Για τον Δημοκρατικό πρόεδρο των ΗΠΑ, δεν είναι η καλύτερη συγκυρία.

Με τους Ρεπουμπλικανούς να ακονίζουν τα «μαχαίρια» τους στη Βουλή των Αντιπροσώπων, ήρθαν στο φως της δημοσιότηας όχι μια, όχι δύο, αλλά τρεις περιπτώσεις κατοχής διαβαθμισμένων κυβερνητικών εγγράφων από τον Τζο Μπάιντεν, από την εποχή ήταν αντιπρόεδρος επί προεδρίας Μπαράκ Ομπάμα.

«Μα απόρρητο υλικό δίπλα στην Corvette σας; Τι σκεφτόσασταν;», τον ρώτησε δημοσιογράφος του υπερσυντηρητικού δικτύου Fox News, λίγο αφότου εντοπίστηκαν διαβαθμισμένα έγγραφα ακόμη και στο γκαράζ της κατοικίας του στο Ντέλαγουερ.

«Κατ’ αρχάς η Corvette μου είναι σε κλειδωμένο γκαράζ, εντάξει;», απάντησε σε ουδόλως απολογητικό, αλλά ούτε και επεξηγηματικό τόνο ο Μπάιντεν.

«Δεν είναι σαν τα έγγραφα να βρίσκονταν στο δρόμο»…

«Ο κόσμος ξέρει ότι παίρνω σοβαρά τα απόρρητα έγγραφα», συμπλήρωσε. «Συνεργαζόμαστε πλήρως με την έρευνα του Υπουργείου Δικαιοσύνης».

Ο Λευκός Οίκος χαρακτήρισε τον αριθμό των εγγράφων «μικρό» και τόνισε ότι επιστράφηκαν γρήγορα στην Υπηρεσία Εθνικών Αρχείων  (NARA) των ΗΠΑ.

Όμως το πώς και κυρίως το γιατί διαβαθμισμένα έγγραφα από την περίοδο 2009-2017 κατέληξαν και παρέμεναν μέχρι πρότινος στο γκαράζ της ιδιωτικής κατοικίας του Μπάιντεν, σε ένα διπλανό δωμάτιο της οικίας, καθώς και στη δεξαμενή σκέψης Κέντρο Πεν Μπάιντεν για τη Διπλωματία και την Παγκόσμια Δέσμευση -το οποίο ιδρύθηκε το 2018 στην Ουάσιγκτον- δεν έχουν ακόμη απαντηθεί.

Το ίδιο ισχύει και για το ακριβές περιεχόμενό τους.

Οι δε αποκαλύψεις έρχονται σε μια κρίσιμη στιγμή για την προεδρία Μπάιντεν, που πρακτικά τελεί στο δεύτερο μισό της υπό την πολιτική «ομηρία» των Ρεπουμπλικανών στη Βουλή των Αντιπροσώπων.

Κατά πολλούς, στερούν επίσης από τον Αμερικανό πρόεδρο το ηθικό πλεονέκτημα να κουνά το δάχτυλο στον προκάτοχό του, Ντόναλντ Τραμπ, στην κατοχή του οποίου εντοπίστηκαν τον περασμένο Αύγουστο χιλιάδες διαβαθμισμένα έγγραφα.

Προς το παρόν ωστόσο οι δύο αυτές υποθέσεις δείχνουν να διαφέρουν διαμετρικά μεταξύ τους…

Μια παράνομη πρακτική

Εξ ορισμού, ουδείς εκ των δύο ενοίκων του Λευκού Οίκου θα έπρεπε να έχει στην κατοχή του απόρρητο υλικό.

Κατά τη διάρκεια κάθε μεταβατικής περιόδου, τα αρχεία της εκάστοτε κυβέρνησης πρέπει να παραδίδονται στη νόμιμη φύλαξη των Εθνικών Αρχείων των ΗΠΑ.

Η συνειδητή ή εσκεμμένη αφαίρεση ή διατήρηση (πολλώ μάλλον η καταστροφή) διαβαθμισμένου υλικού θεωρείται έγκλημα. Ενέχει, δε, κινδύνους ακόμη και για την εθνική ασφάλεια, εφόσον πέσει σε λάθος χέρια.

Με την αποστολή να διακριβώσουν όλα τα παραπάνω, ο υπουργός Δικαιοσύνης των ΗΠΑ Μέρικ Γκάρλαντ διόρισε δύο διαφορετικούς ειδικούς εισαγγελείς για να εξετάσουν ξεχωριστά τον χειρισμό των απόρρητων αρχείων από τον Ρεπουμπλικανό πρώην πρόεδρο και τον Δημοκρατικό εκλεγμένο διάδοχό του.

Την περίπτωση του Ντόναλντ Τραμπ έχει αναλάβει ο Τζακ Σμιθ, που στο παρελθόν ερεύνησε εγκλήματα πολέμου στη Χάγη και σήμερα προϊσταται επίσης της έρευνας για τον ρόλο του πρώην προέδρου στην προσπάθεια ανατροπής του εκλογικού αποτελέσματος των προεδρικών του 2020 και στην εισβολή στο Καπιτώλιο το 2021.

Στο σκέλος των ερευνών για τα διαβαθμισένα έγγραφα, εξετάζει εάν ο Τραμπ ή/και οι συνεργάτες του τα κράτησαν καταχρηστικά στο θέρετρο του πρώτου στη Φλόριντα, στο Μαρ-α-Λάγκο και στη συνέχεια προσπάθησαν να παρακωλύσουν ομοσπονδιακή έρευνα.

Τη διερεύνηση της περίπτωσης του Τζο Μπάιντεν από την άλλη έχει αναλάβει ο Ρόμπερτ Κ. Χουρ, βετεράνος εισαγγελέας επί προεδρίας Τραμπ.

Βαριές «σκιές» και υποψίες

Για να παραδώσει ο Τραμπ το διαβαθμισμένο υλικό, συμπεριλαμβανομένων περίπου εκατό αμυντικών απορρήτων,  χρειάστηκαν κλητεύσεις, η έκδοση εντάλματος και έρευνες του FBI τον Αύγουστο στο Μαρ-α-Λάγκο.

Ο Λευκός Οίκος και ο Τζο Μπάιντεν ανακοίνωσαν ότι τα έγγραφα παραδόθηκαν αμέσως μόλις εντοπίστηκαν από συνεργάτες του προέδρου.

Σύμφωνα με το υπουργείο Δικαιοσύνης, οι δικηγόροι του Μπάιντεν ενημέρωσαν τον Νοέμβριο ότι είχαν ανακαλύψει λιγότερα από δώδεκα απόρρητα αρχεία μέσα σε μια ντουλάπα στο Penn Biden Center στην Ουάσιγκτον, νωρίτερα εκείνο το μήνα.

Συνέχισαν, δε, τις έρευνες στις ιδιωτικές κατοικίες των νυν προέδρου στο Ντέλαγουερ, όπου βρέθηκαν περισσότερα έγγραφα τόσο τον Δεκέμβριο, όσο και αυτόν τον μήνα.

Όλα παραδόθηκαν στις αρχές, ανακοινώθηκε. Κανείς όμως δεν αποκλειστεί το ενδεχόμενο να αποκαλυφθούν και άλλα.

Το γεγονός μάλιστα ότι η δημόσια παραδοχή του Λευκού Οίκου για τον εντοπισμό των πρώτων εγγράφων έγινε μόλις προ ημερών, με καθυστέρηση δύο μηνών (είχαν βρεθεί παραμονές των ενδιάμεσων εκλογών του περασμένου Νοεμβρίου) και δη μετά από σχετιές αποκαλύψεις του δικτύου CBS δεν έχει αφήσει τις… καλύτερες εντυπώσεις.

Ακόμη και στο ίδιο το κόμμα του Αμερικανού προέδρου.

«Θα ήθελα να μάθω ποια ήταν αυτά τα έγγραφα, ποια είναι η εκτίμηση του ειδικού εισαγγελέα, αν υπήρχε κίνδυνος έκθεσης, ποια θα ήταν η ζημιά και αν πρέπει να γίνει οποιοσδήποτε κίνηση μετριασμού», δήλωσε στο δίκτυο ABC ο Δημοκρατικός βουλευτής Ανταμ Σιφ, πρώην επικεφαλής της Επιτροπής Πληροφοριών της Βουλής των Αντιπροσώπων.

«Νομίζω ότι αυτό θα ήταν σκόπιμο και σύμφωνο με όσα ζητήσαμε στην περίπτωση του Μαρ-α-Λάγκο», προσέθεσε, ενόσω οι Ρεπουμπλικανοί αρχίζουν πλείστες όσες έρευνες για την κυβέρνηση Μπάιντεν, αλλά και για τον παρελθοντικό ρόλο του νυν προέδρου στις επιχειρηματικές δραστηριότητες του γιού του, Χάντερ, στην Ουκρανία και στην Κίνα.

Ήδη για τον τελευταίο ζήτησαν άρση του τραπεζικού του απορρήτου.

Αναπάντητα ερωτήματα

«Για τον κ. Μπάιντεν, ο Ιανουάριος του 2017 ήταν μια περίοδος αβεβαιότητας», γράφουν οι New York Times.

Για πρώτη φορά μετά από 44 χρόνια -εξηγούν- βρέθηκε τότε εκτός κυβέρνησης, μετά την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο. Δεν ήταν πια καν γερουσιαστής.

«Εκείνες οι τελευταίες ημέρες επικρατούσε ένας χαμός από τηλεφωνήματα, συναντήσεις, αποχαιρετιστήριες εκδηλώσεις και επισκέψεις στην Ουκρανία και στην Ελβετία», συμπληρώνει το δημοσίευμα.

«Καθώς ολοκλήρωνε τη θητεία του ως αντιπρόεδρος τον Ιανουάριο του 2017, μάζευε όσα περισσότερα μπορούσε. Το ερώτημα τώρα είναι, τι άλλο πακετάρισαν; Ποιοι; Γιατί; Και πού πήγαιναν;».

Τα ερωτήματα για την ακρίβεια πληθαίνουν. Από το ακριβές περιεχόμενο των εγγράφων και ποιοι είχαν τελικά πρόσβαση σε αυτά, έως το εάν διακυβεύτηκε η εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ.

Κατά την επωδό του Λευκού Οίκου, τα έγγραφα ανακαλύφθηκαν αρχικά τυχαία, κατά την εκκαθάριση ενός γραφείου.

Δεν υπήρξε καμία διαφωνία με τα Εθνικά Αρχεία, ούτε σκοπιμότητα.

Οι έρευνες συνεχίστηκαν και σε άλλα μέρη. Ο αριθμός των εγγράφων που εντοπίστηκε ήταν περιορισμένος.

Για το περιεχόμενο δεν υπάρχει καμία επίσημη ενημέρωση. Σύμφωνα με το CNN, αφορούσαν σε θέματα που άπτονται της Βρετανίας, του Ιράν και της Ουκρανίας.

«Ο υπουργός Δικαιοσύνης έλαβε μια προκαταρκτική αναφορά για την έρευνα», ανέφερε το αμερικανικό δίκτυο, «και τώρα βρίσκεται μπροστά στην κρίσιμη απόφαση για το πώς θα προχωρήσει, συμπεριλαμβανομένου του αν θα αρχίσει πλήρη ποινική έρευνα».

Η προοπτική θεωρείται πάντως απίθανη για εν ενεργεία πρόεδρο. Ο Τζο Μπάιντεν έχει εξάλλου ασυλία και οι Δημοκρατικοί ελέγχουν τη Γερουσία.

Ωστόσο, το πλήγμα για το προφίλ του χαρακτηρίζεται ήδη σημαντικό. Κι αυτό εν αναμονή της ανακοίνωσής του για το εάν θα διεκδικήσει εκ νέου την προεδρία το 2024, με τα διλήμματα των Δημοκρατικών ολοένα να πληθαίνουν.