Η έκδηλη για πολλούς (και υποσυνείδητη για κάποιους άλλους) ευφορία που ανέκυψεν αίφνης από τη ρωσοτουρκική κρίση καλό είναι να περάσει και από τη δοκιμασία ψυχραιμότερης λογικής και διαλεκτικότερης προσεγγίσεως. Πριν δηλαδή αποβεί θύμα των ανεξέλεγκτων (και οπωσδήποτε αδασμολόγητων) προφητειών. Και πριν με βεβαιότητα (εάν όχι με βιαιότητα) τελικώς αποδομηθεί. Οπως και άλλες παρόμοιες παρέτυχαν στη νεοελληνική εθνική διαδρομή. Ως εν πολλοίς δικαιολογημένα παράγωγα ευσεβών πόθων.

Αυτό βεβαίως δεν είναι το χειρότερο. Το χειρότερο είναι να βρεθούμε τελικά στα πόδια των ελεφάντων που «σηκώνουν τα μανίκια για καβγά». Γιατί: Καλό μεν (κι ευκταίο) θα ήταν, εάν η ρωσική αρκούδα (ή καλύτερα το «ξανθό γένος») έδινε κάποιο μάθημα στα όντως αλαζονικώς ανατασσόμενα οθωμανικά σύνδρομα. Οχι ασφαλώς ως μέρος αιματοκυλίσματος. Και ακόμη καλύτερα θα ήταν εάν ο σουλτάνος της γείτονος διέπραττε το μοιραίο σφάλμα, προσφέροντας τις επιζητούμενες ενδεχομένως αφορμές. Πλην: Οσο περνούν οι μέρες τόσο επιβεβαιώνεται ότι το παιχνίδι μάλλον «ήταν στημένο». Και ότι τελικά οι εν όπλοις νατοϊκοί εταίροι και το γνώριζαν και το ήθελαν και το καλύπτουν. Περίπου. Ή κι ενδεχομένως απόλυτα. Για λόγους που έχουν να κάμουν μάλλον με βυθοσκόπηση ρωσικών προθέσεων και δοκιμή δυνατοτήτων. Με ό,τι αυτό σημαίνει. Και σημαίνει πολλά. Τα οποία και συν τω χρόνω θα δούμε ως ανελισσόμενες πτυχές του ψυχροπολεμικού μετώπου που κλιμακώνεται σε βαθμό άκρως επικίνδυνο.

Πέραν όμως των δρωμένων (και αυτών ή των άλλων ερμηνειών τους) το γεγονός που αυτή τη στιγμή αφορά εμάς και πρέπει να μας προβληματίζει –προκειμένου ν’ αντιμετωπίσουμε τα προφανή του έκδοχα –είναι ότι:

1. Η Τουρκία, όχι απλώς επανακάμπτει –όπως και επί Σοβιετίας –ως καθαυτό στρατηγική επιλογή (κι αιχμή) του ατλαντισμού, αλλά και αποβαίνει βασική δικλίδα των κρισίμων περιφερειακών εξελίξεων όπως αυτές τείνουν να διαμορφωθούν. Με τις μετοχές της αυτονοήτως σε ανιούσα. Και την ισχύ της ν’ ανατάσσεται για λόγους που δεν είναι δύσκολο να κατανοηθούν.

2. Ως αποτέλεσμα (και κυρίως με αντίληψη των κρίσιμων αναγκαιοτήτων που την προικοδοτούν) η Αγκυρα εκδηλώνει απροκάλυπτα επιθετικά σύνδρομα. Ως «φαιός (ισλαμο-εθνικιστικός) λύκος». Μέρος των οποίων ακριβώς αφορούν την Ελλάδα. Καθηλωμένης δυστυχώς σε ρόλο οιονεί γαλαζοσκουφίτσας. Και τα οποία ενδεχομένως θα αισθανθούμε με όρους εκβιαστικών στρατηγικών και ανάλογων ενεργειών. Οι οποίες και θα σκοπούν στη δημιουργία γεωπολιτικών τετελεσμένων σε συγκεκριμένες περιοχές της εθνικής μας κυριαρχίας. Τις οποίες ανέκαθεν αμφισβητούσε με την πρακτική των λεγομένων «γκρίζων ζωνών».

3. Οι αναδυόμενες δυναμικές των γεγονότων στη σύνολη περιοχή (στην οποία εφαπτόμεθα) κυοφορούν αδόκητα δεδομένα και αναπαράγουν καταστάσεις που θα επενεργήσουν αναλόγως και στα καθ’ ημάς. Με άξονα όχι μόνο την επαναγεωγράφηση εθνικών ορίων, αλλά και την ανάδυση νέων ενεργειακών πεδίων. Απ’ αφορμή και για τη νομή των οποίων «θα ξαναμοιραστεί αναλόγως η τράπουλα». Με όρους περιφερειακών ισοζυγίων. Διασφαλίσεως δηλαδή επιρροών και ανακατανομής ρόλων. Κι αυτά –εφόσον δρομολογηθούν –δεν θα είναι αναστρέψιμα. Με την Τουρκία, εν προκειμένω, να διεκδικεί θέση στρατηγικού τοποτηρητή!

Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο και παρά την ατυχή για τον Ελληνισμό συγκυρία (λόγω προϊούσης χρεοκοπικής ολισθήσεως και των αδυναμιών που αναπαράγει) Αθήνα και Λευκωσία πρέπει να ιχνηλατήσουν ταχύτατα παραγωγικούς τρόπους υπερβάσεων. Προκειμένου: Αφενός, ν’ αποσοβήσουν ενδεχόμενες επικίνδυνες υποτροπές σε καίρια εθνικά ζητήματα κι εκκρεμότητες. Και αφετέρου, να μη βρεθούν εκτός νυμφώνος σε ό,τι αφορά το αναδυόμενο νέο γεωστρατηγικό περιβάλλον. Γιατί αυτό θα ήτο τουλάχιστον ατυχές. Για να μη πούμε μοιραίο.

Ο Α. Λυκαύγης είναι δημοσιογράφος – πολιτικός αναλυτής