Χάνουν το τρένο στην Ειδομένη οι εισαγωγές και οι εξαγωγές, καθώς άρχισαν οι πρώτες ακυρώσεις φορτίων από εταιρείες – πελάτες της ΤΡΑΙΝΟΣΕ.

Σε ένα τοπίο που θυμίζει καζάνι που βράζει, και ενώ η σιδηροδρομική γραμμή παραμένει κλειστή για 30ή συνεχή ημέρα, εισαγωγικές και εξαγωγικές επιχειρήσεις δεν βλέπουν ούτε να έρχονται ούτε να φεύγουν στην ώρα τους τα εμπορεύματα από και προς την Ελλάδα. Είτε λοιπόν επιλέγουν άλλους δρόμους είτε παγώνουν τις παραγγελίες.

Τις τελευταίες ημέρες πελάτες της ΤΡΑΙΝΟΣΕ έκαναν πράξη τις προειδοποιήσεις τους και προχώρησαν, σύμφωνα με πληροφορίες των «ΝΕΩΝ», στις πρώτες ακυρώσεις ή σε πάγωμα 300 – 400 φορτίων, τα οποία ισοδυναμούν με το 20% του συνολικού διακινούμενου όγκου του τελευταίου 15νθημέρου.

ΒΑΣΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ. Πρόκειται για εμπορεύματα που έχουν ως παραλήπτες ελληνικές επιχειρήσεις και θυγατρικές πολυεθνικών από το λιανεμπόριο, τα τρόφιμα, τα βασικά προϊόντα ευρείας κατανάλωσης (χαρτικά, είδη υγιεινής, κ.ά.), την ξυλεία, τα χημικά προϊόντα που προορίζονται για τη βιομηχανία ή ακόμη και για επιχειρήσεις όπως η ΔΕΗ. Βλέποντας εδώ και έναν μήνα οι εταιρείες αυτές να χάνουν χρήματα, προτιμούν είτε να ακυρώνουν προγραμματισμένες παραγγελίες είτε να μεταφέρουν οδικώς τα εμπορεύματα. Σε αυτή την περίπτωση το κόστος αυξάνεται τουλάχιστον κατά 25%. Ανάλογη είναι η κατάσταση και στις εξαγωγικές επιχειρήσεις, με ακυρώσεις παραγγελιών από πελάτες τους λόγω των μεγάλων καθυστερήσεων και του υψηλότερου κόστους που συνεπάγεται το μπλόκο στην Ειδομένη.

ΟΙ ΑΝΤΟΧΕΣ ΕΞΑΝΤΛΟΥΝΤΑΙ. Σαν να μην έφτανε το μπλακάουτ σε εισαγωγές – εξαγωγές, η υπερφορολόγηση, η αβεβαιότητα και το ρίσκο που συνεπάγεται η καθυστέρηση της αξιολόγησης κάνει τις «αντοχές των συνεπών να εξαντλούνται», όπως αναφέρει ο ΣΕΒ. Η μεν βιομηχανική παραγωγή τον Φεβρουάριο μειώθηκε 3%, η δε καταναλωτική εμπιστοσύνη συνεχώς υποχωρεί και δεν είναι τυχαίο ότι οι αγορές νέων αυτοκινήτων μειώθηκαν κατά 2,4% στο πρώτο τρίμηνο. Εξαπολύοντας για μια ακόμη φορά δριμεία κριτική στην κυβέρνηση, ο ΣΕΒ την κατηγορεί στο εβδομαδιαίο του δελτίο ότι «επιχειρεί δημοσιονομικά πλεονάσματα μέσω της υπερφορολόγησης των συνεπών φορολουμένων και των επιχειρήσεων που έχουν ακόμη μείνει όρθιες, ενώ αφήνει στο απυρόβλητο τις δαπάνες του Δημοσίου».

Κλιμακώνοντας –όπως κάνει τον τελευταίο καιρό –την κριτική της, η βιομηχανία προειδοποιεί για τις καταστροφικές συνέπειες που θα έχει η αύξηση του ΦΠΑ σε προϊόντα και η αύξηση της φορολογίας των μερισμάτων από 10% σε 15% στους μετόχους επιχειρήσεων που ακόμη έχουν κέρδη, εξακολουθούν να πληρώνουν φόρους και κάνουν επενδύσεις. Εκτιμά ότι δεν θα επιστρέψουν τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα οι καταθέσεις στις ελληνικές τράπεζες, αφού δεν υπάρχει εμπιστοσύνη στις πολιτικές που ακολουθούνται, ενώ προβλέπει ότι τα capital controls θα παραμείνουν για καιρό μαζί μας.

Η ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ. Επισημαίνει ότι η αποταμίευση των νοικοκυριών σήμερα έχει φτάσει στο -6,6% ως ποσοστό του ΑΕΠ, δηλαδή καταναλώνουν πολύ περισσότερο απ’ όσο επιτρέπει το εισόδημά τους σε μια προσπάθεια να διατηρήσουν κάποιο ελάχιστο επιθυμητό επίπεδο ζωής. Τέλος αναφέρεται σε εκτεταμένο σύστημα συναλλαγών (σ.σ.: υπονοεί τριγωνικών) που έχουν αναπτύξει μεταξύ τους κυρίως οι μικρές επιχειρήσεις με τη χρήση τραπεζικών λογαριασμών στο εξωτερικό (Κύπρο, Βουλγαρία), προκειμένου να μην κλείσουν.