Τις κρισιμότερες ώρες το αποτελεσματικότερο εθνικό εργαλείο, κατά Τσόρτσιλ, είναι η «συνήθως περιφρονημένη κοινή λογική». Οπου δηλαδή το «δύο συν δύο» είναι οπωσδήποτε τέσσερα.

Στην περίπτωσή μας, το πρώτο «δύο» είναι ο κακοήθης δανειακός όγκος. Το δεύτερο είναι οι εμπεδούμενες αποσυνθετικές μας παθογένειες. Το «τέσσερα» της εν προκειμένω εξισώσεως είναι αφεύκτως η εθνική αποδόμηση! Τόσο απλό. Και κυρίως τραγικό, παρά την αδασμολόγητη ελπιδολογία, που ευημερεί ως εν πολλοίς ανυπόληπτο συστατικό του χρεοκοπημένου πολιτικού λόγου. Η άλλη και τραυματική αλήθεια. Πέρα από αναμηρυκαζόμενα «θα» και παραμύθια. Από αυτή την ενδοσκοπική διαλεκτική ανακύπτουν κάποια προφανή ερωτήματα. Ως δείκτες αδιέξοδης πορείας. Ή και απορίας, με την αμφίσημη εκδοχή της.

Το πρώτο λοιπόν: Τι θα συμβεί όταν και η νέα δόση αποδοθεί και τελικά εξαϋλωθεί; Και τι θ’ απαιτηθεί για την εξ ανάγκης επόμενη, προκειμένου αφενός να κατευνασθούν στερητικά σύνδρομα και αφετέρου ν’ αποσοβηθεί «πτωχευτικό γεγονός»; Εάν φυσικά (και όταν) οι δανειστές ευδοκήσουν. Διότι εν προκειμένω (και παρωδώντας τον Δημοσθένη) «δει συνεχών δόσεων και άνευ τούτων ουδέν εστί γενέσθαι των δεόντων»!

Το δεύτερο: Ποιο μέρος του πολιτικού φάσματος από μόνο του μπορεί και διαθέτει τους κατάλληλους ώμους για να σηκώσει τα επιπλέον βάρη και να υπερβεί τις νέες συνέπειες που αφεύκτως θ’ αναπαραχθούν και σ’ επίπεδο εθνικής πολιτικής και στο επίπεδο της ήδη τραυματικής καθημερινότητας;

Το τρίτο –και κρισιμότερο: Ποιες εναλλακτικές (και προπαντός κοινή συναινέσει) επιλογές υπάρχουν, προκειμένου ν’ αντιμετωπισθούν τυχόν αδόκητες (κι επιθετικές) περιστάσεις; α) Είτε σε σχέση με τυχόν χρεοκοπικές υποτροπές. β) Είτε όσον αφορά ενδεχόμενες περιπλοκές σε γενικότερα κοινοτικά ζητήματα (όρα Brexit) που μας επηρεάζουν, χωρίς να τα επηρεάζουμε. γ) Είτε σχετικά με παρόξυνση κρίσεων που θ’ ανέκυπταν από την επιδεινούμενη περιφερειακή ρευστότητα.

Το κεντρικό ερώτημα συμπτύσσεται στο κατά πόσο υπάρχουν ακόμη σ’ εμάς, δυνατότητες στρατηγικής και αντιστάσεων. Οι οποίες και προαπαιτούν το εξίσου απλό: Ισχύ! Και ισχύς υπάρχει μόνο εκεί όπου συνυπάρχει ως ελάχιστος συντελεστής συνειδητή ενότητα. Εάν αυτό λοιπόν δεν υφίσταται, τότε πολιτεία και πολίτες οδεύουν επί κενού. Και οπωσδήποτε με τα δανει(α)κά δεκανίκια, με προφανές κόστος την περιστολή μέρους της εθνικής κυριαρχίας.

Εάν σ’ αυτά λοιπόν είτε δεν υπάρχουν απαντήσεις είτε αν υπάρχουν είναι ανεπαρκείς, τότε ενυπάρχει κενό. Και προοπτική επί κενού δεν έχει νόημα. Κι αυτό συνιστά το μείζον. Και ως πρόβλημα. Και ως κίνδυνος. Αλλά και ως ενοχικό εν πολλοίς τεκμήριο. Με βασικό κατηγορούμενο το πολιτικό σύστημα.

Κατακλείδα: Τέτοιες διαγνωστικές τομές δεν δίδουν απαντήσεις. Ούτε από τους άγονους (κι εμφυλιοπολεμικούς) διαγκωνισμούς προάγονται λύσεις. Απλώς επιβεβαιώνεται (κι επιδεινώνεται) η καταθλιπτική στενωπός.