Δεν είναι σπάνιο – κάθε άλλο – τα μεγάλα γεγονότα που διαδραματίζουν κομβικό ρόλο στην πορεία των ανθρώπινων κοινωνιών και στη διαμόρφωση της πολιτικής και των ιδεών να πλαισιώνονται από μύθους. Ενίοτε και να αλλοιώνονται από αυτούς. Δεν είναι λίγες, επίσης, οι φορές που οι μύθοι αυτοί στην πορεία κυριαρχούν.

Η άνοδος του φασισμού στην Ευρώπη και η κατάληψη της εξουσίας στην Ιταλία από τον Μπενίτο Μουσολίνι, πριν από έναν ακριβώς αιώνα, είναι ένα τέτοιο ιστορικό γεγονός. Διότι, αφενός, αποτέλεσε «σταθμό» για τη μετέπειτα πορεία όχι απλώς της συγκεκριμένης χώρας, αλλά ολόκληρης της Ευρώπης. Υπήρξε η αρχή ενός νήματος που φτάνει μέχρι το σήμερα και την Τζόρτζια Μελόνι, η οποία ετοιμάζεται να παρουσιάσει την κυβέρνησή της και να αναλάβει την πρωθυπουργία της Ιταλίας, μετά τη σχετική εντολή του Σέρτζιο Ματαρέλα. Και επειδή, αφετέρου, η περίφημη Πορεία προς τη Ρώμη δεν ήταν η αιτία που έφερε τον Ντούτσε στο τιμόνι.

Οι ιστορικοί, άλλωστε, είναι μάλλον ξεκάθαροι: οι περίπου 30.000 μελανοχίτωνες και οπαδοί του Μουσολίνι που «πολιόρκησαν» την Αιώνια Πόλη δεν αποτελούσαν κάποια καλά οργανωμένη ένοπλη δύναμη, αλλά στο μεγαλύτερο μέρος τους ήταν ένας φανατικός όχλος. Ετσι, κυβέρνηση και στρατός θα μπορούσαν, εάν το επιθυμούσαν, να τους συντρίψουν, διασώζοντας τη δημοκρατία και την τιμή της. Η επιλογή, όμως, ήταν διαφορετική. Ο τότε βασιλιάς παρέδωσε την εξουσία στον μελλοντικό δικτάτορα – ο οποίος μετά τις εκλογές του 1921 είχε προσκληθεί από τον πρωθυπουργό να λάβει μέρος στην κυβέρνηση, αν και είχε πάρει μόνο μία έδρα…

Ενα πολύτιμο εργαλείο

Ολα αυτά δεν συνέβησαν τυχαία καθώς έτσι, πρακτικά, ολοκληρώθηκε το «φλερτ» ανάμεσα στην ιταλική ολιγαρχία και τους φασίστες. Οπως περιγράφει συνοπτικά το «National Geographic», παρά τις αρχικές αποτυχίες του, ο Μουσολίνι «άρχισε να προσεγγίζει άλλες ομάδες οι οποίες βρίσκονταν σε αντιπαράθεση με τους (πρώην συντρόφους του) σοσιαλιστές: βιομήχανους και επιχειρηματίες οι οποίοι φοβούνταν τις απεργίες, γαιοκτήμονες που έτρεμαν μήπως χάσουν τη γη τους και μέλη των πολιτικών κομμάτων που φοβούνταν την άνοδο της δημοτικότητας του σοσιαλισμού. Οι ισχυροί νέοι σύμμαχοι του Μουσολίνι βοήθησαν στη χρηματοδότηση της παραστρατιωτικής οργάνωσης του κινήματός του, των μελανοχιτώνων».

Με άλλα λόγια: αυτός ο συρφετός αποτέλεσε ένα εξαιρετικά πολύτιμο εργαλείο για την τρομοκράτηση του εργατικού κινήματος και την εξόντωση των ηγετών του, καθώς είχαν αρχίσει να γίνονται απειλητικοί μετά την καταστροφή και την εξαθλίωση που προκάλεσε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος στην Ιταλία – όπως και σε άλλες χώρες. Παράλληλα, πρόσφεραν μια εναλλακτική σε ιδεολογικό επίπεδο, μιας και, όπως ο ίδιος είχε περιγράψει, η κοινωνία θα μπορούσε να οργανωθεί όχι με βάση τις κοινωνικές τάξεις ή τις πολιτικές προτιμήσεις, αλλά γύρω από μια ισχυρή εθνική ταυτότητα, με επικεφαλής έναν «αδίστακτο και ενεργητικό μονάρχη». Το γεγονός δε ότι η Συνθήκη των Βερσαλλιών άφησε την αίσθηση στους Ιταλούς ότι η χώρα τους «ρίχθηκε» από τους νικητές του πολέμου δημιούργησε ακόμη πιο ευνοϊκό έδαφος για να ανθήσουν οι νέες ιδέες.

Πρακτικά, λοιπόν, ήταν ο Μουσολίνι αυτός που έριξε το σύνθημα «Πρώτα η Ιταλία!», που ακούγεται σήμερα τόσο δυνατά. Οχι μόνο στην Ιταλία, αλλά σε κάθε γωνιά της Ευρώπης. Οι αναλογίες είναι προφανείς…