Δεν έχουν περάσει πολλά 24ωρα από τότε που ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν τασσόταν υπέρ νέας μείωσης στα επιτόκια της χώρας, υπεραμυνόμενος της δικής της ιδιότυπης οικονομικής θεωρίας, ωστόσο σήμερα η κεντρική τράπεζα της Τουρκίας αποφάσισε να παρακούσει τον σουλτάνο.

Η κεντρική τράπεζα ανακοίνωσε ότι διατηρεί αμετάβλητη της νομισματική της πολιτική εν μέσω του εκρηκτικού πληθωρισμού και της κατακόρυφης υποτίμησης της λίρας.

Η Επιτροπή Νομισματικής Πολιτικής, με επικεφαλής τον διοικητή Σαχάπ Καβτσιόγλου, διατήρησε την Πέμπτη το επιτόκιο αναφοράς της στο 14% για έκτο μήνα.

Στην ανακοίνωση τονίζεται ότι η τράπεζα θα εφαρμόσει πρόσθετα μακροπροληπτικά βήματα εάν χρειαστεί, προσθέτοντας ότι μετά τα μέτρα που έχουν ήδη ληφθεί θα αρχίσει σταδιακά η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού.

Ωστόσο, οι αναλυτές έχουν αντίθετη άποψη: η Goldman Sachs εκτιμά ότι ο πληθωρισμός σύντομα θα φτάσει το 80%, από 74% που ήταν τον Μάιο.

Δεμένα τα χέρια του τραπεζίτη

Ωστόσο, οι πιέσεις του Ερντογάν για χαμηλά επιτόκια (επιμένοντας ότι έτσι θα υποχωρήσουν οι τιμές) αφαιρούν από τον Καβτσιόγλου ένα σημαντικό εργαλείο για έλεγχο του πληθωρισμού, που είναι η σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής.

Έτσι, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής έχουν εφαρμόσει μέτρα για να περιορίσουν την πιστωτική ανάπτυξη και να κάνουν τη λίρα πιο ελκυστική για τους αποταμιευτές, ενώ προσπαθούν να ανασυγκροτήσουν τα αποθεματικά τους.

Η καρατόμηση των προκατόχων

Ο Ερντογάν, ο οποίος πιστεύει εδώ και καιρό ότι το φθηνότερο κόστος δανεισμού μπορεί να επιβραδύνει τον πληθωρισμό αντί να τον ωθήσει ψηλότερα, διόρισε τον Καβτσιόγλου ως κυβερνήτη πέρυσι αφού έδιωξε τους τρεις προκατόχους του και επιδίωξε μεγαλύτερη επιρροή στη νομισματική πολιτική.

«Ο πληθωρισμός που βρίσκεται σε υψηλό 20 ετών στο 73,5% απαιτεί άνοδο των επιτοκίων. Όμως η πολιτική ηγεσία το απέκλεισε, αντ’ αυτού υποσχέθηκε ακόμη χαμηλότερα επιτόκια. Ανήμπορη να αγγίξει τον κύριο μοχλό πολιτικής της, η κεντρική τράπεζα θα συνεχίσει να χρησιμοποιεί εναλλακτικά εργαλεία», σχολιάζει το Bloomberg Economics και υπογραμμίζει ότι παγκοσμίως, περισσότερες από 60 κεντρικές τράπεζες αύξησαν το κόστος δανεισμού από τις αρχές του 2022. Μόλις την περασμένη εβδομάδα, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ πραγματοποίησε τη μεγαλύτερη κίνησή της από το 1994 και η Ελβετία απροσδόκητα αύξησε τα επιτόκια την επόμενη μέρα.