Πέρασαν 40 ημέρες κλεισμένοι σε ένα σπήλαιο στη Νότια Γαλλία, το Λομπρίβ. Χωρίς σύνδεση με τον έξω κόσμο, χωρίς ρολόι, παρατηρώντας απλώς τις επιπτώσεις στο σώμα και στον εγκέφαλό τους. Συνολικά 15 άνθρωποι, μεταξύ 27 και 50 χρόνων. Ολοι τους νόμιζαν βγαίνοντας πως είχε περάσει λιγότερος χρόνος, ένας είπε 23 ημέρες, ένας δεύτερος 30, ένας τρίτος 32. «Η πρώτη μου αίσθηση βγαίνοντας ήταν ηχητική: ο ήχος των πουλιών», διηγείται στην ισπανική εφημερίδα «El Pais» η Μαρί – Καρολίν Λαγκάς, κοσμηματοπώλης στο επάγγελμα. «Ο μόνος ήχος στο σπήλαιο είναι οι σταγόνες που πέφτουν. Η άλλη αίσθηση ήταν το φως της φύσης, πολύ ζωντανό: το πράσινο, το μπλε του ουρανού. Φορούσα συνεχώς τα γυαλιά ηλίου μου για περίπου δύο εβδομάδες».

Deep Time, Βαθύς Χρόνος, αυτός ήταν ο τίτλος του πρότζεκτ. Κατά ένα μέρος επιστημονικό πείραμα, κατά ένα μέρος περιπέτεια, πραγματοποιήθηκε μεταξύ 14 Μαρτίου και 24 Απριλίου και χρηματοδοτήθηκε εν μέρει από ιδιώτες χορηγούς, με συνολικό κόστος ένα εκατομμύριο ευρώ. Επικεφαλής ήταν ο Κριστιάν Κλοτ, ένας γάλλος εξερευνητής, εθισμένος στις ακραίες εμπειρίες. Η ιδέα τού ήρθε στα μισά της πανδημίας. «Στη Γαλλία», λέει, «πολλοί άνθρωποι έχασαν την αίσθηση του χρόνου».

Οταν κατέβηκαν στο σπήλαιο, όλα έμοιαζαν παράξενα. «Ηταν δύσκολο να προσαρμοστώ στη θερμοκρασία και την υγρασία», θυμάται η Λαγκάς. «Δέκα βαθμοί Κελσίου δεν είναι πολύ κρύο, αλλά με 100% υγρασία και σε κατάσταση ακινησίας, όπως συνέβαινε συχνά, νιώθεις το κρύο εντονότερα. Το να μην έχεις όμως ρολόι ή την παραμικρή αντίληψη του χρόνου είναι ευχάριστο. Ακούς τον δικό σου βιολογικό ρυθμό: ξυπνάς όταν θέλεις και κοιμάσαι όταν νυστάζεις». «Τις μέρες τις μετρούσαμε ως το μεσοδιάστημα ανάμεσα στη στιγμή που πηγαίναμε για ύπνο και την επόμενη φορά που κοιμόμασταν», εξηγεί ο Κλοτ. Βγαίνοντας, είχε μετρήσει 30 ημέρες. Η Λαγκάς, 31. Ηταν όμως 40. Δεν βαρέθηκαν;

«Δεν βαρέθηκα καθόλου», διαβεβαιώνει η Λαγκάς. Είχαν να οργανώσουν τη ζωή του καταυλισμού: να απομακρύνουν τα απορρίμματα, να κάνουν πεντάλ ώστε να παραγάγουν ενέργεια, να οργανώσουν τα τρόφιμα, να εξερευνήσουν το σπήλαιο. Και το πιο σημαντικό, να συλλέξουν στοιχεία τα οποία θα επεξεργάζονταν στη συνέχεια οι επιστήμονες. Τα μέλη της αποστολής συμπλήρωναν ένα ερωτηματολόγιο κάθε φορά που ξυπνούσαν, που έτρωγαν και που έπεφταν για ύπνο. Κάποιες νύχτες κοιμούνταν με ηλεκτρόδια. Πριν κατέβουν και μόλις βγήκαν από το σπήλαιο, υποβλήθηκαν σε μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου προκειμένου να διαπιστωθούν τυχόν αλλαγές – υποβλήθηκαν επίσης σε γνωσιακά τεστ.

Κοιμήθηκαν περισσότερο; Ή ήταν ξύπνιοι περισσότερο; Αυτό είναι ένα από τα αινίγματα που καλούνται να λύσουν οι επιστήμονες. «Θέλουμε να καταλάβουμε πώς επηρεάζει τον εγκέφαλο και τις γνωσιακές λειτουργίες που συνδέονται με αυτόν η απώλεια του κιρκάδιου κύκλου», εξηγεί ο Ετιέν Κεκλέν, επικεφαλής του εργαστηρίου γνωσιακών επιστημών στην École Normale Supérieure. «Γνωρίζουμε», προσθέτει επικαλούμενος προηγούμενες εμπειρίες του Κριστιάν Κλοτ σε ακραία περιβάλλοντα, «ότι έπειτα από μία περίοδο ενός μηνός υπάρχει μια πλαστικότητα, ο εγκέφαλος προσαρμόζεται. Σε κάποιες περιοχές η πυκνότητα της φαιάς ουσίας αυξάνεται και γίνεται έτσι πιο λειτουργική και αποτελεσματική, και σε άλλες μειώνεται».

Εκείνο που παρατήρησε σε προηγούμενα πειράματα με τον Κλοτ είναι πως η φαιά ουσία είχε αυξηθεί στον προκινητικό φλοιό, την περιοχή του εγκεφάλου που οργανώνει τις κινήσεις. Λογικό, αφού επρόκειτο για σωματικά επίπονες αποστολές. Ταυτόχρονα, η φαιά ουσία είχε μειωθεί στην περιοχή του εγκεφάλου που σχετίζεται με την επεισοδιακή μνήμη, εκείνη που μας επιτρέπει για παράδειγμα να θυμόμαστε ότι διασταυρωθήκαμε πριν από μερικές ώρες με κάποιον. Λογικό και αυτό, αφού ο Κλοτ μπορούσε να περάσει έναν μήνα ολομόναχος στην έρημο, χωρίς να δει κανέναν και χωρίς να συμβαίνει τίποτα, γεγονός που αποδυνάμωσε την ανάμνηση συγκεκριμένων γεγονότων.

Τα αποτελέσματα θα είναι διαφορετικά στο σπήλαιο: οι συμμετέχοντες ήταν μια ομάδα και σε μια περισσότερο ή λιγότερο στατική θέση, με λιγοστές κινήσεις. Η σημασία τους όμως είναι αντίστοιχη: «Σήμερα, στην ιατρική, ξεκινάμε από την αρχή ότι έχουμε όλοι τον ίδιο εγκέφαλο, ανεξαρτήτως του πού μένουμε, στην πόλη ή την εξοχή, ανεξαρτήτως του αν εργαζόμαστε τη νύχτα ή στη διάρκεια της ημέρας», λέει ο Κεκλέν. «Και πιθανότατα δεν είναι έτσι».  Τα διδάγματα, σύμφωνα με τον Κλοτ, μπορούν να αξιοποιηθούν για τις ακραίες συνθήκες που ενδεχομένως να αντιμετωπίσουν οι άνθρωποι στο μέλλον, λόγω της κλιματικής αλλαγής για παράδειγμα – ή σε περίπτωση εποικισμού της Σελήνης. Εχει υπάρξει όμως και μια πιο πρόσφατη κατάσταση, μια πλανητική αντανάκλαση των όσων συνέβησαν στο σπήλαιο του Λομπρίβ. Αλλαξαν τα lockdown που επέβαλε η πανδημία τους εγκεφάλους μας; «Αδιαμφισβήτητα», απαντά στην «El Pais» ο Κεκλέν. «Το lockdown ήταν που μας έδωσε την ιδέα για αυτή την αποστολή».