«Ω Θεέ μου Βίβλινγκ, πώς προσεύχομαι να βρεις ευτυχία και ευχαρίστηση τώρα», έγραψε ο Ολίβιε σε επιστολή του μετά τον χωρισμό τους πριν από το θάνατό της. «Προσεύχομαι συνεχώς να πάρω λίγη από τη δυστυχία σου πάνω μου και πρέπει να πω ότι φαίνεται να λειτουργεί καθώς η δυστυχία σου είναι ένα βασανιστήριο για μένα και η σκέψη του είναι ένας συνεχής εφιάλτης»…

Τον Μάιο του 1967 η Βίβιαν Λι αρρώστησε με φυματίωση. Μετά από μερικές βδομάδες, όταν έδειχνε ότι είχε ξεπεράσει τον κίνδυνο, η αρρώστια επανήλθε δριμύτερη και η Λι κατέρρευσε. Ο Μέριβαλ τη βρήκε νεκρή στο διαμέρισμά της στο Λονδίνο τη νύχτα της 7ης Ιουλίου του 1967. Ήταν μόλις 53 χρόνων.

Όνειρό της ήταν να ανέβει στη σκηνή ενός θεάτρου, να γίνει διάσημη και να γνωρίσει τον κόσμο. Και δεν ξέφυγε πολύ από το όνειρο της αφού κατάφερε να βραβευθεί με δύο Όσκαρ Α΄ Γυναικείου Ρόλου. Το πρώτο για τον ρόλο της Σκάρλετ Ο’Χάρα στο «Όσα παίρνει ο άνεμος» (Gone With The Wind) το 1939 και το δεύτερο για τον ρόλο της Μπλανς Ντυμπουά στο «Λεωφορείον ο Πόθος» (A Streetcar Named Desire) το 1951.

Η ίδια είχε προβλέψει ότι θα ενσάρκωνε την ηρωίδα της Μίτσελ, όταν σε δήλωσή της στην αγγλική εφημερίδα The Observer εξέπληξε τους πάντες λέγοντας:«Εγώ θα ενσαρκώσω τη Σκάρλετ Ο’ Χάρα. Ο Λόρενς δεν πρόκειται να υποδυθεί το Ρετ Μπάτλερ, αλλά εγώ θα ενσαρκώσω τη Σκάρλετ. Περιμένετε και θα δείτε».

Με έμφυτο ταλέντο και πηγαίο φως

Η Βίβιαν Μαίρυ Χάρτλεϋ, το πανέμορφο κορίτσι με την ντελικάτη αριστοκρατική ομορφιά είδε το φως του ήλιου στις 5 Νοέμβρη του 1913, στο Νταρτζίλινγκ της τότε Βρετανικής Ινδίας. Η πρώτη της επαφή με το θέατρο ήταν στηννπαράσταση της θεατρικής ομάδας της μητέρας της απαγγέλοντας ένα παιδικό ποίημα. Επιστρέφοντας η οικογένεια της στην Αγγλία το 1919 την έστειλαν σε σχολείο που διοικείτο από καλόγριες. Εκεί ξεκίνησαν και οι θεατρικές σπουδές.

Η Λι φοίτησε σε διαφορετικά ευρωπαϊκά σχολεία, καθώς η οικογένειά της μετακινούνταν συνεχώς. Το 1931 επέστρεψε στην Αγγλία και αφότου παρακολούθησε μια ταινία της παλιάς της φίλης από το σχολείο, Μορίν Ο’ Σάλιβαν, ανακοίνωσε στους γονείς της ότι ήθελε να γίνει ηθοποιός. Ο πατέρας της την έγραψε στη Βασιλική Ακαδημία Δραματικής Τέχνης του Λονδίνου.

Η Βίβιαν Λι συμμετείχε σε μεγάλες τουρνέ με τους θιάσους του Ολντ Βικ και του Στράτφορντ σε έργα του Σέξπιρ. Ανάμεσα στις θεατρικές επιτυχίες της περιλαμβάνονταν και τα έργα «Το δέρμα των δοντιών μας» του Θόρντον Γουάιλντερ, «Αντιγόνη» του Σοφοκλή, «Καίσαρ και Κλεοπάτρα» του Τζορτζ Μπέρναρντ Σο, «Ο κοιμώμενος πρίγκιπας» του Τέρενς Ράτιγκαν και «Μονομαχία αγγέλων» του Ζαν Ζιροντού. Το 1963 τιμήθηκε με το θεατρικό βραβείο Τόνι για την ερμηνεία της στο μιούζικαλ «Τοβάριτς».

Το πάθος με τον Λόρενς Ολίβιε

Ο Λόρενς Ολίβιε πρωτοσυνάντησε τη Λι στην παράσταση της The Mask of Virtue». το 1935. Αντικρίζοντας εντυπωσιάστηκε. Και οι δύο τους παντρεμένοι. Τίποτα δεν τους σταμάτησε να ξεκινήσουν μια παθιασμένη σχέση που προκάλεσε σάλο σε όλη την Αγγλία. Αν και οι δύο ηθοποιοί έκρυβαν το δεσμό τους, σύντομα μαθεύτηκε ότι αγόρασαν σπίτι και έμεναν μαζί, όσο περίμεναν το διαζύγιο απ’ τους νόμιμους συζύγους τους.

Το Φεβρουάριο του 1940 εκείνη πήρε επίσημα διαζύγιο απ’ τον άντρα της, ο Ολίβιε απ’ τη γυναίκα του και παντρεύτηκαν τον Αύγουστο. Εγκαταστάθηκαν στην Αγγλία, σε ένα κάστρο που έγινε το σήμα κατατεθέν, του διασημότερου ζευγαριού της χώρας.

Το «Όσα παίρνει ο άνεμος» έφερε στη Λι φήμη και αναγνωρισιμότητα

Η ίδια όμως, υποστήριζε ότι: «Δεν είμαι σταρ, είμαι ηθοποιός! Οι ζωές των ατόμων που δηλώνουν αποκλειστικά και μόνο ότι είναι κινηματογραφικοί αστέρες, είναι βουτηγμένες μέσα στο ψέμα. Οι κινηματογραφικοί αστέρες ζουν για ψεύτικες αξίες και κυνηγούν τη δημοσιότητα. Ενώ οι ηθοποιοί έχουν μεγαλύτερη διάρκεια και υπάρχουν πάντα καλοί ρόλοι για εκείνους».

Η Μπλανς Ντυμπουά

Το 1971, ο Ελία Καζάν μεταφέρει στην μεγάλη οθόνη το ομώνυμο θεατρικό έργο του Τένεσι Ουίλιαμς, «Λεωφορείον ο Πόθος». Πρωταγωνιστούν η Βίβιαν Λι στο ρόλο της Μπλανς Ντυμπουά και ο Μάρλον Μπράντο στο ρόλο του Στάνλεϊ Κοβάλσκι.

Η Μπλανς Ντυμπουά, μια μοναχική καθηγήτρια από τις Νότιες Πολιτείες, επισκέπτεται την αδερφή της, Στέλλα, στη Νέα Ορλεάνη, όταν χάνει το σπίτι της σε πλειστηριασμό. Ο άντρας της Στέλλας, Στάνλεϊ Κοβάλσκυ, είναι ένας πολωνός μετανάστης, αγροίκος, που συμπεριφέρεται υποτιμητικά στην Μπλανς.

Ο επιβλητικός χαρακτήρας του όμως τη μαγνητίζει και αναπτύσσεται μια αρρωστημένη σχέση πάθους και απέχθειας μεταξύ τους που δημιουργεί σύγχυση στην ήδη ταραγμένη προσωπικότητα της Μπλανς. Μυστικά αποκαλύπτονται και εκείνη καταρρέει.

Μια ταραγμένη προσωπική ζωή με δράματα και καταθλίψεις

Παντρεύτηκε δύο φορές: από το 1932 έως το 1942 με τον κατά 15 χρόνια μεγαλύτερό της δικηγόρο Χέρμπερτ Λι Χόλμαν με τον οποίο απέκτησε μια κόρη και από το 1940 έως το 1960 με τον Λόρενς Ολίβιε.  Τα τελευταία χρόνια της ζωής της συζούσε με τον κατά 4 χρόνια μικρότερό της ηθοποιό Τζον Μέριβέιλ, ο οποίος της χάρισε την πολυπόθητη γι’ αυτήν συναισθηματική σταθερότητα.

Ήδη από νεαρή ηλικία, η Λι είχε δείξει σημάδια ψυχολογικής αστάθειας. Μεγαλώνοντας όμως, το πρόβλημα της Λι έγινε πιο έντονο. Πάθαινε κρίσεις οργής, της οποίες ξεχνούσε λίγες ώρες αργότερα. Η κατάστασή της χειροτέρεψε μετά τα γυρίσματα της ταινίας «Λεωφορείο ο Πόθος».

Ούρλιαζε και έχανε κάθε επαφή με την πραγματικότητα ενώ η διάθεσή της μπορούσε να αλλάξει από στιγμή σε στιγμή. Την ίδια ώρα, ο γάμος της με τον Ολίβιε άρχισε να παρουσιάζει προβλήματα. Σαν αποτέλεσμα χώρισαν το 1960. Ο Ολίβιε ξαναπαντρεύτηκε και η Λι μετακόμισε στο Λονδίνο μαζί με τον εραστή της, τον ηθοποιό Τζακ Μέριβαλ, που γνώριζε για την κατάστασή της και τη φρόντιζε μέχρι το τέλος της ζωής της.

Η Βίβιαν Λι συνέχισε να εργάζεται στο θέατρο και το 1963 κέρδισε βραβείο ΤΟΝΥ για τη συμμετοχή της στο μιούζικαλ «Τόβαριτς» (Tovarich). Η τελευταία της παρουσία στην μεγάλη οθόνη ήταν στην ταινία του Στάνλεϊ Κρέιμερ «Το πλοίο των τρελών» (1965).