Η απόδοση ενός ομολόγου δεν είναι μόνο ένα οικονομικό μέγεθος. Είναι κι ένας δείκτης που προσφέρεται για συμπεράσματα σε διάφορα επίπεδα. Eνα συμπέρασμα για παράδειγμα από την άνοδο της απόδοσης του δεκαετούς κρατικού ομολόγου είναι ότι στις αγορές κυριαρχεί νευρικότητα. Η οικονομική κατάσταση της χώρας προκαλεί ανασφάλεια στους επενδυτές και αυτό αποτυπώνεται ξεκάθαρα στις κινήσεις τους.

Δυστυχώς οι αγορές έχουν ευαίσθητες κεραίες στα πολιτικά μηνύματα που εκπέμπονται από τους διάφορους παίκτες. Και το τελευταίο διάστημα, τα μηνύματα δεν είναι ακριβώς καθησυχαστικά. Η διελκυστίνδα ανάμεσα στο Βερολίνο και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο εντείνει την αβεβαιότητα, ενώ η πολιτική κατάσταση στην Ιταλία, από την ακυβερνησία έως το ενδεχόμενο να σχηματιστεί κυβέρνηση με τη συμμετοχή δύο λαϊκιστικών και αντιευρωπαϊκών κομμάτων, είναι πιθανό να φέρει την ΕΕ γενικά και την ευρωζώνη ειδικότερα σε εξαιρετικά δύσκολη θέση.

Μηνύματα εκπέμπονται ασφαλώς και από την ελληνική κυβέρνηση. Και είναι ακριβώς τα αντίθετα από εκείνα που όφειλε να στέλνει σε μια τέτοια διεθνή συγκυρία και με το πρόγραμμα να πλησιάζει στο τέλος του. Για λόγους που εύκολα φαντάζεται κανείς, η κυβέρνηση επιχειρεί να δείξει ότι η οικονομία είναι έτοιμη να σταθεί στα πόδια της, ότι δεν χρειάζεται δεκανίκια. Και επιμένει σε αυτό το αφήγημα μολονότι δεν πείθει τους έλληνες πολίτες. Ακόμη χειρότερα για την ίδια, δεν φαίνεται να πείθει αυτούς από τους οποίους θα ζητήσει δανεικά μετά την περίφημη έξοδο. Δηλαδή, τις αγορές.