Στα περίπου 72 εκατομμύρια ευρώ ανέρχεται το ετήσιο κόστος προσαρμογής της γεωργίας στις αλλαγές του κλίματος για την κατασκευή αρδευτικών και έργων προστασίας, σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην Εθνική Στρατηγική για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή.

Η γεωργία, η κτηνοτροφία, τα δασικά οικοσυστήματα, οι υδάτινοι πόροι και ο τουρισμός είναι μερικοί μόνο από τους τομείς που αναμένεται να πληγούν ιδιαίτερα μέσα στα επόμενα χρόνια από την κλιματική αλλαγή.

Σε ό,τι αφορά τη γεωργία η ανάδειξη μέτρων προσαρμογής σε παραδοσιακές καλλιέργειες με σημαντικό οικονομικό και κοινωνικό ενδιαφέρον, όπως είναι για παράδειγμα οι ελαιοκαλλιέργειες και οι αμπελοκαλλιέργειες, καθίσταται πλέον επιτακτική.

Ετσι, σε μια προσπάθεια να δημιουργηθεί ένας «οδηγός» για τους αγρότες της Μεσογείου προκειμένου να γνωρίζουν, για παράδειγμα, τις καλλιέργειες που ενδείκνυνται στις νέες αλλαγές του καιρού, αυτές που χρειάζονται λιγότερο νερό για πότισμα και είναι πιο ανθεκτικές στην υψηλή αλατότητα, είναι σε εξέλιξη από τον περασμένο Οκτώβριο ένα πρόγραμμα που μελετά τις επιπτώσεις στη γεωργία των κλιματικών αλλαγών σε Κρήτη, Κύπρο και Σικελία.

Η επιλογή των τριών νησιών δεν είναι τυχαία. Οι επιστήμονες μελετούν το υγρό και βροχερό κλίμα της Σικελίας, το ξηρό κλίμα της Κρήτης και το ακόμη πιο ξηρό κλίμα της Κύπρου με στόχο να έχουν στη φαρέτρα τους όπλα που αυξάνουν την ανθεκτικότητα της γεωργίας της Μεσογείου απέναντι στις κλιματικές αλλαγές.

Σύμφωνα με την έκθεση για τις Περιβαλλοντικές, Οικονομικές και Κοινωνικές Επιπτώσεις της Κλιματικής Αλλαγής στην Ελλάδα (παρουσιάστηκε τον Ιούνιο του 2011 σε εκδήλωση της Τραπέζης της Ελλάδος στο Μέγαρο Μουσικής), αν δεν ληφθεί κανένα μέτρο για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων από τις κλιματικές αλλαγές στην Ελλάδα, τότε η ζημιά για την ελληνική οικονομία έως το 2100 θα είναι 701 δισ. ευρώ –σε σταθερές τιμές του 2008.

Η γεωργία στη Μεσόγειο

Πώς αναμένεται να επηρεαστεί η γεωργία στη Μεσόγειο από την κλιματική αλλαγή

Οπως αναφέρει ο διευθυντής Ερευνών στο Ινστιτούτο Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών Χρήστος Γιαννακόπουλος, εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής στα επόμενα χρόνια αναμένουμε:

– Μείωση στην απόδοση των καλλιεργειών λόγω των πολύ υψηλών θερμοκρασιών.

– Συχνότερες καταστροφές καλλιεργειών λόγω αύξησης στη συχνότητα ακραίων καιρικών φαινομένων.

– Αύξηση της ζήτησης νερού για άρδευση και μείωση στη διαθεσιμότητα του νερού εξαιτίας παρατεταμένων περιόδων ξηρασίας.

– Αρνητικές επιπτώσεις στη γονιμότητα του εδάφους και μείωση της ποικιλότητας των καλλιεργειών.

– Αύξηση του κινδύνου διάβρωσης του εδάφους λόγω αύξηση των ακραίων βροχοπτώσεων.

– Αύξηση στον πολλαπλασιασμό ασθενειών, παρασίτων και ζιζανίων εξαιτίας της αύξησης της θερμοκρασίας και της υγρασίας του αέρα.

Οι στόχοι του προγράμματος

Μέσω του προγράμματος οι ειδικοί στοχεύουν να έχουν μια εκτίμηση της μελλοντικής κλιματικής αλλαγής στα τρία νησιά της Μεσογείου με ταυτόχρονη εκτίμηση της τρωτότητας.

Με τη συγκέντρωση όλων αυτών των στοιχείων οι επιστήμονες ευελπιστούν να φτιάξουν ένα εργαλείο υποστήριξης αποφάσεων που θα επιτρέπει τον εμπεριστατωμένο σχεδιασμό προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή της γεωργίας.

Ο σχεδιασμός περιλαμβάνει:

– Προσαρμογή του χρονικού προγραμματισμού των γεωργικών εργασιών, όπως για παράδειγμα φύτευση και σπορά σύμφωνα με τις νέες εποχικές συνθήκες.

– Τεχνικές λύσεις, όπως είναι για παράδειγμα η προστασία των καλλιεργειών από τον πάγο, το χαλάζι, τις πλημμύρες και τις πολύ υψηλές θερμοκρασίες.

– Επιλογή καλλιεργειών καλύτερα προσαρμοσμένων στις νέες κλιματικές συνθήκες και στη μειωμένη διαθεσιμότητα νερού και πιο ανθεκτικών σε υψηλή αλατότητα.

– Βελτίωση της αποτελεσματικότητας ελέγχου των παρασίτων και των ασθενειών μέσω λ.χ καλύτερης παρακολούθησης, διαφοροποιημένων εναλλαγών καλλιεργειών ή ολοκληρωμένων μεθόδων διαχείρισης παρασίτων.

– Πιο αποδοτική χρήση νερού μέσω της μείωσης των απωλειών, βελτίωση των μεθόδων άρδευσης και ανακύκλωσης – αποθήκευσης νερού.

– Βελτίωση της διαχείρισης του εδάφους μέσω π.χ. της αύξησης της κατακράτησης νερού και των θρεπτικών συστατικών.

Στην Κρήτη οι πιλοτικές περιοχές μελέτης είναι η πεδιάδα της Μεσσαράς και η πεδιάδα Χανίων. Στην Κύπρο μελετώνται η Πάφος και Λάρνακα και στη Σικελία οι περιοχές Τράπανι και Ενα.

Σύμφωνα με τους επιστήμονες που τρέχουν το πρόγραμμα, αυτό θα διαμορφώνεται συνεχώς και η επίτευξη των στόχων θα γίνεται με τη συμμετοχή των αρμόδιων γεωργικών φορέων από τις Περιφέρειες της Κρήτης, της Κύπρου και της Σικελίας, αλλά και των ομάδων που περιλαμβάνουν, εκτός των άλλων, γεωργικούς συνεταιρισμούς στις περιοχές μελέτης, γεωπόνους κ.ά.

«Στην Κύπρο έχουμε ήδη πραγματοποιήσει μια συνάντηση με τους αρμόδιους φορείς τον περασμένο Μάιο. Μας ζήτησαν να δούμε πόσο αναμένεται να αλλάξει ο αριθμός των ημερών όπου θα επικρατούν θερμοκρασίες άνω των 35 βαθμών Κελσίου» λέει στα «ΝΕΑ» ο Χρήστος Γιαννακόπουλος. «Μας ζήτησαν επίσης να μελετήσουμε πόσο θα αλλάξει η ετήσια βροχόπτωση, μια και ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για την καλλιέργεια της πατάτας. Για την Κρήτη έχουμε προγραμματίσει συνάντηση στις 8 Ιουλίου 2016».

Η παραγωγικότητα

Το είδος, η ποσότητα και η ποιότητα των γεωργικών προϊόντων εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από το κλίμα. Οι κλιματικές μεταβολές που επηρεάζουν την παραγωγικότητα των καλλιεργειών είναι η θερμοκρασία του αέρα, η ένταση και η διάρκεια της έκθεσης στην ηλιακή ακτινοβολία και η συγκέντρωση διοξειδίου του άνθρακα της ατμόσφαιρας, καθώς και η διάρκεια και ένταση των ακραίων φαινομένων.

Επιπλέον, σημαντικό ρόλο αναμένεται να παίξει η υποβάθμιση των γεωργικών εδαφών λόγω της διατήρησης ή επαύξησης του φαινομένου της ερημοποίησης.

Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με την έκθεση της Τραπέζης της Ελλάδος για τη Β. Μεσόγειο όπου βρίσκεται και η Ελλάδα (στην περίπτωση που επικρατήσουν τα σενάρια που προβλέπουν αύξηση της θερμοκρασίας κατά 2 βαθμούς Κελσίου), προβλέπεται μείωση κατά 9,33% για τις βολβώδεις καλλιέργειες (παζάρια, κρεμμύδια, σκόρδα) και αύξηση έως και 12,49% για τα σιτηρά.

Οι επιπτώσεις στις δενδρώδεις καλλιέργειες αναμένεται να είναι αρνητικές ιδιαίτερα στη Νότια Ελλάδα και την Κρήτη. Για τον αραβόσιτο οι προβλέψεις κάνουν λόγο για μείωση των αποδόσεων στη Θεσσαλία έως και 20%, ενώ μελέτη για την περίοδο 2071-2100 η παραγωγή του αραβοσίτου θα μειωθεί έως και 55% και η παραγωγή σκληρού σίτου θα παρουσιάσει μεγάλη διαφοροποίηση από -67% έως +15%.

Ευάλωτη η Μεσόγειος

Ολες οι μελέτες συγκλίνουν ότι τα επόμενα χρόνια η περιοχή της Νότιας Ευρώπης και ειδικότερα της Μεσογείου θα είναι ευάλωτη αναφορικά με τη φυτική παραγωγή, γεγονός με εξαιρετική σημασία για την Ελλάδα.