Είναι ίσως, οι τσιπρανέλ, η μοναδική κυβέρνηση στον κόσμο που περιλαμβάνει τόσους υπουργούς –παράλληλα με ελάχιστους ευσυνείδητους και στοιχειωδώς συνειδητοποιημένους –πολιτικά, οικονομικά και γενικότερα αστοιχείωτους! Τόσους ψεκασμένους/«καμένους», τόσους ζουραρογραφικούς, τόσους πολάκειου ύφους… Κυρίως όμως είναι η μοναδική κυβέρνηση στην οποία η κοινωνία οφείλει ευγνωμοσύνη, επειδή επικεφαλής έχει δύο –πολιτικούς –κυβιστητήρες. (Χάρη στη συγκεκριμένη ιδιότητα των ηγετών της, πράγματι, δεν ολοκλήρωσε την καταστροφή που προκάλεσε στην οικονομία, στην παιδεία, στο τραπεζικό σύστημα, στη δημόσια ασφάλεια, ακόμη και στη δημογραφική δυναμική του τόπου. Χάρη, δηλαδή, στην αυτοαναίρεσή τους, δεν μετέτρεψε ολοσχερώς την Ελλάδα σε τριτοκοσμική χώρα)… Παράλληλα, όμως, είναι και κυβέρνηση σκανδαλωδώς τυχερή. Εξαναγκαζόμενη ασφαλώς, πέρασε κοινωνικοοικονομικά νομοθετήματα εκσυγχρονιστικής υφής, αδιανόητα για κάθε προκάτοχό της, ενώ τώρα φαίνεται –υπό την πίεση του ξένου παράγοντα –να αποτολμά την επίλυση του πιο καυτού θέματος της τελευταίας εικοσιπενταετίας: του ονόματος της ακατονόμαστης…

Μόνο που γρήγορα διεφάνη πως οι σχετικοί χειρισμοί της είναι δυνατόν να έχουν και μια εσωτερική διάσταση. Θα μπορούσαν να της επιτρέψουν «αξιοπρεπή» απόδραση από την εξουσία. Παράλληλα θα προκαλούνταν τριγμοί, ίσως και διασπαστικές τάσεις στον βασικό πολιτικό αντίπαλο, τη ΝΔ, εφόσον καραδοκεί και ο «μη ριψάσπις» (!), πλην πλήρως ανελλήνιστος στρατηγός, καθώς και οι γνωμακόλουθοί του…

Αν, όμως, κάνουμε αφαίρεση της εσωτερικής διάστασης του Μακεδονικού, υπάρχει άραγε ουσιαστική δυνατότητα και προοπτική η ελληνική κοινωνία να το αντιμετωπίσει αυτοβούλως; Πιο ορθολογικά, τουλάχιστον, από όσο αντιμετώπισε προ ετών την προσπάθεια Σημίτη/Γιαννίτση για το Ασφαλιστικό; Μολονότι η διαιώνιση της τυπικής εκκρεμότητας μόνο προς όφελός μας δεν είναι -και γιατί παγιώνεται η ανά την υφήλιο χρήση του ονόματος «Δημοκρατία της Μακεδονίας», αλλά και γιατί καταναλώνουμε ατελεσφόρως το περιορισμένο κεφάλαιο διεθνοπολιτικής παρεμβατικότητας που διαθέτουμε –η λογική των πραγμάτων, άλλως ο παραλογισμός των συλλαλητηρίων, λέει «μάλλον όχι». Και το ερώτημα είναι «γιατί»;

Και εδώ η προφανής απάντηση είναι πως οι λαοί –όχι μόνο ο ελληνικός –ζούνε με τους μύθους και την ιστορία τους. Πιο σωστά: με τους μύθους που δημιούργησε η Ιστορία τους… Για τη Μακεδονία η χώρα μας έκανε δύο πολέμους, θυσίασε τον βασιλιά Γεώργιο, χρησιμοποίησε –μέσω του Κωνσταντίνου –τον Κάιζερ για να διασφαλίσει την Καβάλα, ενώ η στάση του ΚΚΕ για τη Μακεδονία έδωσε στην ελληνική εθνικοφροσύνη το αναγκαίο συνεκτικό ιδεολόγημα για την καταστολή της κομμουνιστικής επανάστασης. Επιπρόσθετα, τόσο η μεικτή εθνολογική σύνθεση της περιοχής, έως τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, όσο και η εν πολλοίς αντιμετώπιση των Μακεδόνων από τους «χαμουτζήδες» ως μειωμένης ελληνικότητας («βούλγαροι», «τουρκόσποροι» μετά την εγκατάσταση εκεί μεγάλου μέρους των προσφύγων, κ.λπ.) οδήγησε στην ανάπτυξη στη Βόρεια Ελλάδα ενός συνδρόμου εθνικής υπεραναπλήρωσης, που καθιστά κάθε ονοματολογικό συμβιβασμό εξαιρετικά δυσεπίτευκτο.

Συμπέρασμα; Αν φέρει κάποια αποτελέσματα η ανακίνηση του ονοματολογικού, πιθανότερο είναι αυτά να αφορούν την εσωτερική πολιτική… Μπορεί ασφαλώς να οδηγήσει στην πολυδιάσπαση του δεξιού χώρου… Μπορεί να εμπλουτίσει το πολιτικό πεδίο με περαιτέρω γραφικότητα… Μπορεί, όμως, να οδηγήσει και σε απομάκρυνση του συριζισμού από την εξουσία, για το μόνο θέμα όπου αυτός έδειξε να μην έχει πάρει διαζύγιο από τον πραγματισμό…

Ο Θανάσης Διαμαντόπουλος είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης