«Καθ’ εκάστην Κυριακή», γράφει η εφημερίδα «Σάλπιγξ» στις 5 Ιουνίου του 1910, «ωραία ορχήστρα παιανίζει εις τον μαγευτικόν κήπον του ξενοδοχείου. Ζύθος δε λαμπρός, παγωμένος πωλείται εις τιμάς λίαν συγκαταβατικάς. Ούτως ώστε οι θαμώνες του ή οι εκδρομείς δεν ευρίσκουν λόγους να εξωτερικεύσωσι την πολλήν των ευχαρίστησιν…». Το ξενοδοχείο Σάρλιτζα Παλάς, ένα αρχιτεκτονικό στολίδι, δημιούργημα γάλλων αρχιτεκτόνων και ιδιοκτησία του μεγάλου οθωμανού αξιωματούχου Χασάν Εφέντη Μολλά Μουσταφά, έχει αρχίσει να λειτουργεί στη Μυτιλήνη μόλις έναν μήνα πριν.

Χτισμένο δίπλα στα ιαματικά λουτρά της Θερμής, θα αποτελέσει, πράγματι, όπως προβλέπει η εφημερίδα, «το εντευκτήριον του καλού κόσμου της καθ’ ημάς Ανατολής». Μια εποχή που το νησί ισορροπεί ανάμεσα σε δύο κόσμους, την Οθωμανική Αυτοκρατορία και την ελληνική κουλτούρα, θα γίνει σύμβολο της ανατολίτικης χλιδής και του ευρωπαϊκού εκσυγχρονισμού προσφέροντας λουτροθεραπείες, πολυτελή ανάπαυλα και κοσμική ζωή. Στους υπέροχους χώρους του, στις καμάρες του ισογείου, στους εκπληκτικούς του κήπους θα παραθερίσουν βασιλιάδες και πρωθυπουργοί, συγγραφείς, σκηνοθέτες, πλούσιοι έμποροι της Πόλης και της Σμύρνης, προσωπικότητες όπως ο Στράτης Μυριβήλης, ο Γεώργιος Παπανδρέου, ο Ελίας Καζάν. Από τον εξώστη του θα εκφωνήσει λόγο ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ενώ αυτό θα επιλέξει για να γιορτάσει την απελευθέρωση της Μυτιλήνης το 1912 ο Παύλος Κουντουριώτης με το επιτελείο του.

Το ξενοδοχείο θα λειτουργήσει αδιαλείπτως, παρά τις διακυμάνσεις στο ιδιοκτησιακό του καθεστώς, μέχρι το 1982, οπότε και θα κλείσει οριστικά. Από τη χρονιά εκείνη το υψηλής αισθητικής και ιστορικής αξίας κτίριο θα αφεθεί έρμαιο στη σκληρότητα του χρόνου. Παρότι έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο από το 1987, το κτίριο που συνδυάζει στοιχεία διαφόρων αρχιτεκτονικών ρυθμών και  κατατάσσεται στην κατηγορία του εκλεκτισμού, απειλείται πλέον με κατάρρευση. Οι ειδικοί λένε πως αν δεν γίνουν άμεσες σωστικές παρεμβάσεις στον σκελετό του, τότε αυτό το ξεχωριστό απομεινάρι των αρχών του 20ού αιώνα σύντομα θα πάψει να υπάρχει.

Παρεμβάσεις

Δεν είναι λίγοι εκείνοι που κινητοποιήθηκαν για να το σώσουν. Πλέον, όμως, η ευαισθητοποίηση αρχιτεκτόνων, κατοίκων της Λέσβου και φορέων πολιτιστικής κληρονομιάς δεν είναι αρκετή. Απαιτείται η παρέμβαση του κράτους. Που οφείλει να πράξει το καθήκον απέναντι σε ένα μνημείο ιστορίας και πολιτισμού.

Τον Δεκέμβριο του 2016 υπεγράφη προγραμματική σύμβαση μεταξύ του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου και του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων (ΕΤΑΑ) για τη διάσωση και αξιοποίηση του κτιρίου. Η συμφωνία προέβλεπε την αξιοποίηση τόσο των γειτονικών θερμοπηγών όσο και των εγκαταστάσεων του Σάρλιτζα από την Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου.

Οπως επισημαίνει η οργάνωση Monumenta, η οποία έγινε αποδέκτης πολλών αιτημάτων παρέμβασης για τη διάσωση του κτιρίου, «παρά την υπογραφή της σύμβασης, μέχρι σήμερα δεν έχει πραγματοποιηθεί καμία ουσιαστική παρέμβαση προς αυτή την κατεύθυνση, ενώ παράλληλα χειροτερεύει η ήδη δραματική κατάσταση του κτιρίου». Η οργάνωση έκανε σχετική παρέμβαση στην Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου, η οποία με επιστολή της ανέφερε ότι βρίσκεται στη διαδικασία προετοιμασίας του φακέλου για την έκδοση πολεοδομικής άδειας. «Για την ολοκλήρωση του φακέλου εκκρεμεί, εκτός των άλλων, απόφαση του υπουργείου Τουρισμού, με την οποία θα αναγνωρίζεται ως ιαματικός φυσικός πόρος η πηγή της Θερμής. Ομως, το υπουργείο Τουρισμού έχει ζητήσει και δεν έχει λάβει ακόμα από το ΕΦΚΑ επιπλέον δικαιολογητικά ώστε να προχωρήσει στην αναγνώριση του φυσικού ως ιαματικού πόρου» λέει η Monumenta. Ετσι, επί τρία ολόκληρα χρόνια το θέμα έχει παγώσει και ο χρόνος μετρά πλέον αντίστροφα. Αξίζει να σημειωθεί ότι η παραχώρηση συμφωνήθηκε να έχει διάρκεια 25 ετών με υποχρέωση να ολοκληρωθούν οι απαιτούμενες εργασίες το αργότερο εντός πενταετίας…

Τίποτα δεν προμήνυε τη σημερινή παρακμή, όταν το Σάρλιτζα Παλάς εγκαινιαζόταν με μεγάλες τιμές την άνοιξη του 1910. «Την 1ην Μαΐου ανοίγει τας πύλας του εις το κοινόν το νεόδμητον Μέγα εν Θερμή ξενοδοχείον. Δωμάτια ευάερα και ευήλια, επίπλωσις τελειοτάτη, τροφή άφθονος, καθαρά και υγιεινή, υπηρεσία πρόθυμος, τιμαί ακαταγώνισται. Προσωπικόν ειδικόν μετακληθέν εκ Κωνσταντινουπόλεως» γράφουν οι εφημερίδες. Και λίγες ημέρες αργότερα: «Εν τω νέω περικαλλεί οικήματι παρέχεται κλίνη και τροφή άφθονος και υγιεινή, τρις της ημέρας, αντί γροσίων 40 κατ’ άτομον και ημέραν».

Από τον Χασάν Εφέντη Μολλά στην κυριότητα του ελληνικού κράτους

Ιδιοκτήτης του κτιρίου είναι ο Χασάν Εφέντη Μολλά, αδελφός του Χιλμή Πασά, ο οποίος είχε γεννηθεί στη Λέσβο το 1855 και είχε διατελέσει δύο φορές μεγάλος βεζίρης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το ξενοδοχείο ονομάζεται Σάρλιτζα (Hotel Sarlidjé Palace), δηλαδή «κίτρινες θερμές πηγές», από το «σάρι» που στην τουρκική γλώσσα σημαίνει κίτρινο και το «λίτζα» που σημαίνει ζεστό θεραπευτικό νερό. Χτίζεται με συνολικό εμβαδό 19.164 τ.μ. σε μια έκταση σχεδόν 24 στρεμμάτων, εντός της οποίας συναντώνται αρχαιολογικές ανασκαφές. Τα μορφολογικά χαρακτηριστικά του προδίδουν το κοινωνικό και πολιτικό κλίμα της εποχής, μιας εποχής πλούσιας σε ανακατατάξεις, με την αυτοκρατορία να απειλείται από τις Μεγάλες Δυνάμεις και το κίνημα των Νεοτούρκων να αναδύεται. Οταν ο Χασάν Μολλά δολοφονείται, το ξενοδοχείο αναλαμβάνουν η σύζυγος και οι κόρες του. Μετά την απελευθέρωση της Μυτιλήνης ζει μέρες μεγάλης αίγλης. Η Μικρασιατική Καταστροφή θα ανακόψει αυτήν την πορεία. Το ξενοδοχείο μαζί με τις πηγές της Θερμής θα περάσουν ως ανταλλάξιμα στην κυριότητα του ελληνικού κράτους και το 1925 στην Εθνική Τράπεζα, ενώ τον Αύγουστο του 1933 το Σάρλιτζα θα αγοραστεί σε δημοπρασία από το Ταμείο Σύνταξης και Αυτασφάλισης Υγειονομικών (ΤΣΑΥ). Θα λειτουργήσει για μισό ακόμη αιώνα, όμως ποτέ δεν θα ανακτήσει τη χαμένη του λάμψη.

Παρ’ όλ’ αυτά, έχει μείνει εντυπωμένο στις μνήμες των κατοίκων του νησιού, περιβεβλημένο με εικόνες της παιδικής τους ηλικίας. Γι’ αυτό το Σάρλιτζα Παλάς φιλοξενήθηκε πολλές φορές σε σελίδες διηγημάτων, σε σενάρια ταινιών, σε δοκίμια ή λευκώματα. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν το μυθιστόρημα του Γιάννη Γιαννέλλη – Θεοδοσιάδη «Σάρλιτζα Πάλλας», το ντοκιμαντέρ «Κίτρινη λάσπη» του φιλολόγου Γιώργου Διγδίκη και το λεύκωμα «Sarlidjé Palace ή εντευκτήριο αναμνήσεων» των Μαρίας και Μιχαήλ Μεταξά.