Από τις 8 Δεκεμβρίου και έπειτα οι θρεπτικές αξίες και τα συστατικά θα πρέπει να αναγράφονται και στις ετικέτες των κρασιών και των αφρωδών οίνων. Αν και θεωρούν την αναγραφή πρόσθετων πληροφοριών λογική, οι αμπελουργοί και οι εμπορικές ενώσεις στη Γερμανία διαμαρτύρονται για τη γραφειοκρατία.

Το πρόβλημα έγκειται στην αργή γραφειοκρατία

«Τώρα που οι θρεπτικές αξίες και τα συστατικά αναγράφονται όλο και περισσότερο και σε όλα τα άλλα τρόφιμα, υπάρχει κατανόηση για αυτήν την αλλαγή», λέει η διευθύνουσα σύμβουλος της Ένωσης Γερμανικών Οινοποιείων (VDP), Τερέζα Όλκους. Η δυσαρέσκεια ορισμένων αμπελουργών δεν στρέφεται κατά της δημοσιοποίησης των συστατικών, αλλά κατά της «πρόσθετης γραφειοκρατίας, σε μια ήδη δύσκολη εποχή που χαρακτηρίζεται από αυξήσεις του κόστους και ακραίες καιρικές συνθήκες».

Η VDP θα ήθελε να βρεθούν ενιαίες λύσεις με τέτοιους κανονισμούς, όπως «ο ψηφιακός κωδικός QR που αποτελεί ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση». Οι κωδικοί QR μπορούν πλέον να διαβαστούν χωρίς καν να χρειάζεται κάποια εφαρμογή και στις ψηφιακές βάσεις δεδομένων οι αριθμοί των θρεπτικών αξιών και των συστατικών μπορούν να προσαρμοστούν εύκολα.

Ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου της Rotkäppchen-Mumm Sektkellereien, Κρίστοφ Κβάισερ, προσθέτει από την πλευρά του πως «η εκτύπωση πληροφοριών για το προϊόν σε πολλές γλώσσες σε μια ετικέτα πανευρωπαϊκά δεν είναι πραγματικά εφικτή». Με τον κωδικό QR οι πληροφορίες είναι άμεσα διαθέσιμες σε οποιαδήποτε γλώσσα θέλει κανείς και εμφανίζονται παντού – στο smartphone, στον υπολογιστή, στο σημείο πώλησης. «Αυτό είναι το μέλλον τελικά», λέει.

Η Ένωση Γερμανικών Οινοποιείων Αφρώδους Οίνου (VDS) βλέπει επίσης πολλές ευκαιρίες μακροπρόθεσμα μέσω αυτής της αλλαγής. «Ιδίως η ηλεκτρονική ετικέτα είναι μια επανάσταση», λέει ο διευθύνων σύμβουλος της VDS Αλεξάντερ Τατσέρ. Ο κλάδος έχει καταβάλει σημαντικές προσπάθειες πανευρωπαϊκά για να το επιτύχει αυτό.

Αβεβαιότητα γύρω από τις τυπικές λεπτομέρειες

Ωστόσο, λίγο πριν την υλοποίηση του εγχειρήματος, επικρατεί αβεβαιότητα λόγω των λεπτομερειών. Όπως εξηγεί το VDS, οι νέες απαιτήσεις θα επηρεάσουν όλα τα προϊόντα που παρασκευάζονται μετά τις 8 Δεκεμβρίου 2023. «Όμως ο κλάδος περιμένει ακόμη απεγνωσμένα την απάντηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με το πότε ένα προϊόν θεωρείται «παρασκευασμένο»», λέει ο Τατσέρ. Οι ευρωπαϊκές ενώσεις οινοπαραγωγών εξακολουθούν να διαπραγματεύονται με αξιωματούχους της Ε.Ε. σχετικά με το θέμα αυτό.

Κατά την Κριστίν Σνάιντερ (CDU), ευρωβουλευτή της Ρηνανίας-Παλατινάτου και αρμόδιας για θέματα οίνου, ένα κρασί θα πρέπει να θεωρείται ότι έχει παραχθεί όταν ολοκληρωθεί η αλκοολική ζύμωση. Επομένως, ολόκληρη η σοδειά του 2023 δεν θα εμπίπτει ακόμη στον νέο κανονισμό, όπως λέει η ίδια.

«Αυτό που δεν αρέσει ιδιαίτερα σε πολλούς αμπελουργούς είναι το γεγονός ότι οι πληροφορίες σχετικά με το τι, πότε και πώς πρέπει να εφαρμοστεί κάτι, καθυστερούν πολύ», λέει η Πέτρα Έσερ από το οινοποιείο Escher.

Το τι ακριβώς πρέπει να αναγράφεται σύμφωνα με τον κανονισμό είναι σημαντικό για τους αμπελουργούς, επειδή ο χώρος στις φιάλες είναι περιορισμένος, όπως επισημαίνει ο Κοπ. «Είμαι υπέρ της διαφάνειας, εξάλλου είμαι κι εγώ καταναλωτής». Ωστόσο, ο κλάδος γνωρίζει από έρευνες ότι οι οινοποιοί, ιδίως των κρασιών υψηλότερης ποιότητας, προτιμούν να διαβάζουν πάνω στη φιάλη πληροφορίες για τη γεύση και συμβουλές για το πώς αξίζει να συνοδεύεται το εκάστοτε κρασί.

Σημαντικό το οικονομικό κόστος

«Για την εταιρεία μας η μεγάλη αβεβαιότητα σήμαινε ότι έπρεπε να αναβάλουμε για μεγάλο χρονικό διάστημα τη δημιουργία των νέων ετικετών μας, καθώς δεν ήταν σαφές πόσος χώρος θα χρειαζόταν πραγματικά για τη σχετική επισήμανση», αναφέρει η Έσερ. Το αποτέλεσμα ήταν να μεγαλώσουν τις ετικέτες και να τους αλλάξουν μορφή, επιβαρύνοντας το περιβάλλον.

Πολλές αυτοκόλλητες ετικέτες ήταν επίσης δύσκολο να αφαιρεθούν από τις φιάλες. «Το συμπέρασμα είναι ότι η διατροφική επισήμανση σημαίνει κυρίως περισσότερη προσπάθεια και υψηλότερο κόστος για εμάς – πρόσθετες αναλύσεις, μεγαλύτερες ετικέτες, ενίοτε αυτοκόλλητες ετικέτες, έναν κωδικό QR, καταστροφή των παλαιών ετικετών που είναι πολύ μικρές», λέει η Έσερ.

Για τον Κοπ, η Ε.Ε. όχι μόνο πρέπει να εκδίδει ενιαίους κανονισμούς, αλλά και να τους επιβάλλει στους μηχανισμούς ελέγχου. Ο έλεγχος των τροφίμων και του κρασιού λειτούργησε πολύ καλά στη Γερμανία, όμως σε άλλες χώρες ήταν πιο χαλαρός. Με αυτόν τον τρόπο υπάρχει ο κίνδυνος να υφίστανται οι γερμανικές εταιρείες ένα σημαντικό ανταγωνιστικό μειονέκτημα.

Επιμέλεια: Γιώργος Πασσάς

Πηγή: Deutch Welle