Η είδηση ότι η Δημήτρη Καλογιάννη, η «Δήμητρα της Λέσβου», πιθανώς να είναι νεκρή σκόρπισε θλίψη, αλλά και οργή για την ολιγωρία των Αρχών. Η λύση του μυστηρίου είναι πολύ πιθανό να βρίσκεται σε ένα τροχαίο που έγινε πριν δύο μήνες και ο ασυνείδητος οδηγός εγκατέλειψε το θύμα του στην άσφαλτο.

Δύο μήνες στα αζήτητα του νεκροτομείου ενός νοσοκομείου μέχρι επιτέλους η ΓΑΔΑ να μπορέσει να εξετάσει το πτώμα. Ήδη συγγενείς της έδωσαν DNA προκειμένου να γίνει ταυτοποίηση. Οι ελπίδες ωστόσο να μην πρόκειται για τη Δήμητρα είναι λιγοστές αφού οι συμπτώσεις είναι πάρα πολλές. Η ημερομηνία του τροχαίου ταιριάζει με την ημερομηνία εξαφάνισης.

Ειδικότερα, σύμφωνα με τα όσα έχουν γίνει γνωστά, το πτώμα ανήκει σε άτομο ηλικίας 65 -70 ετών, θύμα τροχαίου που συνέβη λίγες ημέρες αφότου η Δημήτρη εγκατέλειψε το Δρομοκαϊτειο -όπου βρισκόταν σε ακούσιο εγκλεισμό- και παραδόθηκε στις Αρχές μόνο όταν, ενάμιση μήνα μετά την εξαφάνιση, επέτρεψε η ΓΑΔΑ να εκδοθεί σήμα από το Silver Alert.

«Δεν της άξιζε τέτοιο τέλος», δεν πείραξε ποτέ κανέναν

Με τις πληροφορίες που έχουν συγκεντρωθεί για τη τύχη της Δημήτρη, από τότε που κινητοποιήθηκε η υπηρεσία Silver Alert, να είναι συγκεχυμένες και να μην έχει υπάρξει τίποτα χειροπιαστό, πολλοί φίλοι που την αγαπούσαν για το ελεύθερο πνεύμα της, τις ιδέες της, την κοσμοθεωρία της και το σημαντικό ανθρωπιστικό έργο της, -ανεξαρτήτως αν της είχαν σφίξει το χέρι- ήδη εκφράζουν τη θλίψη τους για την θλιβερή αυτή είδηση με μηνύματα στα social media.

 

Με ανάρτησή της η Πάολα Ρεβενιώτη σχολιάζει την τραγική είδηση γράφοντας: «Δυστυχώς η κοινωνία μάλλον τα κατάφερε να εξοντώσει την Δήμητρα. Είμαι πολύ συντετριμμένη αν είναι αλήθεια αυτό που είπε ο διοικητής του Silver alert, σίγουρα πρέπει να αναζητηθούν ευθύνες και από την οικογένεια και για την ολιγωρία της αστυνομίας για την τύχη αυτού του γλυκύτατου ανθρώπου. Δεν μπορώ να συνέλθω από την στεναχώρια μου».

«Ο πληγωμένος άγγελος»

Συγκλονιστικό ήταν δε το δεύτερο μήνυμά της, με αλήθειες που πονάνε για την νοοτροπία και τη συμπεριφορά της κοινωνίας στη διαφορετικότητα.

«Και έτσι μέσα σε μια σακούλα σκουπιδιών θα βάλει ο αδελφός της τα γυναικεία φορέματα που αγαπούσε η Δήμητρα και τα αγόραζε από ένα ιταλικό περιοδικό, θα ξεκολλήσει και τον γυμνό Ιησού από τον τοίχο του σπιτιού της που αγαπούσε πολύ, το χωριό θα βυθιστεί για λίγο στην ενοχή του, θα αναλογιστούν μερικοί πώς φέρθηκαν σε έναν συχωριανό τους που γνώριζαν από μικρό παιδί, σίγουρα θα πάνε στην κηδεία, και η σακούλα σκουπιδιών με τα ρούχα τα γυναικεία θα καταλήξει στην χωματερή, όπως και η ζωή της.

Και το σπίτι της που είναι στο κέντρο του χωριού από το άλλο καλοκαίρι θα δέχεται τουρίστες σαν ενοικιαζόμενα δωμάτια. Aλλά εμείς οι ξένοι θα την θυμόμαστε σαν τον πληγωμένο άγγελο που καθότανε κάτω από τον ήλιο στην εκκλησια της Παναγιας της Γοργόνας».