Τα στοιχεία δεν αφήνουν περιθώρια για αμφισβητήσεις. Ως την Τρίτη 12 Ιανουαρίου, συγκεκριμένα, στην Γαλλία είχαν εμβολιαστεί περίπου 190.000 άνθρωποι. Πρόκειται για αριθμό ο οποίος αντιστοιχεί μόλις στο 0,28% του πληθυσμού της – και ταυτόχρονα, στο 18% των δόσεων που είχε παραλάβει η χώρα, επίσης μέχρι χθες.

Η σύγκριση με το τι συμβαίνει σε άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ – αφήνοντας εκτός «συναγωνισμού» το Ηνωμένο Βασίλειο και το Ισραήλ, όπου το αντίστοιχο ποσοστό είναι 4,2% και 22,3%, αλλά και τις ΗΠΑ όπου φτάνει στο 2,8% – αποδεικνύει πόσο πίσω έχει μείνει η Γαλλία στο μέτωπο των εμβολιασμών. Για του λόγου το αληθές, το ποσοστό του πληθυσμού που είχε εμβολιαστεί στη Γερμανία μέχρι χθες έφτανε το 0,82% (κοντά στις 700.000 πολίτες) και στην Ιταλία το 1,31% (790.000), ενώ στη Δανία ξεπερνούσε το 2%.

Με βάση δε τον συγκεκριμένο ρυθμό και τους υπολογισμούς της ιστοσελίδας https://covidtracker.fr/vaccintracker/ η Γαλλία είναι αδύνατο να πετύχει τον στόχο τον οποίο έχει θέσει, που είναι ένα εκατομμύριο πολίτες να έχουν λάβει την πρώτη δόση μέχρι το τέλος του Ιανουαρίου. Στην καλύτερη περίπτωση δε, αυτό θα επιτευχθεί κάπου στα μέσα του επόμενου μήνα.

«Μην βιάζεστε…»

Υπό αυτό το πρίσμα, είναι σαφές ότι η Γαλλία αποτελεί τον «μεγάλο ασθενή» της Ευρώπης στο ζήτημα των εμβολιασμών. Παρά δε το γεγονός ότι κάποια στελέχη του κυβερνώντος κόμματος επιχειρούν να υποβαθμίσουν το θέμα – «το αποτέλεσμα δεν κρίνεται μετά από λίγα δευτερόλεπτα όταν ένας αγώνας διαρκεί 90 λεπτά», δήλωσε χαρακτηριστικά ένας βουλευτής – είναι σαφές ότι υπάρχει πρόβλημα.

Ο Εμανουέλ Μακρόν καλείται, λοιπόν, να δώσει γρήγορα απαντήσεις και λύσεις. Πολύ περισσότερο καθώς στις τάξεις των επιστημόνων επικρατεί έντονη ανησυχία για το ενδεχόμενο να επαναληφθούν εικόνες όπως αυτές στην Ιρλανδία, όπου το μεταλλαγμένο στέλεχος του κοροναϊού (μαζί με άλλους παράγοντες) οδήγησε σε «έκρηξη» κρουσμάτων μέσα σε τρεις μόλις εβδομάδες.

Το πρόβλημα, ωστόσο, δεν περιορίζεται στην οργάνωση και τις αστοχίες στους μέχρι σήμερα χειρισμούς, αλλά είναι βαθύτερο. Έχει να κάνει δε και με την περιορισμένη εμπιστοσύνη των πολιτών προς την κυβέρνηση, όπως τουλάχιστον αποτυπώνεται στις δημοσκοπήσεις (μόλις 4 στους 10 εγκρίνουν τους χειρισμούς της στο μέτωπο της πανδημίας). Παράλληλα, υπάρχει και η έντονη καχυποψία απέναντι στις φαρμακευτικές εταιρείες λόγω προηγούμενων σκανδάλων – όπως συνέβη με τις μεταγγίσεις αίματος τη δεκαετία του ’90 και με το εμβόλιο κατά του Η1Ν1 πριν μία δεκαετία.

Αποκαλυπτικές δημοσκοπήσεις

Η εικόνα έρευνας που διενήργησε σε 15 χώρες η εταιρεία Ipsos, σε συνεργασία με το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, στο διάστημα 17-20 Δεκεμβρίου, είναι αποκαλυπτική: Στη Γαλλία μόνο το 40% των ερωτηθέντων δήλωσε πρόθυμο να εμβολιαστεί – έναντι 80% στην Κίνα, 77% στη Βρετανία και 69% στις ΗΠΑ.

Είναι φανερό, λοιπόν, ότι το αρνητικό κλίμα δεν θα αντιστραφεί εύκολα – έστω κι αν, τελικά, οι Γάλλοι θα σπεύσουν να ακολουθήσουν το παράδειγμα άλλων Ευρωπαίων, μόλις διαπιστώνουν τις ευεργετικές επιπτώσεις του εμβολιασμού κατά της Covid-19. Γι’ αυτό και ορισμένοι ισχυρίζονται πως η κυβέρνηση έχει δίκιο να προχωρά με μικρά και προσεκτικά βήματα, έτσι ώστε να μην γιγαντώσει εξαρχής το κύμα αντίδρασης.

Ο απολογισμός θα δείξει ποιος έχει δίκιο.