Του Κώστα Κωνσταντίνου

Ο νέος ηγέτης των Τουρκοκυπρίων Ερσίν Τατάρ δίνει στα «ΝΕΑ» την πρώτη μετά την εκλογή του αλλά και την πρώτη του ποτέ συνέντευξη σε ελληνόγλωσσο μέσο, καταθέτοντας το στίγμα των προθέσεών του και των ημερών που έρχονται για την Κύπρο, όπως και τον διάλογο στο Κυπριακό. Ενα στίγμα που είναι ξεκάθαρο ότι σφραγίζει το τέλος μιας ολόκληρης εποχής. Ιδιαίτερα αποκαλυπτικός είναι σε σχέση με την Αμμόχωστο επιβεβαιώνοντας ότι οι κάτοικοί της θα κληθούν να επιστρέψουν μέσω αιτήσεων στην Επιτροπή Αποζημιώσεων.

Απαντά στο ερώτημα εάν κατέχει και ο ίδιος διαβατήριο της Κυπριακής Δημοκρατίας, ενώ στη συνέντευξη η οποία έγινε μέσω ερωτηματολογίου – κατόπιν δικής του απαίτησης και λόγω κοροναϊού – δεν απάντησε σε αρκετά ερωτήματα, όπως αυτό για τη θέση των Τουρκοκυπρίων στην ΕΕ με ή χωρίς λύση, αλλά και σε άλλα πιο προσωπικά, όπως το εάν έχει έρθει στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές, εάν έχει γνωστούς και φίλους Ελληνοκύπριους και τι του λένε για το μέλλον της Κύπρου. Η δική του αντίληψη για αυτό θα έλεγα ότι είναι κάτι περισσότερο από ξεκάθαρη.

Την περασμένη Τρίτη, συναντήσατε για πρώτη φορά τον κ. Αναστασιάδη. Πώς ήταν το κλίμα στη συνάντηση;

Η συνάντηση – στην οποία ο ελληνοκύπριος ομόλογός μου με συνεχάρη για την εκλογική μου νίκη – ήταν μια ωραία χειρονομία από πλευράς του. Τον ευχαρίστησα για αυτό. Αν και ήταν κυρίως μια συνάντηση γνωριμίας, φυσικά και συζητήσαμε θέματα αμοιβαίου ενδιαφέροντος. Η δε ατμόσφαιρα θα έλεγα ότι ήταν ειλικρινής, φιλική και εγκάρδια.

Δεδομένου ότι εσείς επιμένετε στην κατάθεση των Νέων Ιδεών σας για τη μορφή της λύσης και η άλλη πλευρά σε συνέχιση του διαλόγου από εκεί που έμεινε, διερωτάται κανείς τι συζητήσατε, επί της ουσίας, στη συνάντηση.

Η Κύπρος είναι το κοινό σπίτι των Τουρκοκυπρίων και των Ελληνοκυπρίων, οι οποίοι και είναι οι συνιδιοκτήτες του νησιού. Είναι, λοιπόν, φυσικό να συζητήσουμε το μέλλον του αλλά και τη σχέση Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων σε αυτό. Ξεκάθαρα έχουν θέματα και διαφορές τα οποία πρέπει να συζητηθούν και, ελπίζουμε, να επιλυθούν. Εάν δεν υπήρχαν αυτές οι διαφορές, δεν θα υπήρχε ούτε Κυπριακό.

Με εξέλεξαν με εντολή για δύο κράτη

Υπάρχει περιθώριο δικής σας μετακίνησης ως προς την επιδιωκόμενη λύση προς τη βάση ομοσπονδίας, εάν λ.χ. η ελληνοκυπριακή πλευρά εμφανιστεί πρόθυμη να συζητήσει το θέμα των Εγγυήσεων ή των Εξουσιών κ.λπ., ή θεωρείτε απλώς πως η ομοσπονδία στην Κύπρο είναι νεκρή;

Οπως γνωρίζετε, στις τελευταίες προεδρικές εκλογές στην «ΤΔΒΚ» οι Τουρκοκύπριοι με εξέλεξαν με την εντολή να αναζητήσω μια λύση δύο κρατών. Υποστήριζα αυτή τη θέση στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας αλλά και ανέκαθεν στην πολιτική μου καριέρα. Πιστεύω ακράδαντα ότι είναι η πιο ρεαλιστική και βιώσιμη λύση. Η απόφαση του λαού μου πρέπει να γίνει αποδεκτή από όλους. Δεν καταφέραμε να είμαστε καλοί συνέταιροι με τους Ελληνοκύπριους στο παρελθόν. Είναι λοιπόν η ώρα για κάτι καινούργιο στη βάση της καλής γειτονίας. Η δική μας θέση αφήνει ανοιχτό το περιθώριο της συνεργασίας ανάμεσα στα δύο κράτη για το καλό των δύο λαών μας. Ναι, η ομοσπονδία στην Κύπρο είναι νεκρή. Και δεν φέρουμε εμείς την ευθύνη για αυτό. Τη συζητούσαμε από το 1977, αλλά κάθε φορά που πλησιάζαμε σε λύση η ελληνοκυπριακή πλευρά την απέρριπτε. Τα δύο πιο σημαντικά παραδείγματα ήταν το Σχέδιο Ανάν το 2004 και η διάσκεψη του Κραν Μοντανά το 2017, η οποία κατέρρευσε συνεπεία της ελληνοκυπριακής αδιαλλαξίας.

Ανοίξατε πρόσφατα, και παρά τις αντιδράσεις, μέρος της Αμμοχώστου. Τι να αναμένουμε τώρα; Ανοιγμα κι άλλων δρόμων, κάλεσμα στους ελληνοκύπριους κατοίκους να αποταθούν, όπως φημολογείται, στην Επιτροπή Ακίνητης Περιουσίας;

Η πραγματικότητα στην Κύπρο είναι λύση δύο κρατών, την οποία ο λαός μου επέλεξε διά της ψήφου του. Είτε οι εξωτερικές δυνάμεις το αποδέχονται είτε όχι. Το είδος της μελλοντικής σχέσης ανάμεσα στα δύο κυρίαρχα κράτη στην Κύπρο θα εξαρτηθεί από την αναγνώριση αυτής της πραγματικότητας από τη διεθνή κοινότητα, όπως το έπραξε σε άλλα μέρη του κόσμου. Στο μεσοδιάστημα επικεντρώνουμε τις προσπάθειές μας στην ανάπτυξη της «ΤΔΒΚ» εσωτερικά και εξωτερικά στο μέγιστο των δυνατοτήτων της. Η διάνοιξη της περίκλειστης πόλης της Αμμοχώστου στους άλλοτε κατοίκους της στη βάση του διεθνούς δικαίου και μέσω της Επιτροπής Ακίνητης Περιουσίας, όπως καθορίζει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, θα είναι σημαντικό μέρος αυτών των προσπαθειών. Χωρίς να θέλω να εισέλθω σε λεπτομέρειες, θα πω απλώς ότι θα συνεχίσουμε αυτό που αρχίσαμε εκεί έτσι που να διανοιχτεί ο δρόμος για να ανακτήσει αυτή η πόλη την άλλοτε αίγλη της και τη διεθνή φήμη της ως τουριστικού προορισμού.

Υπάρχει για εσάς «κυπριακή ταυτότητα» ή έστω «τουρκοκυπριακή ταυτότητα»; Εάν σας ζητούσα να μου πείτε πού τοποθετείτε τον εαυτό σας ανάμεσα στους όρους Τούρκος, Τουρκοκύπριος και Κύπριος, τι θα απαντούσατε; Επίσης, υπάρχει ή όχι περισσότερος χώρος για τη θρησκεία στα τουρκοκυπριακά πράγματα;

Ερωτήσεις αναφορικά με την «κυπριακή ταυτότητα», τη θρησκεία κ.λπ. δεν πρέπει να παίρνονται τοις μετρητοίς και να χρησιμοποιούνται ως μέσον για την εξαγωγή πολιτικών συμπερασμάτων. Είναι ξεκάθαρο πως για αιώνες έχουμε ζήσει σε ένα διεθνικό νησί ως Τουρκοκύπριοι και Ελληνοκύπριοι, με την κάθε κοινωνία να έχει διατηρήσει τη δική της μοναδική ταυτότητα, ως προέκταση των μητέρων πατρίδων, Τουρκίας και Ελλάδας αντίστοιχα, χωρίς την ανάπτυξη μιας κοινής ταυτότητας. Η «κυπριακή ταυτότητα» παρέμεινε περισσότερο ένας γεωγραφικός όρος και ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ήταν ο πρώτος ο οποίος το διακήρυξε. Υπάρχει καταγεγραμμένο ως δήλωσή του στις 28/3/1963. Είπε συγκεκριμένα: «Κανένας Ελληνας ο οποίος με γνωρίζει θα μπορούσε ποτέ να πιστέψει ότι επιθυμώ να εργαστώ για τη δημιουργία μιας κυπριακής εθνικής συνείδησης. Οι Συνθήκες (Ζυρίχης και Λονδίνου) δημιούργησαν ένα κράτος, όχι ένα έθνος». Πενήντα επτά χρόνια μετά, ξέρω πως ο νυν ηγέτης των Ελληνοκυπρίων, ο κ. Αναστασιάδης, περιγράφει τον εαυτό του ως «περήφανο Ελληνα» και προσθέτει μάλιστα πως δεν έχει πρόβλημα να περιγράφουμε και εμείς τους εαυτούς μας ως «περήφανους Τούρκους». Ούτε εγώ λοιπόν έχω πρόβλημα με αυτό!

Σήμερα, πολλοί Τουρκοκύπριοι νιώθουν ότι η ταυτότητά τους ως κοινότητας χάνεται και πως το βόρειο τμήμα της Κύπρου γίνεται σταδιακά επαρχία της Τουρκίας. Πώς απαντάτε σε αυτή την ανησυχία; Επίσης, πολλοί Ελληνοκύπριοι αισθάνονται ότι στόχος της Τουρκίας είναι να ελέγξει ολόκληρο το νησί.

Το πρόβλημα προκύπτει όταν προσδίδεται σε ευαίσθητα ανθρώπινα ζητήματα ταυτότητας, μετανάστευσης, θρησκείας και άλλων συναφών πολιτική χροιά, έτσι που να τροφοδοτούν την πολιτική προπαγάνδα. Η «ΤΔΒΚ», όπως και η Νότια Κύπρος, δεν έμεινε και δεν μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστη από τη μετανάστευση και είναι φυσιολογικό που το μεγαλύτερο μέρος αυτής της μεταναστευτικής δραστηριότητας προήλθε από ή μέσω της Τουρκίας, η οποία παραμένει η μοναδική δίοδός μας στον έξω κόσμο. Πριν να λέει οτιδήποτε, η ελληνοκυπριακή πλευρά θα πρέπει να κοιτάξει τις δικές της επιδόσεις στη μετανάστευση και τη δημογραφία, έχοντας επιτρέψει σε δεκάδες χιλιάδες Ελληνες, Πόντιους της Ρωσίας και πολίτες άλλων χωρών να έρθουν και να αποκτήσουν υπηκοότητα στη Νότια Κύπρο.

Με το πρόσφατο θέμα των «χρυσών διαβατηρίων», το οποίο τυγχάνει διερεύνησης από την ΕΕ, η πρακτική της διοίκησης των Ελληνοκυπρίων έχει λάβει σκανδαλώδεις διαστάσεις.

Ο ιδρυτής του κόμματός σας, ο Ραούφ Ντενκτάς, είχε πει κάποτε αναφερόμενος στη μαζική μετανάστευση των Τουρκοκυπρίων πως «ένας Τούρκος φεύγει κι άλλος Τούρκος έρχεται», υπονοώντας τους εκ Τουρκίας. Ποια είναι η διαφορά, εάν θεωρείτε ότι υπάρχει, ανάμεσα σε αυτούς και τους Τουρκοκύπριους;

Θα μπορούσα να σας πω ότι περισσότεροι Τουρκοκύπριοι ζουν στο εξωτερικό παρά εδώ, συνεπεία της αναγκαστικής μετανάστευσής τους όλα αυτά τα χρόνια.

Εχετε διαβατήριο της Κυπριακής Δημοκρατίας, κ. Τατάρ; Και ποια είναι η άποψή σας για όσους Τουρκοκύπριους το αποκτούν;

Είμαι περήφανος κάτοχος του διαβατηρίου της «ΤΔΒΚ», του δικού μου κράτους.