Πριν από λίγες ημέρες είχαμε μια συζήτηση με φίλους που δραστηριοποιούνται επαγγελματικά στον χώρο της διαφήμισης και της επικοινωνίας. Μιλούσαμε για έναν πολύ καλό και πολύ γνωστό ηθοποιό και για το τι είδους διαφημιστική καμπάνια θα μπορούσε να κάνει. Ο «γκουρού» της παρέας επεσήμανε ότι τώρα μπορεί να «υποστηρίξει» περισσότερα κόνσεπτ, σε αντίθεση με το παρελθόν διότι «νεότερος, αν και όμορφος, δεν «είχε» πρόσωπο». Και όταν τον ρώτησα τι εννοούσε, μου είπε: «Προσπάθησε να περιγράψεις το πρόσωπό του όπως ήταν πριν από δέκα – δεκαπέντε χρόνια». Προσπάθησα αλλά δεν… Το πρόσωπό του δεν είχε κάτι έντονο, κάτι χαρακτηριστικό. Σαν να το είχες περάσει με ένα σφουγγάρι που θόλωνε τα χαρακτηριστικά του. Συμπέρασμα; Για να λειτουργήσει επικοινωνιακά κάτι πρέπει να είναι ξεκάθαρο, να μπορείς να το περιγράψεις.

Πάμε λοιπόν να περιγράψουμε τη νέα φανέλα της Εθνικής μας – κάτι που, ομολογουμένως, προσπάθησα να κάνω καθώς, την περασμένη Δευτέρα, παρακολουθούσα το ματς με τη Λιθουανία. Είναι που λέτε κάτι σε γαλάζιο που δεν είναι ακριβώς γαλάζιο γιατί σε κάποια σημεία θολώνει και γίνεται άσπρο και πάνω από το άσπρο έχει κάτι τετραγωνάκια, όχι, κάτω από το άσπρο έχει τα τετραγωνάκια, και μετά στη μέση που δεν είναι ακριβώς στη μέση αλλά είναι λίγο πλάγια, έχει κάτι σαν σταυρό που δεν είναι ακριβώς σταυρός γιατί οι απολήξεις του στρίβουν προς τα δεξιά, όχι, προς τα αριστερά στρίβουν ή μάλλον και προς τα αριστερά και προς τα δεξιά και μετά σβήνουν και μετά ξαναεμφανίζονται… Για να μην τα πολυλογώ, τάλε κουάλε με τον Γιώργο Κωνσταντίνου όταν, στη θρυλική σκηνή από το «Χτυποκάρδια στο θρανίο», προσπαθεί να περιγράψει το προφιτερόλ.

Απερίγραπτη λοιπόν η φανέλα της Εθνικής μας. Που και με την καλή την έννοια να τη δεις τη λέξη, σημαίνει ότι δεν είναι ξεκάθαρη, ζαλίζει, δεν λειτουργεί επικοινωνιακά διότι δεν εντυπώνεται εύκολα, δεν είναι σαφές το σχέδιο άρα και το μήνυμα. Αν η ερώτηση είναι «Με ποια χρώματα αγωνίζεται η Εθνική Ελλάδος;» η απάντηση δεν μπορεί παρά να είναι «Ελα μου ντε;». Μάλιστα στην τηλεόραση υπάρχει ένας συγκεκριμένος σχετικός όρος. «Φλικάρει» φωνάζει από το κοντρόλ ο σκηνοθέτης όταν το ρούχο κάποιου παρουσιαστή ή καλεσμένου έχει λεπτές ρίγες ή μικρά πουά ή μικρά καρό με αποτέλεσμα να φαίνεται στην οθόνη ως ένα τρεμάμενο και απολύτως ζαλιστικό εφέ. Σαν τα «μωσαϊκά» που μπαίνουν σε φωτογραφίες και βίντεο για να μη διακρίνονται τα πρόσωπα.

Από την ανακοίνωση της ΕΠΟ μαθαίνω ότι «…η φανέλα αυτή σχεδιάστηκε από τη χορηγό εταιρεία της Ομοσπονδίας μετά από την υποβολή πρωτότυπης πρότασης από ιταλικό σχεδιαστικό οίκο». Και ότι η επιλογή της έγινε το 2021 και παραπέμπει στα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση. Σοβαρά τώρα; Πώς παραπέμπει δηλαδή; Τι το ηρωικό, το επαναστατικό, το συμβολικό, το εθνικό έχει αυτή η θολούρα; Τα εικαστικά σύμβολα που «διαλαλούν» Ελλάδα είναι πολύ συγκεκριμένα. Το λευκό, το μπλε της θάλασσας, ένα κλαδί ελιάς ή δάφνης, ο κίονας. Εικαστικά στοιχεία από τα οποία οι σύγχρονοι ντιζάινερς μπορούν να απαλείψουν την όποια γραφικότητα και να τα αξιοποιήσουν εξαιρετικά. Εχουμε δει να το κάνουν πολλοί σχεδιαστές. Αυτοί οι σταυροί, οι λίγο αφαιρετικοί και αφηρημένοι που γυρίζουν γύρω γύρω δεν παραπέμπουν σε κάτι το ελληνικό. Εκτός και αν θέλουμε να εξάγουμε ποδοσφαιρική θολούρα.