Το προχθεσινό βράδυ στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών ήταν ξεχωριστό. Η δεύτερη συναυλία της Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Ισραήλ υπό τη διεύθυνση του Ζούμπιν Μέτα με έργα Σένμπεργκ, Μάλερ και, κυρίως, τη δεύτερη πιο δημοφιλή στην ιστορία της μουσικής Ενάτη του Ντβόρζακ ήταν μια ευτυχής συνάντηση δεξιοτήτων, εργατικότητας, βαθιάς γνώσης, εκλεπτυσμένου γούστου, εξωστρέφειας. Υπό άλλες συνθήκες, θα έλεγε κανείς ότι ήταν μια εκδήλωση στο πλαίσιο της κανονικότητας ενός προηγμένου κράτους, μιας προηγμένης δυτικής κοινωνίας. Αλλά εν προκειμένω ήταν μια ανάσα κανονικότητας σε μια δύστροπη καθημερινότητα.

Ακούω ήδη μια ευρέως διαδεδομένη αντίρρηση: κάποιος πολύ πλούσιος πλήρωσε προκειμένου η αθηναϊκή μπουρζουαζία (και όσοι ζουν την ψευδαίσθηση ότι βρίσκονται στις παρυφές της) να βυθιστεί στην πανάκριβη ματαιοδοξία της. Αλλά όλα αυτά εμάς δεν θα πρέπει να μας ενδιαφέρουν, κατά μία εκδοχή (που κυκλοφορεί για τις αμαρτίες μας) είναι αστικές παρεκβάσεις, ο κόσμος έχει ανάγκη από παράδοση, από ποπ μεταμοντερνιά κι από διδακτική τέχνη. Περιθωριακές απόψεις γραφικές, ξεκομμένες από τη ζωή, ξαναβρίσκουν βήμα.

Βεβαίως, οι δύο χιλιάδες που είχαν αγοράσει εισιτήριο είναι μια διακριτή μειοψηφία μέσα στην κοινωνία. Αλλά είναι λάθος να νομίζει κανείς πως βρίσκονται στην αναπαυτική μεριά της –ανάμεσά τους είδα φοιτητές, μισθοσυντήρητους, συνταξιούχους, άνεργους. Εξίσου λάθος είναι να πιστεύει κανείς πως είναι πολυτέλεια ό,τι κρατάει τη χώρα στον αστερισμό της Δύσης. Ο εξισωτισμός, η εξίσωση προς τα κάτω την οποία ο Πρωθυπουργός είχε υποσχεθεί στις προγραμματικές δηλώσεις για την πρώτη κυβέρνησή του δεν είναι κίνητρο για τους ανθρώπους. Η φτώχεια αντέχεται, όσο καθημαγμένες κι αν είναι οι κοινωνίες κάποια στιγμή πατάνε στα πόδια τους και ανεβαίνουν. Αλλά η πολιτιστική κατάρρευση στο όνομα ενός δήθεν κοινωνικού οράματος, η βουκολική Ελλάδα είναι ο ασφαλέστερος τρόπος αποκοπής της χώρας από το σύγχρονο γίγνεσθαι.

Ευρώπη α λα καρτ δεν υπάρχει –στην οικονομία, στην παιδεία, στην πληροφορία, στις ελευθερίες, στον πολιτισμό, στην πολιτική.