Μια ακόμη αξιολόγηση που δεν κλείνει. Μια αξιολόγηση που είναι «στο τσακ» να κλείσει. Μια αξιολόγηση που θα κλείσει ως περήφανη νίκη ή ιταμή ήττα του κ. Τσίπρα. Ο (πολιτικός) χορός γύρω από την αξιολόγηση καλά κρατεί.

Η επικέντρωση στα δυο-τρία ζητήματα της αξιολόγησης που μένουν άλυτα χειραγωγεί την κοινή γνώμη. Είναι μια βολική στρατηγική για όλους. Με μια αίσια έκβαση, η κυβέρνηση θα μπορεί να ισχυρίζεται ότι κατάφερε να μεταπείσει τους «τοκογλύφους δανειστές». Οι δανειστές θα μπορέσουν κι αυτοί να δείξουν την πυγμή τους απέναντι στους μη-προτεστάντες Νοτιοευρωπαίους και να καθησυχάσουν τα εκλογικά τους ακροατήρια.

Και τα προβλήματα; Εννοώ, τα δικά μας προβλήματα: Ο πελατειασμός, η διαφθορά, η ανομία, η αναξιοκρατία; Αυτά που αποτελούν την αιτία κι όχι το αποτέλεσμα της έλλειψης ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας, της πολυνομίας / κακονομίας / στρεψονομίας, της καθυστέρησης της Δικαιοσύνης, των ανάπηρων θεσμών και της εύθραυστης δημοκρατίας μας; Αυτά θα τα έχει αντιμετωπίσει η αξιολόγηση; Τυπικά, ναι, κάποια εξ αυτών, ουσιαστικά όχι.

Εάν όμως είχαμε ένα πρόγραμμα που θα επικεντρωνόταν στα αποτελέσματα κι όχι στην ψήφιση κάποιων ρυθμίσεων, τότε δεν θα μπορούσε ουδείς να ερμηνεύει ως «μεταρρύθμιση του Ασφαλιστικού» τις οριζόντιες, τυφλές και, σε μεγάλο βαθμό, λανθασμένες περικοπές. Και τότε ο ΕΦΚΑ μάλλον δεν θα μπορούσε να είναι η τυπική μορφή μιας αναποτελεσματικής ασφαλιστικής δομής.

Εάν είχαμε ένα εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων που δεν θα περιφρονούσε τα πραγματικά δεδομένα και θα στηριζόταν στην επιλογή της καλύτερης λύσης, τότε δεν θα έφθαναν οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τις ΔΟΥ στα 94 δισ. ευρώ και ο αριθμός των οφειλετών στα 4,31 εκατομμύρια. Θα υπήρχε ένας ρεαλιστικός σχεδιασμός για τον εξορθολογισμό και τη μείωση των δημόσιων δαπανών που σήμερα βρίσκονται σε πολύ υψηλά επίπεδα (55,4% ΑΕΠ, ενώ δεν θα έπρεπε να υπερβαίνουν το 44% ΑΕΠ).

Ούτε θα επέβαλε το κράτος στους πολίτες πρόσθετα διοικητικά βάρη, όπως συμβαίνει με το Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης». Είναι το ίδιο που οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ περιφρονούσαν αποκαλώντας το «επίδομα φτώχειας» όταν διακινούσαν τον πομφόλυγα του «προγράμματος της Θεσσαλονίκης». Οταν, ύστερα από δύο χρόνια, κατάφεραν να δώσουν στους αστέγους και κατατρεγμένους την απλόχερη βοήθεια των 200 «αριστερών» ευρώ, απαίτησαν απ’ αυτούς να συμπληρώνουν 13 δικαιολογητικά!

Ενα πρόγραμμα πραγματικών μεταρρυθμίσεων θα αξιολογούσε το αποτέλεσμα κι όχι τις διαδικασίες, όπως συμβαίνει με την πάταξη της λαθρεμπορίας καυσίμων. Αφού η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι έχει καταρτίσει επιχειρησιακό σχέδιο για την αντιμετώπισή της κι αφού κατένειμε ρόλους μεταξύ δομών και αξιωματούχων, μας πληροφόρησε ότι έπειτα από σαράντα πέντε ελέγχους σε πρατήρια υγρών καυσίμων, διαπίστωσαν παρατυπίες σε τρία, στα οποία επέβαλαν διοικητικό πρόστιμο. Ωδινεν όρος και έτεκεν μυν!

Μάλλον, όμως, η ύπαρξη ενός προγράμματος πραγματικών αλλαγών είναι πολύ δυσκολότερη από την αξιολόγηση με την οποία μας ταλαιπωρούν ένθεν και ένθεν τόσο καιρό! Αλλά για να υπάρξει ένα τέτοιο πρόγραμμα φοβάμαι ότι θα πρέπει να διανύσουμε έναν μακρύ δρόμο με «προγράμματα» μνημονιακού τύπου. Ισως αυτό να είναι το τίμημα για την ανάκτηση μιας χαμένης ελληνικής ταυτότητας που θα μας επιτρέψει να μην παρασιτούμε, αλλά να παράγουμε, να μην εκλιπαρούμε την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη αλλά να πρωτοστατούμε γι’ αυτήν, έργοις και λόγοις.

Ο Παναγιώτης Καρκατσούλης είναι εμπειρογνώμων Δημόσιας Διοίκησης και πρώην βουλευτής με Το Ποτάμι