Ελληνικό εκλογικό αξίωμα: Οταν τα πράγματα ζορίζουν αρχίζει η σκανδαλολογία. Και μάλιστα, όσο περισσότερη ανασφάλεια αιωρείται στο πολιτικό κλίμα, τόσο περισσότερο χρησιμοποιείται η σκληρότερη σκανδαλολογία όλων, αυτή που έχει όσο πιο προσωπικά χαρακτηριστικά γίνεται. Η μπετονιέρα με τη λάσπη. Σπίτια, οικογένειες, παρέες και δώρα από ισχυρούς φίλους, πόθεν έσχες, δάνεια, λογαριασμοί κι ατασθαλίες.

Η ιστορία της Μεταπολίτευσης είναι γεμάτη από τέτοιες υποθέσεις, το εκλογικό κόστος των οποίων δεν μπορούμε να το υπολογίσουμε με πραγματική ασφάλεια, πολλές άλλωστε δεν είχαν καμιά συνέχεια και καμιά πραγματική συνέπεια. Μερικά ξεχάστηκαν αμέσως. Κάποια τα αναβίωσαν. Αν ερευνήθηκαν, το αποτέλεσμα της έρευνας γράφτηκε ως ειδησάριο με ψιλά γράμματα, ενώ όσες τέτοιες υποθέσεις είχαν δικαστική εξέλιξη τις περισσότερες φορές αποδείχθηκε ότι δεν ήταν και τόσο «βαριές» όσο παρουσιάζονταν.

Οχι ότι έχει και καμιά σημασία αυτό. Εξάλλου, όπως όλοι γνωρίζουν αλλά λίγοι παραδέχονται, η αξιοποίηση των σκανδάλων στην πολιτική – είτε είναι πραγματικά είτε κατασκευασμένα – δεν στοχεύει πραγματικά στην αποκάλυψη της αλήθειας και την υπεράσπιση της διαφάνειας, αλλά αποκλειστικά και μόνο στο μικροκομματικό όφελος. Είναι ένα όπλο απέναντι στον αντίπαλο. Και έτσι γίνονται αντιληπτά και από μια μεγάλη μερίδα των πολιτών που αντιμετωπίζουν την πολιτική με τον οπαδισμό που έχουμε συνηθίσει στο ποδόσφαιρο.

Οφέλη και ζημίες

Το πρόβλημα με τη σκανδαλολογία λοιπόν είναι ότι το όποιο άμεσο όφελος έχει για όποιον τη μεταχειρίζεται, είναι ασήμαντο μπροστά στη μακροπρόθεσμη ζημιά της. Η σκανδαλολογία, η λάσπη της πολιτικής μπετονιέρας, δεν είναι σαν ένα δηλητήριο που σε ρίχνει μπαμ και κάτω. Είναι από αυτές τις άλλες τις ουσίες τις πολύ πιο επικίνδυνες και ύπουλες, τις φαινομενικά αβλαβείς που σε αρρωσταίνουν σιγά σιγά, με μικρές μικρές δόσεις, όταν εκτίθεσαι σε αυτές μακροχρόνια.

Το αποτέλεσμα αυτής της τοξικότητας φαίνεται σε κάθε έρευνα γνώμης που έχει γίνει και αφορά τη διαφθορά. Υπάρχουν περίοδοι που είναι λιγότερο ή περισσότερο ψηλά στα θέματα που προτεραιοποιούν αλλά σε κάθε περίπτωση υπάρχει μια εμπεδωμένη εικόνα. Με μια λέξη λέγεται «μιθριδατισμός».

Αποκτήσαμε ανοσία, σαν τον αρχαίο βασιλιά των Μήδων, που έπινε από μόνος του κάθε μέρα μικρές δόσεις από τα διάφορα δηλητήρια της εποχής για να τα συνηθίσει και να μην μπορούν οι εχθροί του να τον δολοφονήσουν με αυτά. Ετσι τα σκάνδαλα κι η λάσπη θεωρούνται ένα μέρος του πολιτικού παίγνιου σε μια κοινωνία που έχει μια έλλειψη εμπιστοσύνης στην τήρηση των κανόνων του κράτους δικαίου και στους μηχανισμούς της διαφάνειας και της λογοδοσίας, που θεωρεί ότι δεν υπάρχει ισονομία κι ότι οι πολιτικοί δεν τιμωρούνται ακόμη κι όταν παρανομούν.

Τα άμεσα αποτελέσματα

Δυστυχώς, βέβαια, έχει αποδειχθεί ότι στην ενεργό πολιτική οι μακροπρόθεσμες παρενέργειες λίγο απασχολούν – γενικώς και ειδικώς. Το άμεσο αποτέλεσμα, ειδικά στην εποχή των social media και του ανταγωνισμού των viral αναρτήσεων και της ατάκας, προκρίνεται ως σημαντικότερο.

Τις συνέπειες όμως της έκθεσης στη σκανδαλολογία τις υφίστανται όλοι ανεξαρτήτως, όλοι όσοι ανήκουν σε αυτό που λέμε «πολιτικό σύστημα». Διότι τα σκάνδαλα κι οι δήθεν τρανταχτές αποκαλύψεις τους προκαλούν όλο και λιγότερη εντύπωση κι απευθύνονται κυρίως στα κοινά των στρατευμένων και των ήδη πεπεισμένων. Κι ακόμη κι αυτοί πολλές φορές υποψιάζονται ότι τα κόμματα τους φωνάζουν για τις πομπές των αντιπάλων τους όταν είναι σε δύσκολη θέση ή όταν δυσκολεύονται να αρθρώσουν πειστικό πολιτικό λόγο για τα μεγάλα ζητήματα.

Παράλληλα, φαίνεται ότι κι η νέα γενιά των ψηφοφόρων είναι εντελώς απομακρυσμένη από την επικρατούσα πολιτική ρητορική, έχει μια πιο παγκόσμια ματιά στα πράγματα, θέτει άλλα ερωτήματα και την απασχολούν πολύ μεγαλύτερα ζητήματα από το σπίτι του τάδε και το δάνειο της δείνα. Κι όσο ο πολιτικός κόσμος δεν απαντάει στις ανησυχίες τους, τόσο θα τον απορρίπτουν και θα τον αγνοούν. Καλό είναι να αρχίσουν, λοιπόν, οι εγκέφαλοι των κομμάτων να σκέφτονται το μέλλον. Γιατί δεν είναι, άλλωστε, και τόσο μακρινό.