Διαβάζω λοιπόν ότι «τις δημοσκοπήσεις των αμέσως επόμενων ημερών αναμένουν κυβέρνηση κι αντιπολίτευση, για να μετρήσουν αν και πόσο πέτυχαν τους στόχους τους». Και ανυπομονώ. Ανυπομονώ να με ρωτήσουν κι εμένα για τους στόχους τους. Είμαι βέβαιη ότι θα με ρωτήσουν, για παράδειγμα, αν απορώ που ενώ είναι τόσο πολλά τα προγραμματισμένα δημόσια και ιδιωτικά νέα έργα (με κεφάλαια που θα ξεπεράσουν τα 52 δισεκατομμύρια ευρώ), δεν υπάρχουν αρκετοί διαθέσιμοι εργαζόμενοι: θα πρέπει να αυξηθούν, διαβάζω, κατά περίπου 50.000. Κι αυτό με μπερδεύει γιατί κάτι θυμάμαι για τον σάλο που ξεσηκώθηκε μ’ εκείνη την τροπολογία για τη νομιμοποίηση ξένων εργατών.

Σίγουρα επίσης θα με ρωτήσουν αν ανησυχώ που όλο και περισσότερα νοσοκομεία της περιφέρειας κλείνουν και όλο και περισσότερα νοσοκομεία της Αθήνας είναι υποστελεχωμένα, γιατί όλο και περισσότεροι γιατροί και νοσηλευτικό προσωπικό δεν έρχονται να δουλέψουν. Πάνω από 23.000 γιατροί, ειδικευόμενοι και ειδικευμένοι, έχουν φύγει από το 2007 ως το 2023 στο εξωτερικό, κι εγώ τρομάζω. Μαζί μ’ αυτό, σίγουρα θα με ρωτήσουν αν τρομάζω ακούγοντας για τις κωμοπόλεις της Θράκης όπου τα νηπιαγωγεία του χρόνου δεν θα έχουν κανέναν καινούργιο μαθητή, όπου τόσα σπίτια παραμένουν άδεια σαν βιτρίνες, όπου η λέξη «μαρασμός» χορεύει στο ανοιξιάτικο αεράκι.

Α, και ανυπομονώ να με ρωτήσουν για την απόγνωση των κατοίκων τόσων νησιών, των οποίων οι υποδομές δεν αντέχουν (στην κυριολεξία δεν αντέχουν) το βάρος του ανεξέλεγκτου τουρισμού: σίγουρα θα με ρωτήσουν τι πιστεύω για τους στόχους των κομμάτων έτσι ώστε κάτι να γίνει άμεσα κι ίσως προλάβουν ακόμα να σωθούν λίγοι «τουριστικοί προορισμοί» – ειδικά αφού ο χειμώνας του 2023-2024 ήταν ο θερμότερος στα χρονικά των καταγραφών της Ελλάδας, και η ανυδρία χτυπάει κόκκινο.

Ανυπομονώ ακόμα να με ρωτήσουν αν πέτυχαν οι στόχοι των κομμάτων ως προς την καινοτόμο μεταρρύθμιση της παιδείας – αχ, όχι πάλι για τα πανεπιστήμια: για τα δημοτικά και τα γυμνάσια και τα λύκεια εννοώ. Δεν κατάλαβα ακόμα ποιοι ήσαν αυτοί οι στόχοι, αλλά επειδή δεν αμφιβάλλω πως όλα τα κόμματα αγωνιούν για τις κοινωνίες τους με οράματα πλατιά, «σε βάθος χρόνου» κι όχι απλώς για τις ψήφους των επόμενων μηνών, είμαι βέβαιη πως στόχοι υπάρχουν, κι αν δεν πέτυχαν ακόμα είναι επειδή περιμένουν από εμένα να τους ενθαρρύνω για να ξεδιπλώσουν τα μελετημένα μακρόπνοα σχέδιά τους.

Γι’ αυτό και σίγουρα, τελειώνοντας, θα με ρωτήσουν αν μήπως μέσα σ’ όλες τις υποσχέσεις, διαβεβαιώσεις, διαμαρτυρίες και καταγγελίες τους υπάρχει κάτι που δεν καταλαβαίνω. Ναι, θα ομολογήσω, υπάρχει κάτι. Σαν βραχυκύκλωμα, σαν πολλά διαφορετικά λεξιλόγια με τις ίδιες ακριβώς λέξεις που συναντώνται πάνω από το κεφάλι μου κι αυτοαναφλέγονται, και το αποτέλεσμα είναι πυκνός καπνός που πέφτει καταπάνω μου και ορατότητα μηδέν. Κι όσο δεν καταλαβαίνω τόσο αισθάνομαι και πιο ανήμπορη, απολύτως ανήμπορη να κάνω οτιδήποτε για όλα αυτά και πολλά ακόμα που έχουν σχέση με τη ζωή και τη ζωή των παιδιών μου, κι αυτό το αίσθημα ανημπόριας είναι, θα τους πω, που σας κάνει να νομίζετε ότι είμαι «αδιάφορη» για την πολιτική και «καχύποπτη» απέναντι στα ΜΜΕ και τους πολιτικούς και τις κυβερνήσεις. Α, σίγουρα θα με ρωτήσουν γι’ αυτό, γιατί ξέρουν πως όταν οι πολίτες αισθάνονται ανήμποροι τα κόμματα πρέπει να βιαστούν ν’ αποδείξουν ότι εκείνα και μπορούν, και θέλουν. Δεδομένου ότι αυτή είναι η (μοναδική) δουλειά τους.

Ενα πράγμα μόνο ελπίζω να μη με ρωτήσουν: αν τρομάζω μ’ όλα αυτά τα θεάματα που στήνονται για λογαριασμό μου. Με τόση σπουδή και αποκλειστικά για μένα, γιατί ξέρουν ότι έτσι μπερδεύομαι και ξεχνώ όσα με νοιάζουν πραγματικά και τελικά πείθομαι – και τελικά αυτός ήταν ο στόχος, και αυτόν πέτυχαν. Μη με ρωτήσουν, δηλαδή, αν τρομάζω με τον εαυτό μου. Οχι, προτιμώ να με ρωτήσουν αν πιστεύω στον ανάδρομο Ερμή που μπλοκάρει, λένε, τις επικοινωνίες.