Τα μικρά κόμματα στην Ελλάδα έχουν διάφορες ιστορίες.

Μερικές από αυτές έχουν να κάνουν με πραγματικά πολιτικά και ιδεολογικά ρεύματα που δεν είχαν πολύ μεγάλη απήχηση στον λαό.

Άλλες φορές, όμως, ήταν περισσότερο καιροσκοπικά δημιουργήματα που εκμεταλλεύτηκαν συγκυριακές τάσεις στη κοινή γνώμη και κρίσιμα κενά στο πολιτικό σκηνικό που έσπευσαν να τα καλύψουν.

Οι ηγέτες τους τα χρησιμοποίησαν ως εφαλτήρια για να δοκιμάσουν ναεπιστρέψουν στα μεγάλα σαλόνια, ή απλώς για να μπορέσουν να εξυπηρετήσουν συμφέροντα.

Σαν μια μορφή «πολιτικής επιχειρηματικότητας» θα μπορούσε να υποστηρίξει κάποιος.

Σε αυτή την περίπτωση τα μικρά κόμματα μετατρέπονται σε «πιστόλια» επιχειρηματικών συμφερόντων.

Αναλαμβάνουν με τις παρεμβάσεις τους να προωθήσουν ιδιαίτερες «ατζέντες» επιχειρηματιών.

Να πιέσουν κυβερνήσεις να ικανοποιήσουν αιτήματα, να επηρεάσουν καταστάσεις σε σχέση με κρατικές προμήθειες, να χτυπήσουν επιχειρηματικούς αντιπάλους.

Όταν συμβαίνει αυτό, οι ηγέτες των μικρών κομμάτων από ένα σημείο και μετά στήνουν μια ιδιότυπη «πολιτική μηχανή» για την προώθηση τέτοιων επιδιώξεων.

Δεν έχει σημασία που ο κοινοβουλευτισμός υποτίθεται ότι προϋποθέτει ότι ένα κόμμα δεν είναι κέντρο εξυπηρέτησης επιχειρηματιών.

Το βασικό είναι «η δουλειά να γίνεται».

Στην πρόσφατη πολιτική ιστορία ήταν ο Πάνος Καμμένος που φαινόταν να έχει αναλάβει αυτό το ρόλο.

Σε αρκετές περιπτώσεις έδειχνε να συμπεριφέρεται ως το κοινοβουλευτικό πιστόλι για συγκεκριμένα επιχειρηματικά συμφέροντα.

Αργότερα βέβαια αναβαθμίστηκε σε συγκυβερνήτη και φαινόταν να είναι το υπουργικό πιστόλι πλέον.

Και το είδαμε σε πλήθος περιπτώσεις όπου οι παρεμβάσεις του, δημόσιες και παρασκηνιακές, δεν ήταν τίποτε άλλο παρά εξυπηρέτηση συγκεκριμένων επιχειρηματικών συμφερόντων, είτε για να διευκολύνει «δουλειές», είτε για να χτυπήσει αντιπάλους.

Τώρα πια ο Πάνος Καμμένος δεν είναι ούτε υπουργός ούτε βουλευτής. Δεν μπορεί να παίξει αυτό το ρόλο.

Όμως, φαίνεται πώς βρέθηκε ο αντικαταστάτης στο πρόσωπο του Κυριάκου Βελόπουλου.

Φαίνεται πως ο Κυριάκος Βελόπουλος, άνθρωπος της αγοράς άλλωστε ως ειδικός στις πωλήσεις… θεωριών συνωμοσίας, αποφάσισε να αναλάβει αυτό το ρόλο.

Δηλαδή να αξιοποιεί τη θέση του στη Βουλή για να προωθεί τις ατζέντες συγκεκριμένων επιχειρηματικών συμφερόντων.

Η τεχνική γνωστή, την έχουν δοκιμάσει και διάφοροι προκάτοχοί του: αυτή των κοινοβουλευτικών ερωτήσεων.

«Ερωτάται ο κ. υπουργός» και ακολουθεί συνήθως μια ερώτηση για κάποιο θέμα που σχετίζεται με τη μία ή την άλλη επιχειρηματική επιδίωξη.

Κάποιες φορές μπορεί να αφορά την πρόοδο ενός έργου άλλες μπορεί να «καταγγέλλει» κάποια επιχειρηματική συμφωνία, που πρέπει να υπονομευτεί.

Και στις δύο περιπτώσεις ο μηχανισμός είναι κοινός: από τη μια πίεση προς την εκάστοτε κυβέρνηση να πάρει θέση, να τοποθετηθεί αλλά και να «λάβει υπόψη της» το μήνυμα που στέλνει ο επιχειρηματίας που στην πραγματικότητα έχει υπαγορεύσει την ερώτηση.

Από την άλλη, να συντηρήσει το ζήτημα στη δημοσιότητα.

Γιατί πάντα θα υπάρχουν και τα «πρόθυμα» μέσα που θα «τσιμπήσουν» αυτή την ερώτηση και θα την αναδείξουν σε πολιτική είδηση.

Όχι φυσικά επειδή θα τη θεωρήσουν σημαντική, άλλωστε γίνονται εκατοντάδες ερωτήσεις, αλλά γιατί θα τους έχει έρθει η υπόδειξη «αυτή την είδηση παίξτε την».

Και στην περίπτωση Βελόπουλου δεν έχουμε να κάνουμε απλώς με έναν πολιτευτή.

Δεν έχουμε απλώς έναν ακροδεξιό πολιτικό, έστω έναν ακροδεξιό πολιτικό «που δεν γουστάρει τα πολύ ναζιστικά».

Ούτε μόνο με αυτόν που υποστήριξε ότι έχει τις… «επιστολές του Ιησού»  και κορόιδευε τον κόσμο και τις πουλούσε.

Έχουμε να κάνουμε και με ένα πρόσωπο που συνδέεται με καταστάσεις στη Θεσσαλονίκη και τη Βόρεια Ελλάδα.

Και στη Βόρεια Ελλάδα εθνικισμός, ακροδεξιά, ορισμένοι εκκλησιαστικοί κύκλοι αλλά οι προσπάθειες της Ρωσίας να αποκτήσει επιρροή διαπλέκονται σε ένα παράξενο κουβάρι που άλλες απολήξεις του είδαμε σε ορισμένες εκφράσεις των αντιδράσεων για το Μακεδονικό και άλλες σε εκείνη την παράξενη υπόθεση κατασκοπίας.

Θυμίζουμε ότι κάποια εποχή διάφοροι οραματίζονταν μια ελληνική… Λέγκα του Βορρά με κεντρικό άξονα το μακεδονικό.

Και ο Κυριάκος Βελόπουλος δεν έκρυψε ποτέ ούτε τις «υπεπατριωτικές» απόψεις του, ούτε βέβαια ότι θα ήθελε να εκπροσωπήσει το ρεύμα που αναζητά στην Ελλάδα ένα ρωσόφιλο κόμμα.

Την ίδια στιγμή εντός αυτού του ιδιότυπου κουβαριού βρίσκονται και επιχειρηματίες που παίζουν ρόλο και προέρχονται από τη Ρωσία, οι οποίοι, για να έρθουμε στο συγκεκριμένο θέμα, έχουν διάφορα ζητήματα και θέλουν να στείλουν πολλαπλά μηνύματα.

Γιατί έχουν ποικίλα ανοιχτά μέτωπα και θέλουν να στείλουν μήνυμα στην κυβέρνηση αλλά και πιέζουν για την προώθηση δικών τους συμφερόντων. Οικονομικών αλλά και… αθλητικών.

Τέτοιοι επιχειρηματίες είναι που κατεξοχήν αναζητούν κοινοβουλευτικά «πιστόλια».

Όμως, όσοι σκοπεύουν να παίξουν τέτοιο ρόλο «κοινοβουλευτικού πιστολιού», καλό είναι να διαβάσουν και λίγη ιστορία.

Γιατί θα δουν ότι συχνά τα μικρά κόμματα καταλήγουν να γίνονται «κόμματα μιας χρήσης».

Και στα ράφια της ιστορίας μπορεί κανείς να βρει τη σκονισμένη μνήμη τους.

Γιατί όταν απλώς θες «να γίνει η δουλειά» δεν σε νοιάζει η διάρκεια. Το ακριβώς αντίθετο.

Σε αυτές τις περιπτώσεις τα πιστόλια καταλήγουν να αποδειχθούν αναλώσιμα και η πολιτική καριέρα όσων επέλεξαν τέτοιο ρόλο αποκτά περισσότερο τη μορφή των«περασμένων μεγαλείων».

Όποιος έχει απορία επί όλων αυτών, ας ρωτήσει τον Πάνο Καμμένο.

Έχει πολλά ενδιαφέροντα να διηγηθεί.