PROJECT SYNDICATE

Η κατεστημένη Αριστερά της Ευρώπης απειλείται με εξαφάνιση. Σε λιγότερο από δύο χρόνια, τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της ηπείρου έχουν υποστεί ιστορικές ήττες στη Γαλλία, στην Ολλανδία, στη Γερμανία και στην Ιταλία. Σε μια ήπειρο που προσδιοριζόταν για χρόνια από τον δημοκρατικό ανταγωνισμό ανάμεσα στα κεντροδεξιά και στα κεντροαριστερά κόμματα, η κατάρρευση της Αριστεράς θα μπορούσε να έχει εκτεταμένες συνέπειες, πέραν των ειδικών κομματικών συμφερόντων.

Ο μαρασμός της Αριστεράς οφείλεται σε πολλούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένης και της διάλυσης της παραδοσιακής εργατικής τάξης. Ενας από τους πιο σημαντικούς λόγους όμως είναι τόσο δυσάρεστος όσο και απλός: οι ευρωπαίοι ψηφοφόροι είναι όλο και πιο αντίθετοι στη μετανάστευση και δεν εμπιστεύονται την Αριστερά να την περιορίσει.

Αντιμέτωποι με μια σταθερή εισροή προσφύγων και μεταναστών, κυρίως από τη Μέση Ανατολή και την Αφρική, οι ευρωπαίοι ψηφοφόροι έχουν μετατρέψει μια σειρά πρόσφατων εκλογών σε λαϊκά δημοψηφίσματα για τη μετανάστευση. Δεξιά λαϊκιστικά κινήματα έχουν αξιοποιήσει τεχνηέντως τους φόβους των εργατών ψηφοφόρων πείθοντάς τους ότι τα παραδοσιακά εργατικά κόμματα θα αφήσουν τους μετανάστες να εισρέουν λίγο-πολύ ανεξέλεγκτα.

Προκειμένου να μην ενισχύσουν, άθελά τους, τα δεξιά αφηγήματα, τα κεντροαριστερά κόμματα της Ευρώπης προσπάθησαν αρχικά να μετατοπίσουν τη δημόσια συζήτηση προς την ασφαλή ιδεολογική τους ζώνη: ανεργία, ανισότητα και κοινωνική δικαιοσύνη. Στη Γερμανία, το SPD βάσισε το 2017 ολόκληρη την προεκλογική του εκστρατεία στο σύνθημα «Καιρός για περισσότερη δικαιοσύνη». Επειτα όμως από απανωτές επώδυνες ήττες, τα κεντροαριστερά κόμματα έχουν πια συνειδητοποιήσει ότι δεν πρόκειται να κερδίσουν τους ψηφοφόρους που ανησυχούν πρωτίστως για τη μετανάστευση με –όσο και δικαιολογημένα –καλέσματα για ισότητα. Ως αποτέλεσμα, έχουν αρχίσει να αλλάζουν ρου, με τους σοσιαλδημοκράτες σε πολλές χώρες-κλειδιά, τη Γερμανία, την Αυστρία, τη Δανία, τη Σουηδία, να μεταβάλλουν τις μακροχρόνιες θέσεις τους πάνω στη μετανάστευση.

Σε ένα επίπεδο, η μετατόπιση αυτή είναι μια απαραίτητη απάντηση στα «θέλω» των ψηφοφόρων. Οι προσπάθειες περιορισμού ή διαχείρισης της μετανάστευσης δεν βασίζονται αναγκαστικά στον ρατσισμό ή στην ξενοφοβία. Το κλειδί είναι να διασφαλιστεί πως οι πολιτικές απαντήσεις παραμένουν ηθικά αποδεκτές. Ταυτόχρονα, μια υπερβολικά δραστική αλλαγή θα μπορούσε να αποδειχθεί αντιπαραγωγική για τα δοκιμαζόμενα κεντροαριστερά κόμματα. Είναι σαφές πως δεν μπορούν να αντιγράψουν τις ωμά νατιβιστικές συνταγές της ριζοσπαστικής Δεξιάς. Αντ’ αυτών, πρέπει να βρουν μια ισορροπία ανάμεσα στην εθνική και στη διεθνή αλληλεγγύη με μια τριπλή στρατηγική που θα περιλαμβάνει αποτελεσματικά όρια στη μετανάστευση, επικέντρωση στην ενσωμάτωση και ανθρωπιστικές προσπάθειες απάλυνσης του ανθρώπινου πόνου. Μια τέτοια προσέγγιση θα απέφευγε την εμπρηστική ρητορική, προσφέροντας πραγματικές, μακρόπνοες και ηθικά βιώσιμες λύσεις που δεν είναι λαϊκιστικές, αλλά σίγουρα μπορεί να γίνουν δημοφιλείς.

Την προσέγγιση αυτή έχει υιοθετήσει ο καναδός πρωθυπουργός Τζάστιν Τριντό, το ίδιο και ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν. Τα δοκιμαζόμενα κεντροαριστερά κόμματα της Ευρώπης πρέπει να τους ακολουθήσουν, αναγνωρίζοντας πως μια αλλαγή κατεύθυνσης μπορεί κάλλιστα να αποδειχθεί το κλειδί για την πολιτική τους επιβίωση.

O Μίκαελ Μπρένινγκ είναι επικεφαλής του Τμήματος Διεθνούς Πολιτικής του Friedrich-Ebert-Stiftung, ενός πολιτικού ιδρύματος που συνδέεται με το γερμανικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα