Ανακοινώθηκε την περασμένη εβδομάδα το «Οραμα του Τζο Μπάιντεν για τους Ελληνοαμερικανούς και τις σχέσεις ΗΠΑ – Ελλάδας». Υπό τον περιττό στόμφο του τίτλου βρίσκεται ένα κείμενο που απευθύνεται στους ελληνικής καταγωγής ψηφοφόρους, αλλά σε γλώσσα διπλωματική θίγει και το, ούτως ειπείν, θεματάκι μας με την Τουρκία. Συγκεκριμένα, με το βλέμμα να θολώνει από τα δάκρυα χαράς και δικαίωσης, διαβάζουμε ότι «ο Τζο (σ.σ.: θυμίζω ότι απευθύνεται σε αμερικανούς ψηφοφόρους…) θα αντιδράσει στην τουρκική συμπεριφορά που παραβιάζει το διεθνές δίκαιο ή τις συμμαχικές δεσμεύσεις της στο ΝΑΤΟ, όπως οι τουρκικές παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου». Ο Τζο, λοιπόν, θα αντιδράσει – το λέει το «όραμά» του! Οπότε εμείς μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Ελλάδα θα πρέπει να εύχεται την εκλογή του Δημοκρατικού υποψηφίου και μόνο για τον λόγο ότι ο Μπάιντεν θέλει να επαναφέρει τις ΗΠΑ στον διεθνή ρόλο τους ως ηγέτιδας δύναμης της Δύσης, ενώ ο Τραμπ έχουμε όλοι πια καταλάβει ότι απλώς αδιαφορεί. Η  γλώσσα στην οποία διατυπώνονται οι δεσμεύσεις του Μπάιντεν είναι βεβαίως τόσο γενική ώστε να καταντά ανούσια, το δε ενδιαφέρον του για τα ελληνοτουρκικά περνά μέσα από το πρίσμα των συμμαχικών συμφερόντων του ΝΑΤΟ. Ολα αυτά θέτουν τα  γνωστά όρια στις προσδοκίες μας. Εντούτοις, είναι σαφώς προτιμότερο να πρέπει να συνεννοηθούμε με μια προεδρία που ενδιαφέρεται ενεργά για τη σταθερότητα στην περιοχή και, άρα, επιδιώκει να προλαμβάνει, παρά με έναν «crazy uncle». (Η παρομοίωση του Τραμπ με τρελό θείο από τη δημοσιογράφο του NBC ήταν η κορυφαία στιγμή στην τελευταία συνέντευξη του αμερικανού προέδρου. Και μόνο γι’ αυτό αξίζει η γυναίκα το Πούλιτζερ!..)

Ομως εγώ μένω στο ρήμα της πρότασης: «Ο Τζο θα αντιδράσει»… Ας ελπίσουμε ότι θα μπορεί να αντιδράσει, γιατί το μεγαλύτερο πρόβλημα της υποψηφιότητάς του, πιστεύω, είναι τα 77 χρόνια του. Οποιος είχε τη γενναιότητα να διαθέσει τέσσερις πολύτιμες ώρες για να παρακολουθήσει το πρώτο και εντελώς ανεκδιήγητο debate μεταξύ Τραμπ και Μπάιντεν το καταλαβαίνει αυτό. (Να διευκρινίσω ότι η διάρκεια του debate ήταν δύο ώρες, αλλά χρειαζόσουν άλλες δύο για να ηρεμήσεις από αυτό που σου έτυχε…) Δεδομένου ότι η γαϊδουρινή συμπεριφορά του προέδρου απέκλειε κάθε σοβαρή συζήτηση, αυτό που προέβαλε η διαδικασία ήταν οι διαφορές στην εικόνα των αντιπάλων. Ιδίως σε εκείνη την Αμερική, την οποία εμείς ως επί το πλείστον αγνοούσαμε μέχρι να εκλέξει πρόεδρο τον Τραμπ, φαντάζομαι ότι θα ήταν πολλοί εκείνοι οι οποίοι στη διαδικασία αυτή θα είδαν απλώς την αναμέτρηση δύο γερόντων – μια γεροντομαχία, ας την πούμε έτσι.

Σε αυτό τον αγώνα (που, κανονικά, δεν θα έπρεπε να επιτρέπεται για ανθρωπιστικούς λόγους…) και οι δύο αντίπαλοι ήταν άνω των 70, με τη διαφορά ότι ο Τραμπ πρόβαλλε ως εύρωστος και μαχητικός, ενώ ο Μπάιντεν  ως εύθραυστος και κουρασμένος. Ατυχώς, η ευνοϊκή για τον Τραμπ εντύπωση, που προέκυψε από τη σύγκριση, ενισχύθηκε ακόμη περισσότερο όταν τις επόμενες ημέρες είχε εκείνο το απίθανο «touch-and-go» με τον κορωνοϊό. Στάθηκε τόσο τυχερός, ώστε ακόμη και άνθρωποι που απεχθάνονται τη συνωμοσιολογία πιάνουν τον εαυτό τους να αναρωτιέται σιωπηλά μήπως η σύντομη επαφή του Τραμπ με τον κορωνοϊό (σύντομη όσο και η άλλη με τη Στόρμι Ντάνιελς…) ήταν σκηνοθετημένη.

Εν πάση περιπτώσει, εύχομαι νίκη θριαμβευτική στον Μπάιντεν. Αγαπάμε τον κ. Τζο εδώ την Ελλάδα! Γι’ αυτό, αν και ξέρω ότι προτρέχω, θα παρακαλέσω στην ορκομωσία να είναι ζεστά ντυμένος, γιατί το κλίμα της Ουάσιγκτον είναι ύπουλο. Να έχει «τα λαιμά του», που έλεγε και η θεία μου, προστατευμένα με ένα κασμίρινο κασκόλ, γιατί υπάρχει και το λυπηρό προηγούμενο του Γουίλιαμ Χάρισον. Αυτός ο καημένος, όταν ανέλαβε τα καθήκοντα του ως 9ος πρόεδρος των ΗΠΑ το 1841, ήταν 68 ετών. Στην ορκομωσία του έκανε ψοφόκρυο, την άρπαξε, του το γύρισε σε πνευμονία, ενάμιση μήνα αργότερα είχε περάσει στην Ιστορία…