Θέλει, άραγε, και η Ευρώπη τον Γερμανό της; Ή μπορεί να καταφέρει τα ίδια περίπου πράγματα και χωρίς τη βοήθειά του ή, πολύ περισσότερο, τη συμφωνία του;

Η προγραμματισμένη αλλαγή σκυτάλης στην προεδρία της ΕΕ, η οποία την 1η Ιανουαρίου 2021 περνά από τη Γερμανία στην Πορτογαλία για το επόμενο εξάμηνο (ως τις 30 Ιουνίου, οπότε την παραλαμβάνει η Σλοβενία), δίνει την ευκαιρία για ένα «ταμείο». Αφενός, για να αποτιμήσουμε, σε ποια μέτωπα τα κατάφερε και σε ποια απέτυχε η Ανγκελα Μέρκελ και ποιες είναι οι μεγάλες εκκρεμότητες που «κληροδοτεί» στον διάδοχό της.

Και αφετέρου, για να μπει ο πήχης εκεί που πρέπει όσον αφορά στον Αντόνιο Κόστα, ο οποίος έχει μια ιδιαιτερότητα: Αν και εκπροσωπεί μια σαφώς μικρότερη και πιο αδύναμη χώρα του ευρωπαϊκού Νότου, ενώ ανήκει και σε αντίπαλο πολιτικό στρατόπεδο από την Γερμανίδα καγκελάριο, ο Κόστα συγκαταλέγεται στους πιο σταθερούς πολιτικούς ηγέτες της ΕΕ. Είναι δε επικεφαλής του πιο αριστερού συνασπισμού που μπορεί να συναντήσει κανείς σήμερα στις τάξεις των «27», καθώς απολαμβάνει της στήριξης του ΚΚ Πορτογαλίας, του Αριστερού Μπλοκ, των Πρασίνων και άλλων σχημάτων.

Τι πέτυχε η Μέρκελ

Πού, λοιπόν, μπορούμε να θεωρήσουμε ότι η Μέρκελ πέτυχε και δικαίωσε τις προσδοκίες που είχαν επενδύσει πάνω της οι εταίροι της Γερμανίας;

  • Προϋπολογισμός-Ταμείο Ανάκαμψης

    .Εάν το Βερολίνο δεν έριχνε όλο το βάρος του για την υλοποίηση της απόφασης που ελήφθη στη δραματική σύνοδο του περασμένου Ιουλίου, έχοντας προηγουμένως φροντίσει να διασφαλίσει τη σύμφωνη γνώμη των Γάλλων, είναι πολύ πιθανό το 2021 να έμπαινε χωρίς να έχει ξεκαθαρίσει το τοπίο στα οικονομικά της ΕΕ και χωρίς οι «27» να γνωρίζουν πότε, πόσα ακριβώς και υπό ποιους όρους θα μπορούν να αναμένουν από τους δύο «κουμπαράδες»: Τον τακτικό, που είναι ο επταετής προϋπολογισμός της περιόδου 2021-’27 και ανέρχεται σε κάτι λιγότερο από 1,1 τρισ. ευρώ και τον έκτακτο, που είναι το Ταμείο Ανάκαμψης των 750 δισ. Υποχωρήσεις έγιναν ασφαλώς πολλές, όμως το αποτέλεσμα είναι ότι η υπόθεση πλέον προχωρά και τα κεφάλαια θα αρχίσουν σταδιακά να εκταμιεύονται.

  • Brexit

    Η Μέρκελ είχε εξαρχής ξεκαθαρίσει, εκφράζοντας και τη βούληση του επιχειρηματικού κόσμου της Γερμανίας, ότι θα έκανε ό,τι περνά από το χέρι της για να επιτευχθεί συμφωνία με το Λονδίνο, θεωρώντας ότι το κόστος και οι κίνδυνοι ενός «άτακτου» Brexit είναι πολύ μεγάλα. Έτσι, ακόμη και τις στιγμές που ο «σκληρός» Μακρόν έμοιαζε αποφασισμένος να τα τινάξει όλα στον αέρα, η καγκελάριος φρόντιζε να δοθεί μια ακόμη ευκαιρία στη διαπραγμάτευση – φροντίζοντας, την ίδια στιγμή, να κρατά στο παιχνίδι και τον Μπόρις Τζόνσον, έστω κι αν ποτέ δεν τον… συμπάθησε.

  • Συμφωνία με Κίνα

    . Κυριολεκτικά στο παρά πέντε, την Πέμπτη 30 Ιανουαρίου, μπήκαν οι υπογραφές σε μια σημαντική επενδυτική συμφωνία ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την Κίνα, κλείνοντας μια διαπραγμάτευση πολλών ετών, η οποία πολλές φορές απειλήθηκε με ναυάγιο. Ωστόσο, τα πολύ μεγάλα συμφέροντα των γερμανικών επιχειρήσεων (όπως για παράδειγμα της Volkswagen) στην αχανή κινεζική αγορά επέβαλαν την επιμονή της Μέρκελ και σε αυτό το μέτωπο, παρά και τις αμερικανικές αντιδράσεις, φέρνοντας αποτέλεσμα. Φυσικά, η συμφωνία αυτή απέχει πολύ από το να δημιουργεί μια ζώνη ελεύθερου εμπορίου, αποτελεί όμως ένα σημαντικό βήμα.

  • «Πράσινη» ανάπτυξη

    . Οι εξαιρετικά φιλόδοξοι στόχοι που υιοθέτησε η ΕΕ στη διάρκεια της γερμανικής προεδρίας – μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και άλλων «αερίων του θερμοκηπίου» κατά τουλάχιστον 55% ως το 2030 και επίτευξη «κλιματικής ουδετερότητας» ως το 2055 το αργότερο – αποτελούν αναμφίβολα μια επιτυχία της Μέρκελ. Μια επιτυχία που δεν οφείλεται μόνο στην ευαισθησία της για την κλιματική αλλαγή, αλλά και στο προβάδισμα που έχει η Γερμανία στη στροφή προς την «πράσινη οικονομία», μοντέλο που επιβάλει πλέον σε όλη την ΕΕ.

Πού τα έκανε… θάλασσα η καγκελάριος

Αν, όμως, στα τέσσερα παραπάνω μέτωπα η καγκελάριος τα πήγε καλά και αφήνει θετικό πρόσημο, ποια είναι εκείνα στα οποία συνέβη το αντίθετο; Η αλήθεια είναι πως δεν είναι ούτε λίγα ούτε λιγότερο σημαντικά.

  • Δεύτερο κύμα πανδημίας

    . Κατά το πρώτο κύμα της πανδημίας, την περασμένη άνοιξη, οι περισσότερες χώρες ήθελαν, πολύ απλά, να είναι σαν την Γερμανία. Τώρα, όμως, τα πράγματα μοιάζουν να έχουν αλλάξει – κι αυτό είναι κάτι που το χρεώνεται σε μεγάλο βαθμό η Μέρκελ με τους χειρισμούς της. Το αρνητικό ρεκόρ στους θανάτους (πάνω από 1.000) και οι προειδοποιήσεις ότι οι ΜΕΘ της χώρας βρίσκονται κοντά στα όριά τους ασφαλώς επιβαρύνουν την εικόνα. Το ίδιο συμβαίνει και με τις «αρρυθμίες» που συνεχίζονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο – όπως με τις εγκρίσεις και τη διανομή των εμβολίων, αλλά και τον συντονισμό των lockdown – για τις οποίες επίσης σημαντικό μερίδιο ευθύνης έχει η Γερμανίδα καγκελάριος, ως προεδρεύουσα.

  • Προσφυγικό

    . Η ανυπαρξία κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής για τη διαχείριση του μεγάλου ζητήματα του προσφυγικού και μεταναστευτικού συνεχίστηκε και το προηγούμενο εξάμηνο. Οι διαφωνίες εντός των «27» μοιάζουν αγεφύρωτες, ενώ ούτε το «καρότο» ούτε το «μαστίγιο» έπιασε τόπο απέναντι στους αντιρρησίες. Ακόμη και η απειλή επιβολής κυρώσεων ή και προστίμων στην περίπτωση που δεν εφαρμοστούν οι αποφάσεις της ΕΕ έπεσαν στο κενό – καθώς η απειλή βέτο Πολωνίας και Ουγγαρίας έκανε την Μέρκελ να το ξανασκεφτεί. Έτσι, το βάρος εξακολουθεί να πέφτει κυρίως στις πλάτες των χωρών «πρώτης υποδοχής», όπως η Ελλάδα και η Ιταλία.

  • Σχέσεις με Τουρκία

    . Ο ισχυρισμός του Μεβλούτ Τσαβούσογλου ότι με την πολιτική που ακολούθησε η κυβέρνησή του δημιούργησε τετελεσμένα στην περιοχή υπέρ των συμφερόντων της Τουρκίας οφείλεται, σε μεγάλο βαθμό, στην ανοχή – αν όχι τη συγκατάβαση – που έδειξε η Μέρκελ απέναντι στη στάση της Άγκυρας και το προηγούμενο εξάμηνο. Θεωρώντας προφανώς ότι η χώρα της (δευτερευόντως η ΕΕ) είχε πολύ περισσότερα να χάσει παρά να κερδίσει από μία ρήξη, η καγκελάριος απέτρεψε κάθε προσπάθεια επιβολής κυρώσεων, ενώ φρόντισε να καλοπιάνει τον Ερντογάν ακόμη και στις περιπτώσεις που αυτός πρόσβαλε και προκαλούσε τον Μακρόν, φτάνοντας ακόμη και να απειλή να χτυπήσει γαλλικά πολεμικά πλοία στα ανοιχτά της Λιβύης. Οι γερμανικές επιχειρήσεις έχουν επενδύσει μεγάλα ποσά στην Τουρκία, η οποία είναι και πολύ καλός πελάτης της Γερμανίας (και στους εξοπλισμούς) – ενώ τα 3 εκατ. των Τούρκων μεταναστών έχουν επίσης μεγάλο ειδικό βάρος. Λίγα είναι όλα αυτά;

Μετά από όλα αυτά, ο καθένας μπορεί να βγάλει τα συμπεράσματά του για το εάν και κατά πόσο η εξάμηνη γερμανική προεδρία μπορεί να θεωρηθεί επιτυχημένη ή φιάσκο. Αν και πολλά, βεβαίως, εξαρτώνται από την πλευρά που το βλέπει κανείς…