Είναι θλιβερό αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είναι αλήθεια. Στο ξεκίνημα μιας νέας πολιτικο-οικονομικής σεζόν η χώρα βρίσκεται ακριβώς εκεί όπου βρισκόταν και πέρσι. Ή πιο σωστά: η χώρα είναι στο ίδιο σημείο μείον τα δισ. που έχουν τραβήξει από την κοινωνία και την αγορά φόροι και περικοπές. Και όχι μόνο που έχουν τραβήξει αλλά και που έχουν να τραβήξουν –αφού ο ΕΝΦΙΑ συνεχίζει να είναι στον δρόμο ενώ έρχονται περικοπές στις επικουρικές και άλλα τινά.

Ο Πρωθυπουργός μπορεί να κάνει πρόβες για τη ΔΕΘ, αλλά οι υποσχέσεις των εκλογών του περασμένου Σεπτεμβρίου δεν ευοδώθηκαν. Στην εξουσία δεν προσήλθε για δεύτερη φορά ένας ΣΥΡΙΖΑ που να έχει ωριμάσει πολιτικά μετά τα λάθη και τα πάθη της επτάμηνης διαπραγμάτευσης που έφθασε στο χείλος της χρεοκοπίας. Με άλλα λόγια: που να έχει συνειδητοποιήσει ότι η μόνη έξοδος από το Μνημόνιο είναι αν μια κυβέρνηση προχωρήσει μπροστά. Και ότι η ψήφιση, ειδικά του Μνημονίου ΙΙΙ, από πέντε κόμματα –τα δύο που ασκούσαν εξουσία και τα τρία της δημοκρατικής αντιπολίτευσης –έδειχνε την αξία της συναίνεσης και, κυρίως, της σύνθεσης στην πολιτική.

Η χρονιά που πέρασε χάθηκε. Η χώρα πήγε πίσω. Η κυβέρνηση έχει στρατηγική καμένης γης και διχασμού στο εσωτερικό, αλλά και πολέμου χαρακωμάτων με τους δανειστές στο εξωτερικό. Προφανώς, οι κυβερνητικοί επιτελάρχες εκτιμούν ότι η φθορά τούς εξυπηρετεί και ότι ο χρόνος δεν τρέχει εις βάρος τους. Θυσιάζουν την κοινωνία όχι για να τη σώσουν αλλά γιατί νομίζουν ότι έτσι θα σωθούν οι ίδιοι. Ξεχνούν ότι οι εκάστοτε κυβερνώντες είναι ταυτισμένοι με τις τύχες της χώρας.