Του Κώστα Τσαούση

Όταν ο Θωμάς Καρυπίδης κατεβαίνει από τις Σέρρες και τον Πανσερραϊκό στο μεγάλο λιμάνι για να υπερασπιστεί την εστία του Ολυμπιακού είχε περάσει σχεδόν μια 10ετία από τη στιγμή που ο Σάββας Θεοδωρίδης είχε επιλέξει να κρεμάσει τα παπούτσια του… Είμαστε πια στη σεζόν 1971-1972, τη πρώτη χρονιά του Νίκου Γουλανδρή, με τον «αδελφό Στέλιο» (ο Στυλιανός Παττακός, μέλος της ηγετικής τριανδρίας της Χούντας του ΄67) να «αλωνίζει» εντός και εκτός γηπέδων.

Αλλά, τι και αν έχουν περάσει 10 χρόνια από την αποχώρηση του Σάββα Θεοδωρίδη από την ενεργό αγωνιστική δράση, η κληρονομιά του είναι παρούσα στα αποδυτήρια του «Καραϊσκάκης». Ο Θρύλος από το πέρασμα του ως τερματοφύλακας ήταν ζωντανός σε τέτοιο βαθμό που λειτουργούσε καθοδηγητικά για ένα νέο ποδοσφαιριστή.

«Ο Θεοδωρίδης ήταν η προσωποποίηση της τελειότητας», λέει σήμερα ο Καρυπίδης και προσθέτει: «O σωματότυπος, η αντίληψη μέσα στον αγώνα, η ταχύτητα αντίδρασης ήταν στοιχεία που πιστοποιούσαν τη κλάση του. Με άλλα λόγια, ένας τερματοφύλακας άλλης κλάσης».

Ο πρώτος Σερραίος που πήρε μεταγραφή από τον Πανσερραϊκό στον Ολυμπιακό- μετά ακολούθησε και ο Παναγιώτης Κελεσίδης- ήταν ο τερματοφύλακας Θωμάς Καρυπίδης που υπερασπίστηκε την ερυθρόλευκη τη σεζόν 1971-72, στην πρώτη χρονιά του Νίκου Γουλανδρή και με προπονητή τον Άγγλο Άλαν Άσμαν. Ο Καρυπίδης αγωνίστηκε σε 19 παιχνίδια (τα 18 συνεχόμενα) και το καλύτερο του παιχνίδι ήταν στη νίκη του Ολυμπιακού στη Μόσχα στις 30.09.1971 με 2-1 κόντρα στη Ντιναμό για το κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης.

Ο Θεοδωρίδης για όλους τους τερματοφύλακες που ήρθαν μετά από εκείνον να πάρουν θέση κάτω από τα γκολπόστ στον Ολυμπιακό ήταν ένα πρόσωπο – σημείο αναφοράς, ένα διαρκές παράδειγμα προς μίμηση. Ο Καρυπίδης, από ένα χωριό των Σερρών, την Αναγέννηση, δεν είχε ποτέ την ευκαιρία να δει από κοντά έναν αγώνα του Θεοδωρίδη στο γήπεδο και όμως είχε πλάσει – έστω από μακριά- μια δική του εικόνα. « Από τα χαρτάκια που μάζευα και από τις φωτογραφίες των εφημερίδων που έπεφταν στα χέρια μου στο χωριό». Ένα χωριό γεμάτο από ΠΑΟΚτζήδες και Αρειανούς, παιδιά προσφύγων από την περιοχή του Κάρς του Πόντου που ήρθαν με την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1923.

Οι δύο τους παρότι δεν συναντήθηκαν ποτέ στο γήπεδο είχαν ένα κοινό σημείο. Η καριέρα τους τελείωσε άδοξα. Για λόγους πέραν της θέλησης τους. Ο μεν Καρυπίδης «διότι δεν συνεμορφώθην προς τας υποδείξεις» ( η υπόθεση με τον Στυλιανό Παττακό, μέλος της αρχηγικής τριάδας της Χούντας μετά από έναν αγώνα του Ολυμπιακού στη «Λεωφόρο» είναι πάνω κάτω γνωστή στους ποδοσφαιρόφιλους των μεγαλύτερων ηλικιών), ο δε Θεοδωρίδης τηρώντας την υπόσχεση στον πατέρα του ακολούθησε τελικά ον δρόμο της οικογενειακής παράδοσης, επιστρέφοντας στα γκολπόστ της Επιστήμης του. Το οικογενειακό φαρμακείο στην Οδό Βουλής, σε απόσταση αναπνοής από την Πλατεία Συντάγματος, μετά και το πέρασμα του από την Ολλανδία για εξειδίκευση, θα είναι το επόμενο γήπεδο του.

Όσο για τον Καρυπίδη η «παρέμβαση» του «αδελφού Στέλιου» καθόρισε την αγωνιστική παρουσία και δράση. Οι χουντικοί γνώριζαν ότι ο τερματοφύλακας με την ερυθρόλευκη φανέλα ήταν ένας «κόκκινος» από καταγωγή. Ο βαρύς φάκελος λόγω του πατέρα αντάρτη – πολιτικού πρόσφυγα τον ακολουθούσε για τα καλά…