Κάποια προφανή δεδομένα –ως απαράδεκτα δρώμενα και ασύμμετρες συμπεριφορές –σε κρισίμως ευαίσθητες παρυφές των εθνικών ορίων, εγκυμονούν αδυσώπητους για μας κινδύνους. Ή τουλάχιστον προκαλούν εύλογες ανησυχίες, όσον αφορά την σταθερότητα και την ίδια την ακεραιότητα της χώρας. Καθώς κάποιοι στοχευμένοι προσδιορισμοί από επίσημα τουρκικά χείλη, αφενός υπερβαίνουν την αβλαβή ρητορική. Και αφετέρου αποβαίνουν δείκτες εκδήλων διαθέσεων και τεκμαρτών προθέσεων με σαφώς επεκτατικό πρόσημο.

Αναφορές σε «Μητέρα πατρίδα που παραστέκεται» (και μάλιστα με όρους οιονεί προστατευτισμού) όσον αφορά την «τουρκική μουσουλμανική» (sic) μειονότητα της Θράκης, όταν διατυπώνονται από κορυφαίο θεσμικό παράγοντα της γείτονος, ενέχουν ιδιαίτερη σημασία και αποκτούν ειδικότερο βάρος. Κωδικοποιώντας έωλες στρατηγικές προθέσεις. Και μάλιστα στα πλαίσια ενός υπερφίαλου μεγαλοϊδεατισμού, που διαλαμβάνει κι επέκεινα «τουρκικές κοιτίδες» στη βαλκανική εκδοχή τους! Οπως Κόσοβο. Και όπως Βουλγαρία και Σκόπια. Οπου ήδη (διαλαμβανομένης και της Αλβανίας) η Αγκυρα ενεργεί με άκρως επηρμένα κηδεμονευτικά σύνδρομα. Παράγωγα νεόκοπου οθωμανικού πλέγματος, στο οποίο παλινδρομεί με απροκάλυπτες επιδιώξεις ο Ερντογάν.

Κι αυτά διέπουν τη σύνολη τουρκική εξωτερική πολιτική. Πράγμα που συνδράμει και αναπαράγει δυνάμει, τη νοσηρή εσωστρέφεια. Και που την ίδια στιγμή, ευθύνεται για την κατάσταση ολοσχερούς εν πολλοίς απομονώσεως της χώρας. Κυρίως όμως την καθιστά ολοένα (περιφερειακώς τουλάχιστον) επικινδυνότερη. Καθώς αυτές οι προδιαγραφές, κινούνται σε μια κατάσταση απολύτου αστάθειας. Με την περιοχή να διέπεται από δυναμικές κινουμένης άμμου. Κάτι που επαυξάνει τους κινδύνους.

Πέραν όμως αυτών: Ειδικότερα σε ό,τι αφορά την Θράκη (στην οποία η Αγκυρα επενδύει για διεύρυνση της στρατηγικής της επιρροής) τα πράγματα είναι πολύ πιο επικίνδυνα, και γι’ άλλους και αυτόδηλους λόγους:

1. Πρωταρχικά λόγω γεωγραφίας. Καθώς εφάπτεται των τουρκικών συνόρων. Κάτι που αφεαυτού πρέπει να λειτουργεί ως προς εμάς, με δυναμικές συνεχούς επαγρυπνήσεως.

2. Γιατί ως μειονότητα, το μουσουλμανικό στοιχείο είναι ιδιαιτέρως συμπαγές. Και σ’ αυτό συνδράμει τα μέγιστα η παρουσία κι ευρυμένη (κυρίως όμως μεθοδική) δραστηριότητα του τουρκικού προξενείου. Που φροντίζει να καλλιεργεί και να υποθάλπει τα εθνικά χαρακτηριστικά της.

3. Με στήριγμα κάποιες ευρωπαϊκές θεσμικές παραμέτρους, προάγεται (και ολοένα και περισσότερο προβάλλεται) το «δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού». Με υπέρβαση των πλαισίων που απορρέουν από τη Συνθήκη της Λωζάννης.

Κι άλλωστε ο Ερντογάν την έχει ουσιαστικά καταγγείλει. Εκδηλώνοντας προθέσεις γεωπολιτικών αναθεωρήσεων. Και κατά συνέπειαν: Επαναγεωγραφήσεων! Με ό,τι αυτό σημαίνει. Και με ό,τι συνεπάγεται. Κάτι βεβαίως που αφενός εξαρτάται από ευρύτερες περιφερειακές συγκυρίες. Και που αφετέρου συναρτάται προς τις στρατηγικές δυνατότητες εκείνων που εκδηλώνουν προθέσεις παρασπονδίας.

Γεγονός όμως είναι, ότι: Ολοένα και συχνότερα η μουσουλμανική μειονότητα μεταβαπτίζεται (και μεταγλωττίζεται) σε τουρκική. Και ως προς αυτό και τις συνέπειες που σε δεδομένη στιγμή θ’ αναπαραχθούν, δεν χωρούν (και δεν συγχωρούνται) ψευδαισθήσεις. Ούτε ασφαλώς και υποτίμηση όσων συναπορρέουν. Τα οποία μέσα στον χρόνο –και υπό τις συνθήκες που η τουρκική κακοβουλία προάγει –τείνουν ν’ αποβούν τελικά έως και μοιραία, εάν δεν υπάρξουν αυτονοήτως αποτρεπτικές πολιτικές.

Οι οποίες βεβαίως δεν μπορούν να εδράζονται απλώς σε στείρες απαγορεύσεις και αρνητικές παρεμβολές (που στην ουσία θα ρίχνουν νερό στον μύλο της τουρκικής δολιότητος) αλλά σε ουσιαστικότερες και μελετημένες κινήσεις προσεταιρισμού της μειονότητος. Με κατά το δυνατόν απομάκρυνση από τις τουρκικές επιρροές. Κι αυτό περνά μέσα και από οικονομικά προγράμματα και από μεθοδευμένες συνθήκες ωσμώσεως και δυναμικές ενσωματώσεως.