Αιώνες τώρα ξέρουμε ότι οι επιδημίες φουντώνουν εκεί όπου συνωστίζονται άνθρωποι και δεν υπάρχουν κατάλληλες συνθήκες υγιεινής.

Και οι χώροι όπου βρίσκονται σήμερα δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο είναι τέτοιοι χώροι.

Σε αυτούς τους χώρους δεν είναι εύκολο να εφαρμόσεις «μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης».

Ούτε μπορούν να πλένουν οι άνθρωποι τα χέρια τους μια φορά την ώρα, όπως περίπου μας συνιστούν οι ειδικοί.

Ούτε μπορεί να εφαρμοστεί το «όποιος έχει συμπτώματα ήπιου κρυολογήματος πρέπει να απομονώνεται και να συμπεριφέρεται ως να έχει κοροναϊό».

Γιατί σε ένα «καμπ» απλώς δεν μπορείς να «απομονωθείς».

Όλα αυτά τα ξέραμε καιρό πριν.

Πριν ακόμη έρθει η πανδημία.

Το αίτημα της αποσυμφόρησης των δομών φιλοξενίας είχε τεθεί εγκαίρως και το έλεγαν όλες οι ανθρωπιστικές οργανώσεις.

Το παραδεχόταν ως αναγκαιότητα και η ίδια η κυβέρνηση.

Όμως, δεν έκανε βήματα σε αυτή την κατεύθυνση.

Δεν έκανε γρήγορα τις μεγάλες μεταφορές που ήταν αναγκαίες.

Δεν εξασφάλισε ότι οι συνθήκες διαβίωσης δεν θα διαμόρφωναν παραπάνω κινδύνους.

Τώρα ξέρουμε ότι ο ιός άρχισε να φτάνει σε κάποιους τέτοιους χώρους.

Αναμενόμενο ήταν, αφού η διασπορά του επεκτείνεται. Και εάν έχεις πολλά θετικά δείγματα σε μια τέτοια δομή αναγκαστικά πας σε καραντίνα.

Που, όμως, δημιουργεί «κλειστό πληθυσμό» με όλους τους κινδύνους που αυτό συνεπάγεται εν μέσω πανδημίας.

Έχουμε πει πολλές φορές ότι οι πανδημίες κυρίως πλήττουν τους ευάλωτους, τους πιο αδύναμους, αυτούς που είναι σε χειρότερη μοίρα.

Και έχουμε πει, εξίσου συχνά, ότι οι κοινωνίες κρίνονται από το πώς αντιμετωπίζουν μέσα σε μια δύσκολη περίσταση τους «αδύναμους κρίκους».

Εκεί κρίνεται και η ανθρωπιά τους και η κοινωνική συνοχή.

Οι πρόσφυγες και οι αιτούντες άσυλο ήρθαν εδώ για να αποφύγουν τον πόλεμο, τη φτώχεια και το θάνατο.

Χρειάζονται εξίσου με όλους μας την ίδια φροντίδα και απέναντι στην πανδημία.

Ας εισακουστούν οι ανθρωπιστικές οργανώσεις και ας ληφθούν τώρα όλα τα αναγκαία μέτρα.