολομόναχος και μας τραγουδάει, έτσι δεν είναι;»

Η πανκ πλευρά των Beach Boys

«Οι Beach Boys έχουν μια αυθεντικά πανκ πλευρά. Όταν ο Μπράιαν Γουίλσον έγραφε τα τραγούδια για το άλμπουμ Smile, συμπεριλαμβανομένου του αγαπημένου μου «Surf’s up», δεν τον ένοιαζε καθόλου τι περίμενε ο κόσμος από εκείνον. Έκανε ένα υπέροχο κωλοδάχτυλο στην ποπ μουσική της εποχής»

Μπομπ Ντίλαν και Νίνα Σιμόν

«Ο Ντίλαν είχε παίξει πολύ σημαντικό ρόλο στην εφηβεία μου επίσης, μου είχε μάθει κάποια πράγματα για την καταπίεση -τον θεσμοθετημένο ρατσισμό στο “The lonesome death of Hattie Carroll”, την αντικομμουνιστική υστερία στο “I shall be free No.10”-, αλλά ποτέ φυσικά κάτι για το φύλο. Δεν είχα νιώσει κάποια περιέργεια για τις γυναίκες του “Blonde on Blonde”, για τις δικές τους ιστορίες.  Τις έβλεπα μόνο μέσα από τα μάτια του Ντίλαν: μελαγχολικές, με λεπτά πρόσωπα, κορδέλες και γελοία καπέλα. Η Νίνα Σιμόν το άλλαξε αυτό… Η πικρόχολη γκρίνια της εκδοχής του Ντίλαν αποκαλύφθηκε ξαφνικά καθαρά μπροστά μου. Και στη συνέχεια η δύναμη μιας γυναίκας που το ξανακάνει δικό της. (Αργότερα: η δύναμη του να είναι μαι μαύρη γυναίκα, και ειδικά η συγκεκριμένη μαύρη γυναίκα -ιδιοφυής, διπολική, μοναδική πέρα από κάθε μέτρο). Αλλά αυτό που μου έκανε μεγαλύτερη εντύπωση εκείνο το βράδυ ήταν η βαθιά γυναικεία καλοσύνη του τραγουδιού της. Στο μεγαλύτερο μέρος του κομματιού παρατηρεί τις αδυναμίες και τα παιχνίδια μιας άλλης γυναίκας, αλλά χωρίς την επικριτική στάση του Ντίλαν».

Οι Radiohead και ο Κάφκα

«Ξύπνησα στο πέμπτο κομμάτι του άλμπουμ [ΟΚ Computer], το “Let down”…Με απόλυτη βεβαιότητα αποφάσισα πως το τραγούδι αυτό στην πραγματικότητα αναφερόταν στη Μεταμόρφωση του Κάφκα, που μόλις είχα διαβάσει για ένα μάθημα -όλες εκείνες οι εικόνες μεταμόρφωσης, τα έντομα στο έδαφος, υστερικά και άχρηστα, να βγάζουν φτερά. Τα φτερά συνήθως είναι σύμβολο ενηλικίωσης -σηματοδοτούν την ελευθερία, την ικανότητα να ξεπεράσεις τον εαυτό σου. Αλλά τα φτερά μπορεί να είναι και άχρηστα. Τα φτερά μπορεί να σε κάνουν τερατώδη».

Λέοναρντ Κοέν για Τζάνις Τζόπλιν

«Δεν θυμάμαι να άκουσα ποτέ το “Chelsea Hotel #2” του Λέοναρντ Κοέν χωρίς να ξέρω ότι είναι γραμμένο για την Τζάνις Τζόπλιν. Αναρωτιέμαι πώς θα μου φαινόταν αν μπορούσα, έστω για μία φορά, να το ακούσω χωρίς αυτή την πληροφορία. Ο Κοέν αργότερα είπε ότι μετάνιωνε -όχι για το ίδιο το τραγούδι, αλλά για το ότι αποκάλυψε πως ήταν εμπνευσμένο από την Τζάνις. Όμως υποψιάζομαι πως δεν θα είχε σημασία ποια ήταν εκείνη που τον είχε εμπνεύσει, αν ήταν η Τζάνις ή κάποια άσημη τύπισσα: Πάλι θα το σιχαινόμουν αυτό το τραγούδι. Κάποτε το λάτρευα, όπως όλοι. Εκείνο το επώδυνο μείγμα παλικαριάς και ευαλωτότητας που πάντα αποδίδουμε στην Τζάνις και που στο συγκεκριμένο τραγούδι ζωντανεύει με τέτοια ένταση. Τη φαντάζομαι να στρώνει καλύτερα το φόρεμά της στη μέση -δεν ξέρω γιατί- ενώ ο Κοέν την παρατηρεί απ’ το κρεβάτι του… Αλλά όταν το ξανάκουσα πρόσφατα, ο τελευταίος στίχος, όπου ο Κοέν την απορρίπτει σαν ένα ακόμα “χαμένο πουλάκι” από τα πολλά που βρέθηκαν στο διάβα του, με χτύπησε σαν γροθιά στο στομάχι. Μου φάνηκε εντελώς περιττό. Ίσως και σκληρό… Το μόνο πραγματικό κομπλιμέντο που κάνει ο Κοέν στην Τζάνις είναι ότι δεν τον ζαλίζει με συναισθηματισμούς».

Μπες στη θέση του άλλου

«Ξέρεις αυτό το κομμάτι [Running up that hill] της Κέιτ Μπους; Λέει για το πώς είναι όταν θες να αλλάξεις θέση με κάποιον, έστω για λίγο, για να νιώσεις τι ζει. Αυτή η εμπειρία -αυτό είναι το κλειδί, αυτό είναι που δεν μπορείς να εξηγήσεις μέσα από μια συζήτηση ή με συναισθηματικές εξομολογήσεις. Μπορείς να περιγράψεις τα γεγονότα, αλλά ποτέ δεν καταφέρνεις να μεταφέρεις στον άλλο το βάρος του πώς ήταν να είσαι εσύ εκείνη τη στιγμή. Και αυτό είναι που μετράει, όχι τα γεγονότα. Αυτή η εμπειρία, αυτό το βίωμα, είναι αυτό που εξηγεί όλα τα ηλίθια πράγματα που λέμε στις σχέσεις, όλους τους καβγάδες για μικροπράγματα, τις αλλόκοτες αποφάσεις και τις στιγμές που σε κυριεύει ο πόθος».