Το ενωτικό κλίμα των προηγούμενων ημερών μάλλον δεν θα μείνει εξίσου ενωτικό όσο οι κάλπες για την ηγεσία του Κινήματος Αλλαγής πλησιάζουν πιο κοντά. Τα πρώτα αγκάθια έχουν ήδη αρχίσει να κάνουν την εμφάνισή τους – αν και, μέχρι σήμερα, έχουν κυρίως πολιτικό χαρακτήρα και αφορούν την πολιτική κατεύθυνση του κόμματος που όλοι θέλουν να κερδίσουν. Αλλοι είναι πιο μετριοπαθείς, άλλοι πιο κεντρώοι, άλλοι στρίβουν το κεφάλι αριστερά και άλλοι βασίζονται στην ανανέωση του πολιτικού δυναμικού, ώστε το κόμμα να κερδίσει την αυτονομία του.

ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ: Εν αναμονή του ντιμπέιτ των πέντε, η φράση που μέσα της κρύβει τη στάση που θα τηρήσει το ΚΙΝΑΛ στις εκλογές της απλής αναλογικής είναι ίσως το πρώτο αγκάθι ανάμεσα στις πολλές πλευρές που στις 5 Δεκεμβρίου θα κληθούν να ψηφίσουν για το μέλλον του κόμματος. Κι αυτό φάνηκε ήδη, πριν καν φτάσουμε στην τηλεμαχία, από τις δηλώσεις της Εύας Καϊλή προς τον Νίκο Ανδρουλάκη και τον Γιώργο Παπανδρέου, τους οποίους κάλεσε να διευκρινίσουν αν θεωρούν προοδευτικό τον ΣΥΡΙΖΑ του Παύλου Πολάκη. Η συζήτηση περί «προοδευτικής» ή «συντηρητικής» διακυβέρνησης, επί της ουσίας είναι μια συζήτηση για τις συνεργασίες και για το αν κάποιος εκ των υποψηφίων είναι διατεθειμένος να μπει στη συζήτηση για κυβέρνηση συνεργασίας είτε με τον ΣΥΡΙΖΑ είτε με τη ΝΔ. Στην πραγματικότητα, όλοι οι υποψήφιοι έχουν να αντιμετωπίσουν το γνωστό παράδοξο που συμβαίνει με τη βάση του ΚΙΝΑΛ, που αποτελεί δύσκολο σταυρόλεξο ακόμα και για τους πιο έμπειρους λύτες: οι έρευνες που κατά καιρούς έχουν γίνει, κρυφές και φανερές, δείχνουν πως οι ψηφοφόροι του κόμματος θέλουν αυτό να ξαναγίνει κόμμα εξουσίας, δεν θέλουν όμως συνεργασίες. Τρέφουν βαθιά αντιπάθεια στον ΣΥΡΙΖΑ και ζυγίζουν πάντα τη ΝΔ με γνώμονα τον αντίπαλό της. Από την άλλη, ο κόσμος που θέλει να κερδίσει πίσω το κόμμα, είναι ψηφοφόροι που έχουν χρόνια να τους ψηφίσουν. Αν αυτοί ανήκουν στη δεξαμενή της αποχής, τότε πιθανό είναι να έχουν την ίδια άποψη για τις συνεργασίες. Αν, όμως, ψήφισαν ΝΔ ή ΣΥΡΙΖΑ, τότε δεν βλέπουν με άσχημο μάτι το ενδεχόμενο συνεργασίας με το κόμμα που εκείνοι ψήφισαν. Η πιθανότητα, άρα, να πιέσουν τον υποψήφιο της αρεσκείας τους να επιδιώξει συνεργασία ή να τραβήξει τα πράγματα στα άκρα στην περίπτωση που δεν το πετύχει δεν είναι απλώς υπόθεση, είναι μια πραγματικότητα την οποία θα κληθούν να αντιμετωπίσουν οι σημερινοί υποψήφιοι.

ΚΕΝΤΡΟ(ΑΡΙΣΤΕΡΑ) ΚΑΙ ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ: Οι δύο όροι, ένας πιο «γεωγραφικός» και ένας πιο ιδεολογικός, χρησιμοποιούνται σχεδόν καθημερινά στις περιοδείες των υποψηφίων, με διαφορετικό τρόπο και διαφορετικό περιεχόμενο. Ο καθένας εκ των έξι υποψηφίων περιγράφει τον χώρο που καλύπτει το ΚΙΝΑΛ, αλλά και τον ευρύτερο της παράταξης, με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, τα οποία εν πολλοίς περιέχουν και το αφήγημα του κάθε υποψηφίου για την επόμενη μέρα. Ο Ανδρέας Λοβέρδος, για παράδειγμα, πολύ ανοιχτά τονίζει τις κεντρώες ρίζες του ΠΑΣΟΚ, την καταγωγή του από την Ενωση Κέντρου και τον Βενιζέλο, ενώ παράλληλα απευθύνεται στους πρώην ψηφοφόρους του χώρου που δεν στράφηκαν αριστερά, αλλά δεξιά. Η υποψηφιότητα Παπανδρέου και αυτή του Καστανίδη, από την άλλη, σαφώς απευθύνονται και σε εκείνους τους προοδευτικούς πολίτες που ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ, ώστε να επιστρέψουν «στο σπίτι τους», ενώ οι υπόλοιποι σκιαγραφούν την επόμενη μέρα της παράταξης είτε μιλώντας και για πρότυπα εκτός συνόρων, όπως ο Γερουλάνος, είτε παίζοντας με την προοπτική της ανανέωσης, όπως ο Ανδρουλάκης και ο Χρηστίδης. Η σχέση του χώρου με τις μεταρρυθμίσεις και οι διαφορετικές οπτικές πάνω στο θέμα έφεραν και την πρώτη προεκλογική διαφοροποίηση μέσα στη Βουλή για τους ποινικούς κώδικες: επισήμως, το κόμμα έμεινε στο «παρών» επί της αρχής και την υπερψήφιση των περισσότερων άρθρων λόγω του μη σωφρονιστικού χαρακτήρα του νομοσχεδίου, ενώ ο Λοβέρδος τον υπερψήφισε.

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ: Το όνομα και τα σύμβολα του ΠΑΣΟΚ μπήκαν στην προεκλογική συζήτηση από την πρώτη στιγμή – μιας και τουλάχιστον ένας εκ των υποψήφιων προέδρων, ο Ανδρέας Λοβέρδος, αλλά αργότερα και ο Χάρης Καστανίδης, άρχισαν να εξαγγέλλουν την επιστροφή της παράταξης στο προηγούμενό της σχήμα με την ανακήρυξη της υποψηφιότητάς τους. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει κανείς εκ των υπολοίπων που στην πραγματικότητα να υπερασπίζεται το Κίνημα Αλλαγής με τον τρόπο που το έκανε η Φώφη Γεννηματά πριν από λίγο καιρό – με εξαίρεση ίσως τον Παύλο Χρηστίδη, ο οποίος ναι μεν αναφέρεται στο ΠΑΣΟΚ, χωρίς όμως αυτό να είναι κεντρικό σημείο της καμπάνιας του. Υπάρχουν, όμως, υποψήφιοι, όπως ο Νίκος Ανδρουλάκης και ο Γιώργος Παπανδρέου, οι οποίοι ενώ δηλώνουν φανερά την προτίμησή τους στο όνομα και στον ήλιο που έχει συνδεθεί παραδοσιακά με τη δημοκρατική παράταξη, μιλούν για μια απόφαση που πρέπει να ληφθεί στο επόμενο συνέδριο του κόμματος – δίνοντας, έτσι, ένα περιθώριο ζωής στο υπάρχον σχήμα, αλλά και ένα περιθώριο στα εκτός ΠΑΣΟΚ να προετοιμάσουν τις κινήσεις τους. Η περίπτωση του Παύλου Γερουλάνου είναι ίσως η πιο ενδιαφέρουσα, γιατί, αν και ήταν ο πρώτος που στο τελευταίο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ μιλούσε για επιστροφή στο ΠΑΣΟΚ, σήμερα επισημαίνει ότι μια αλλαγή ονόματος που θα γίνει απλώς για την αλλαγή δεν έχει νόημα, αν δεν υπάρξει σύνδεση με τις αξίες του.