Η σπουδαία νουβέλα του Σνίτσλερ, το «Dream story» που ενέπνευσε το κύκνειο άσμα του Στάνλεϊ Κιούμπρικ «Μάτια Ερμητικά Κλειστά» ανεβαίνει από τις 25 Φεβρουαρίου στο Πόλη θέατρο (Φωκαίας 4 και Αριστοτέλους 87, Πλ. Βικτωρίας, τηλ. 211-1828900) κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21.00.

Ο Γιάννης Βούρος σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί στην παράσταση σε νέα μετάφραση και διασκευή Αντώνη Γαλέου και πρωτότυπη μουσική Γιώργου Πούλιου. Μαζί του επί σκηνής η Πολυξένη Μυλωνά και ο Πέρης Μιχαηλίδης.

Βρισκόμαστε στη Βιέννη, βραδιά καρναβαλιού.Ο γιατρός Φριντολίν καλείται μέσα στα μεσάνυχτα να παραστεί στις τελευταίες στιγμές ενός ετοιμοθάνατου. Τα βήματά του τον οδηγούν σε μια οργιώδη δεξίωση μιας μυστικής κοινότητας. Μυστικά συνθήματα, μασκοφορεμένες γυναίκες, μεθυστικές μελωδίες αποπλάνησης.

Όλα συγκλίνουν προς το μυστήριο και την κατάργηση κάθε αίσθησης πραγματικότητας. Την ίδια στιγμή, η σύζυγός του Αλμπερτίν, ζει μέσα στο όνειρο τερατώδεις περιπέτειες, που την κατασπαράζουν φέρνοντας την στα όρια του αισθησιασμού. Ανάμεσα στο σκοτεινό ασυνείδητο και την ερωτική παραβατικότητα της Αλμπερτίν και του Φριντολίν ο ιστός της πραγματικότητας κλυδωνίζεται, αφήνοντας να αναδυθεί μια αλήθεια τυφλωτική όσο και το δυνατό φως.

Στο περιπετειώδες εικοσιτετράωρο του Φρίντολιν (Γιάννης Βούρος) και της

Αλμπερτίν (Πολυξένη Μυλωνά) διεισδύουν ανθρώπινες παρουσίες που υπογραμμίζουν τα ενοχικά σύνδρομα, τα συνειδησιακά αδιέξοδα, τους  δαίδαλους του ασυνείδητου. Ο Πέρης Μιχαηλίδης εισβάλει ενσαρκώνοντας όλες αυτές τις διαστροφικές «μορφές» προκειμένου να συμπληρωθεί το παζλ των ανεκπλήρωτων φαντασιώσεων των ηρώων του Σνίτσλερ.

Ο Πέρης Μιχαηλίδης μιλάει στα «Νέα» για την παράσταση, το ρόλο του και τον Κιούμπρικ.

1.Ποιες προκλήσεις αντιμετωπίζετε με τους πολλαπλούς ρόλους που καλείστε να ερμηνεύσετε; Πώς τους αντιμετωπίζετε;

Όταν ένας ηθοποιός καλείται να ερμηνεύσει διαφορετικούς ρόλους, αναζητά σε καθέναν από αυτούς την αλήθεια που κρύβει μέσα του, χωρίς να ολισθαίνει σε εξωτερικές περιγραφές που οδηγούν στην καρικατούρα και εν τέλει στη γραφικότητα.

Στη συγκεκριμένη παράσταση ερμηνεύω πέντε ρόλους με κυρίαρχο τον αφηγητή που είναι ο ενορχηστρωτής των άλλων. Ο ρόλος του αφηγητή εμπλέκεται- σύμφωνα με τη σκηνοθεσία- με τους άλλους τέσσερεις και είναι οι μεταμορφώσεις το ίδιου ατόμου σε διάφορες εκδοχές δηλαδή : ζητιάνος, πωλητής αποκριάτικων στολών  και άλλων κρυφών αντικειμένων, με περίεργες καταστάσεις να διαδραματίζονται στο σεπαρέ του καταστήματος, ξεπεσμένος πιανίστας ευάλωτος και πρόθυμος να παίξει στα τελευταία καταγώγια, αλλά και σε κοκτέϊλ -πάρτυ με συγκεκριμένο σεξουαλικό μενού και τέλος γιατρός αποσπασμένος σε κάποιο νεκροτομείο.

Όλοι οι ρόλοι έχουν ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό, είναι εμποτισμένοι από την αχαλίνωτη φαντασία του συγγραφέα Άρθρουρ Σνίτσλερ που αρέσκεται να πλάθει πολύ ιδιαίτερους χαρακτήρες που εξυπηρετούν τη δράση του έργου, κεντρίζουν το θεατή και είναι πρόκληση για τον ηθοποιό να τους ερμηνεύσει.

Έχοντας ερμηνεύσει το ρόλο του Σνίτσλερ ως Μαξ στην παράσταση «Ανατόλ» που ανέβηκε το φθινόπωρο και τελείωσε πριν λίγο καιρό, μπορώ να διακρίνω τη σκέψη και την ανάσα του συγγραφέα και να μπω καλύτερα στο «πετσί» αυτών των ρόλων.

Ο ρόλος του αφηγητή είναι ο «μεγάλος μηχανισμός» που οδηγεί σταδιακά τον «αθώο» γιατρό Φρίντολιν ( Γιάννης Βούρος) -με τον οποίο συνεργάζομαι για δεύτερη συνεχή φορά σε έργο του Σνίτσλερ-εγώ ως ηθοποιός κι εκείνος ως σκηνοθέτης  – κι αυτό είναι μια μεγάλη ευτυχία -να εισέλθει στον κόσμο μιας απόκρυφης μυστικής ελίτ  με σκοπό την ιδεολογική του στράτευση σε ολοκληρωτικές ιδεολογίες.

2.Η ταινία του Κιούμπρικ πλανάται καθόλου πάνω από την παράστασή σας; Δημιουργείται ένας συσχετισμός μεταξύ θεατρικού και ταινίας, ακόμα και στο επίπεδο της έμπνευσης;

Είμαι φανατικός θαυμαστής του Κιούμπρικ από το «Σπάρτακο» τη ταινία  θρύλο με τον Κερκ Ντάγκλας  που πρωτοείδα στο σινεμά  «La gaite» στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου εκεί που γεννήθηκα και μεγάλωσα, τη «Λολίτα» πάνω σενάριο βασισμένο στον Ναμπόκοφ που θαυμάζω, «Κουρδιστό πορτοκάλι» και «Σταυροί στο μέτωπο» με ευθείες αναφορές στο ναζισμό, η «Λάμψη» σενάριο βασισμένο στον Στέφεν Κίνγκ με το σαρδώνιο Τζακ Νίκολσον και τη φράση του αιώνα «η δουλειά τρώει τον αφέντη» πάνω σε μια παλιά γραφομηχανή και φυσικά την τελευταία του ταινία που δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει «Μάτια ερμητικά κλειστά».

Η ταινία είναι υπαινικτική όσον αφορά τις κοινωνικές και πολιτικές ελίτ που συναθροίζονται ερωτικά σε διάφορες μυστικές συγκεντρώσεις καθορίζοντας  τις εξελίξεις, η σκηνοθεσία στη συγκεκριμένη παράσταση κάνει σαφές ότι σε προσωπικό και ερωτικό επίπεδο οι συμπεριφορές οργανώνονται και επηρεάζονται από αυτές τις «αόρατες» κάστες με ολοκληρωτικό ιδεολογικό προσανατολισμό .

Όσον αφορά τις σχέσεις του ζευγαριού Φρίντολιν( Γιάννης Βούρος) , Αλμπερτίν ( Πάολα Μυλωνά) – με την οποία έχω συνεργαστεί εξαιρετικά στο Εθνικό θέατρο- η παράσταση αναδεικνύει και καταγράφει τις ερωτικές τους φαντασιώσεις όπως τις παρουσίασε ο Σνίτσλερ συνεργάτης και φίλος του Φρόυντ όσον αφορά τη λίμπιτο.

3.Οι φαντασιώσεις που εξωτερικεύουν οι ρόλοι σας, πώς ζωντανεύουν επί σκηνής;

Ο κάθε ρόλος έχει μια αποστολή σε ένα έργο, στη συγκεκριμένη παράσταση όλοι οι ρόλοι που ερμηνεύω υποδύονται έναν μάλλον  «καθημερινό» άνθρωπο και τις  φαντασιώσεις θα τις «διαβάσει» ο θεατής σε δεύτερο επίπεδο μιας κι ο κεντρικός χαρακτήρας ο αφηγητής κινείται παράλληλα με τον ήρωα και οι μεταλλάξεις του σε διαφορετικούς ρόλους φροντίζουν να μην αφήνουν ίχνη για την πραγματική τους ταυτότητα.

4.Αυτές οι διαστροφικές μορφές που είναι οι ρόλοι σας, μήπως τελικά είναι απλά ερωτικές επιθυμίες ειδωμένες από λάθος πρίσμα;

Οι συγκεκριμένες διαστροφικές μορφές που ερμηνεύω εξυπηρετούν τον εκφυλισμένο ερωτισμό όπως τον υπαγορεύει ο «μεγάλος μηχανισμός» του αφηγητή  με συγκεκριμένη στόχευση και εκεί στις μορφές αυτές επιβάλλεται να έχουν ερωτικές επιθυμίες με κατευθυνόμενη και άκρως ελεγχόμενη οπτική.

Και με αφορμή την ερώτησή σας, σκέφτομαι και παραθέτω εδώ κάποιες απόψεις του  Ζώρζ Μπατάϊγ που λέει ότι ο ερωτισμός αποστρέφεται τη μεθοδική και μετρημένη δράση, έλκεται από την ελεύθερη ορμή των ενστίκτων, τη βίαιη αταξία  και μαζί με την εξέγερση είναι από τα ασφαλέστερα μέσα για να οδηγήσουν τον άνθρωπο στην απεριόριστη ευδαιμονία.

5. Η παράσταση διακατέχεται από άφθονο ερωτισμό. Αν τον ξεπεράσει αυτό το γεγονός ο θεατής, τι άλλο θα δει; Ποια θέματα θίγετε;

Η παράσταση πράγματι σύμφωνα με το κείμενο του Σνίτσλερ έχει άφθονο και παραληρηματικό  ερωτισμό, άλλωστε ως συγγραφέας έχει λογοκριθεί, καταδικαστεί και χαρακτηριστεί ως πορνογράφος, η «Ονειρική ιστορία»  (Traumnovelle) γράφτηκε το 1926  κι εδώ ο Σνίτσλερ εξακολουθεί να είναι ο «μελετητής του έρωτα» και προχωράει ανατέμνοντας ψυχαναλυτικά τις σχέσεις και τις ερωτικές  φαντασιώσεις ενός ζευγαριού σύμφωνα με τη θεωρεία των ενστίκτων και της λίμπιτο όπως την κατέγραψε ο Φρόϋντ συνεργάτης του συγγραφέα .

Την περίοδο 1925 – ’35 ωστόσο στο διάστημα που γράφτηκε η νουβέλα ο ναζισμός στην Αυστρία και τη Γερμανία ήταν σε πλήρη ανάπτυξη. Κατά τη γνώμη μου ένας επίσης αυστριακός  ψυχοθεραπευτής μαθητής του Φρόϋντ εξίσου καινοτόμος και ρηξικέλευθος,  ο Βίλχεμ Ράϊχ  έδωσε μια άλλη ανάγνωση και προοπτική στη θεωρεία του δασκάλου του όσον αφορά τη λίμπιτο και τη χρησιμοποίησή της σε μαζικό επίπεδο , δημιουργώντας ένα κοινωνικό και πολιτικό κάδρο στο έργο του Άρθρουρ Σνίτσλερ .