Ηταν ένα πυκνό τριήμερο διαπραγματεύσεων το περασμένο Σαββατοκύριακο στην Ουάσιγκτον, στο περιθώριο της Συνόδου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, αλλά οι παριστάμενοι και συμμετέχοντες ομολογούσαν ότι φεύγοντας ήταν ίσως πιο «χαμένοι» σε ό,τι αφορά το τι θα γίνει με το ελληνικό χρέος από πριν.

Μόνο ο γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε έκανε την έκπληξη και δήλωσε με αυτοπεποίθηση αποχωρώντας ότι το ΔΝΤ όχι μόνο θα μπει στο πρόγραμμα αλλά θα εκταμιεύσει και δόση πριν από τα τέλη του 2016. Στελέχη του ΔΝΤ χαμογελούσαν με νόημα στο άκουσμα της δήλωσης. Ο αμερικανός υπουργός Οικονομικών Τζακ Λιου έδειχνε και αυτός να μη γνωρίζει τι έκρυβε το σχόλιο του Γερμανού και φέρεται να απαντούσε σε όσους τον ρωτούσαν σχετικά: «Ρωτήστε τον ίδιο».

Μέχρι εκείνη τη στιγμή οι δύο πλευρές, ΔΝΤ και Ευρώπη, ή καλύτερα ΔΝΤ και Γερμανία, είχαν δώσει δείγματα ότι παραμένουν αμετακίνητες στις θέσεις τους.

Το ΔΝΤ, διά της Κριστίν Λαγκάρντ και του Πολ Τόμσεν, κατέστησε σαφές ότι επιμένει στην ανάγκη ρύθμισης του χρέους, που αυτή τη στιγμή θεωρεί ότι δεν είναι βιώσιμο. Θέλει επίσης διαρθρωτικές αλλαγές, ένα νέο μείγμα μέτρων περισσότερο αναπτυξιακό αλλά και με περικοπές στις υφιστάμενες συντάξεις.

Η Γερμανία, από την άλλη, αρνείται ότι το χρέος είναι θέμα της παρούσης. Επιμένει στην απόφαση της 24ης Μαΐου που προβλέπει μόνο βραχυπρόθεσμα μέτρα άμεσα και τα μεσοπρόθεσμα από το 2018, ανάλογα με τις τότε ανάγκες. Ταυτόχρονα, όμως, θέλει και το ΔΝΤ μέσα στο πρόγραμμα.

Αντίφαση; Τι εννοούσε τελικά ο Σόιμπλε όταν έλεγε ότι στο τέλος μπορεί να γίνουν όλα;

Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος παρατήρησε σωστά ότι «βαθιά στην καρδιά του» ο Σόιμπλε ξέρει πως πρέπει και αυτός κάτι να δώσει. Οχι ακόμη όμως. Οι διαπραγματεύσεις στο επίπεδο αυτό, ιδίως όταν συμμετέχει ένας εξόχως πολιτικός οργανισμός όπως είναι η ευρωζώνη, είναι συνήθως η τέχνη των συμβιβασμών. Μόνο που ακόμη δεν έχει φανεί οριστικά σε ποιο βαθμό και σε ποια θέματα θα υποχωρήσει η κάθε πλευρά και αν τελικά καταστεί δυνατή η επίτευξή του. Οι επικείμενες γερμανικές εκλογές βαραίνουν το σκηνικό.

Σενάριο 1ο

Συμβιβασμός με νέα μέτρα

Σύμφωνα με τις πληροφορίες, μετά τις συναντήσεις στην Ουάσιγκτον το σενάριο που αναδείχθηκε ανησυχητικά είναι αυτό των πρόσθετων μέτρων. Ο Πολ Τόμσεν το είπε εμμέσως και αμέσως στους συνομιλητές του και κατά τη δημόσια ομιλία του στην Ουάσιγκτον ότι αν δεν γίνει ρύθμιση χρέους, έτσι ώστε να καθίσταται αυτό βιώσιμο, τότε η μόνη λύση για να βγαίνει βιώσιμο το χρέος είναι να ληφθούν πρόσθετα μέτρα. Κι αυτό γιατί το ΔΝΤ θεωρεί ότι με τα υφιστάμενα μέτρα το πρωτογενές πλεόνασμα δεν θα φτάσει το 3,5% του ΑΕΠ το 2018, όπως αισιοδοξεί η Ευρώπη, αλλά μόνο το 1,6%.

Πηγές του ΔΝΤ δεν αποκλείουν να τεθεί θέμα μέτρων κάποια στιγμή κατά τις διαπραγματεύσεις που αρχίζουν την Τρίτη στην Αθήνα, στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης. Ούτως ή άλλως, το ΔΝΤ δεν πείσθηκε ποτέ ότι ο κόφτης που αποφασίστηκε είναι αποτελεσματικός. Θέλει κάτι ισχυρότερο και πιο σίγουρο. Αλλωστε, αν το ΔΝΤ μπει στο ελληνικό πρόγραμμα ξανά, θα θελήσει να έχει το δικό του Μνημόνιο (όπως είχε και παλιά, συντονισμένο όμως με αυτό της Ευρώπης). Οπως λέει πηγή από την ελληνική πλευρά, «αυτή τη φορά ίσως ζητήσει και δυο – τρία μέτρα επιπλέον».

Ισως γι’ αυτό και ο πρώην υπουργός Οικονομικών Νίκος Χριστοδουλάκης δήλωσε στη Βουλή την περασμένη Πέμπτη ότι καλύτερα να μην ευχόμαστε να επιστρέψει το ΔΝΤ στο πρόγραμμα (σ.σ. όπως κάνει εσχάτως η κυβέρνηση), γιατί αυτό γίνεται πάντα με βαρύ κόστος σε όρους μέτρων λιτότητας.

Οσον αφορά το χρέος, στο σενάριο αυτό δεδομένο πρέπει να θεωρείται προς το παρόν μόνο το πλαίσιο των βραχυπρόθεσμων μέτρων που ετοιμάζει ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας και περιλαμβάνει, κατά τις πληροφορίες, τα εξής:

α. Κατάργηση για το 2017 της επιβάρυνσης που επιβλήθηκε στο επιτόκιο δανεισμού της χώρας, προκειμένου να προχωρήσει στην επαναγορά ομολόγων το 2012.

β. Εξομάλυνση του προφίλ εξόφλησης, με την έκδοση περισσότερων ομολόγων μεγαλύτερης διάρκειας που θα αντικαταστήσουν άλλα μικρότερης διάρκειας, έτσι ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος του επιτοκίου.

γ. Αλλα μέτρα για τη μείωση του επιτοκιακού κινδύνου στο μέλλον, χωρίς να τεθούν σε κίνδυνο τα συμφέροντα των άλλων χωρών που ήταν σε πρόγραμμα.

Σημειώνεται ότι αυτή τη στιγμή το επιτόκιο δανεισμού του ESM για τα 30 χρόνια είναι 0,72%, σημαντικά χαμηλότερο από το μέσο επιτόκιο που έχει πει το ΔΝΤ ότι πρέπει να διαμορφωθεί για το ελληνικό χρέος, δηλαδή το 1,5%. Φυσικά, αυτό θα αφορά μόνο μικρό μέρος του χρέους, αλλά μπορεί να αποτελέσει μια καλή βάση συμβιβασμού του Ταμείου, σύμφωνα με εκτιμήσεις τραπεζικών κύκλων.

Σενάριο 2ο

Ιδανικό για την κυβέρνηση

Να προχωρήσει η ευρωζώνη από τώρα σε εξειδίκευση των μεσοπρόθεσμων μέτρων όπως ζητά το ΔΝΤ για να μπορεί να δικαιολογήσει βιωσιμότητα του χρέους στη μελέτη του και να επιστρέψει χωρίς απαιτήσεις για μέτρα. Αυτό δεν θεωρείται πολύ πιθανό, παρότι θα ήταν ιδανικό για την κυβέρνηση.

Ο Σόιμπλε τουλάχιστον δεν άφησε καμιά ελπίδα επ’ αυτού και οι γερμανικές εκλογές του επόμενου έτους δεν επιτρέπουν περιθώριο αισιοδοξίας ότι η γερμανική κυβέρνηση θα μιλήσει στους ψηφοφόρους της για ακόμη μία παραχώρηση στην Ελλάδα.

Σενάριο 3ο

Η ημιαποχώρηση του ΔΝΤ

Αν οι δύο πλευρές επιμείνουν έως το τέλος αμετακίνητες στις θέσεις τους, είναι πιθανό να υλοποιηθεί τελικά το σενάριο που παρουσίασε τις προηγούμενες ημέρες το πρακτορείο Reuters, δηλαδή να μη συμμετάσχει χρηματοδοτικά το ΔΝΤ στο πρόγραμμα, αλλά να παραμείνει σε ρόλο συμβούλου με αυξημένες αρμοδιότητες. Πρόκειται ουσιαστικά για τη συνέχιση αυτού που ήδη κάνει το Ταμείο. Πηγές των θεσμών επιβεβαιώνουν ότι εξετάστηκε ένα τέτοιο σενάριο, παρότι επισήμως το ΔΝΤ το αρνήθηκε.

Οι διαπραγματεύσεις στο επίπεδο αυτό, ιδίως όταν συμμετέχει ένας εξόχως πολιτικός οργανισμός όπως είναι η ευρωζώνη, είναι συνήθως η τέχνη των συμβιβασμών. Το αν τελικά θα καταστεί δυνατή η επίτευξη του στόχου μένει να φανεί, ιδιαίτερα όταν οι επικείμενες γερμανικές εκλογές βαραίνουν το σκηνικό