Τίποτε περισσότερο από ευχή και τίποτε λιγότερο από κατάρα δεν είναι η βαρύγδουπη ετικέτα που φέρουν κάποιες ομάδες και όχι μονάχα σουλατσάρουν με δαύτη, αλλά την κραδαίνουν κιόλας σαν να είναι λόγχη!

Την ετικέτα της ιστορικής ομάδας εννοώ, που όντως έχει αποδειχθεί πως άλλες φορές είναι ευχή και άλλες μετατρέπεται σε κατάρα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται…

Ο Αρης και ο ΟΦΗ ανήκουν σε αυτό το κλαμπ των ομάδων: ταγμένες από την μακρά ιστορία και την ισχυρή παράδοσή τους στο ελληνικό ποδοσφαιρικό γίγνεσθαι.

Οι Θεσσαλονικείς επιστρέφουν έπειτα από καρτερία τεσσάρων ετών, ενώ η προσμονή των Ηρακλειωτών διήρκεσε μια τριετία. Και οι δυο ομάδες έπεσαν στη Γ’ Εθνική, άλλαξαν ένα σωρό διοικήσεις, προπονητές και παίκτες, τσαλακώθηκαν και υπέμειναν των παθών τους τον τάραχον μέχρι να δουν τον στόχο τους να εκπληρώνεται.

Η λαχτάρα τους ήταν μεγάλη και στο τέλος της ημέρας έλαβε σάρκα και οστά. Το «δεν μπορώ να περιμένω», που ακούγεται σε τέτοιες περιπτώσεις ως σύνθημα στην εξέδρα, στα αποδυτήρια και στα επινίκια γλέντια γράφει τον θριαμβευτικό επίλογο, ωστόσο μεγαλύτερη διδακτική αξία έχουν όλα όσα προηγήθηκαν.

Ο εξοστρακισμός των δυο ομάδων από τη βιτρίνα του ελληνικού ποδοσφαίρου αμνηστεύθηκε εν χορδαίς και οργάνω την περασμένη Κυριακή. Οι μεν ξόρκισαν τους δαίμονές τους στην Αρτα, οι δε στην Καλαμαριά και άφησαν πίσω τους μια σκληρή εμπειρία η οποία μένει ανεξίτηλα χαραγμένη στη συλλογική μνήμη τους…

Αυτό ακριβώς είναι το ζητούμενο, που ζυγίζει κιόλας περισσότερο από το δεδομένο: ο Αρης και ο ΟΦΗ πήραν τα μαθήματά τους πληρώνοντας ακριβά δίδακτρα όχι μονάχα για να επιστρέψουν στην ελίτ, αλλά και για να μην επαναλάβουν τα μοιραία λάθη.

Εν κατακλείδι αυτή είναι η μοίρα των κάθε λογής ιστορικών ομάδων: να πέφτουν στον βούρκο και να ανασηκώνονται για να ξαναλάμψουν μέσα στα αστέρια, προσπαθώντας να κρατήσουν άσβεστο το φως τους…