Το περιοδικό «Economist», στο οποίο έχουν βάλει για τα καλά πόδι οι Ανιέλι (της Φίατ), έχει τον περίφημο δείκτη Big Mac. Η ΜcDonalds είναι σε πολλές χώρες και το θηριώδες Big Mac πρέπει, σύμφωνα με την πιστοποίησή του, να είναι παντού ακριβώς ίδιο. Αρα να έχει και την ίδια τιμή. Ε –οι διαφορές στην τιμή ανά χώρα φανερώνουν και τις διαφορές στις οικονομίες (κόστος εργασίας, αγκυλώσεις στις κατά τόπους αγορές, κλειστά επαγγέλματα, μεταφορές κ.λπ.).

Η αναγωγή της Εθνικής Ελλάδας ποδοσφαίρου σε δείκτη της κατάστασης της χώρας δεν είναι, βέβαια, έμπνευση υψηλού IQ κάποιου εξυπνάκια άγγλου δημοσιογράφου με τουίντ σακάκι. Είναι προϊόν της αυθαίρετης πλην ακριβούς συσχέτισης των επιδόσεων της Εθνικής με το πώς πάει η Ελλάδα. Ο δείκτης αυτός ενσωματώνει αρκετό ανορθολογισμό. Ας πούμε η νίκη στο Euro 2004 ήταν αποτέλεσμα υπερπροσπάθειας και ενός σερί αγώνων όπου η Εθνική κατάφερε να νικήσει με μικρά σκορ χωρίς να επικρατήσει. Αντίστοιχα, η Ελλάδα μπήκε λίγο νωρίτερα και μάλιστα με το πρώτο κύμα στην ευρωζώνη με την υπερπροσπάθεια μιας οικονομίας με πήλινα πόδια. Το τι έγινε μετά, σε γρασίδι και εθνικό πεδίο, είναι γνωστό. Είναι το παρόν που μας τρομάζει –με την Εθνική στα παρτέρια και τη χώρα να έχει μπει, έπειτα από πέντε χρόνια Μνημονίων, σε ένα ακόμη χειρότερο πρόγραμμα λιτότητας. Ισως το χειρότερο από όλα.

Ηττηθήκαμε – ως χώρα. Και το ζούμε ατομικά. Αυτή είναι η πραγματικότητα των τελευταίων εννέα μηνών, ασχέτως εκλογών, κόντρα εκλογών, δημοψηφισμάτων και κλεισιμάτων τραπεζών. Μπορεί ο Τσίπρας να κέρδισε τις εκλογές, μπορεί η κυβέρνηση με τον Καμμένο να αντέξει στη Βουλή –που θα αντέξει -, μπορεί και να φθαρούν οι ΑΝΕΛ, οπότε ο ΣΥΡΙΖΑ να συνεργαστεί με τον Λεβέντη ή με το ΠΑΣΟΚ ή με Το Ποτάμι κατά σειράν. Μπορεί –αλλά το πρόγραμμα που έφερε ο και τότε και τώρα Πρωθυπουργός στις 14 Αυγούστου στη Βουλή και ψηφίστηκε από πέντε κόμματα δεν μπορεί να αλλάξει. Δεσμεύει αυτήν την κυβέρνηση και τις επόμενες. Με ή χωρίς ΣΥΡΙΖΑ –αν και με ΣΥΡΙΖΑ θα είναι. Δεσμεύει, πάνω από όλα, τη χώρα. Φυσικά, η πολιτική δεν έχει τέλος. Το Μνημόνιο ΙΙΙ είναι πονηρά ταξικό. Επιπίπτει στους κατά ΣΥΡΙΖΑ «πλουσίους» και βάζει χέρι στην τσέπη της μεσαίας τάξης. Οι «πλούσιοι» συνταξιούχοι θα υποστούν περικοπές, οι ιδιοκτήτες θα φορολογηθούν ασχέτως αν εισπράττουν ενοίκια κ.λπ.

Η πολιτική εξίσωση διαφαίνεται ήδη. Ενα κόμμα του 35% σε εκλογές με αποχή χοντρά χοντρά 50%, εκφράζει το 17% του πληθυσμού ή των εκλογέων, πείτε το όπως θέλετε. Το κόμμα αυτό τροχίζει τη λιτότητα στο αμόνι του ταξικού συστήματος. Μένει να φανεί αν η φτωχοποίηση της μεσαίας τάξης, αφού αυτοί έχουν μείνει να ξοδεύουν, θα πατώσει οριστικά την οικονομία κάνοντας ακόμη πιο τοξική την κοινωνική ατμόσφαιρα. Ή αν το 17%, συγκροτημένο από ψηφοφόρους χαμηλών εισοδημάτων μπορεί να εξασφαλίσει στον ΣΥΡΙΖΑ μια σταθερή βάση –ας πούμε, με κάποιες απώλειες, ένα 30% –βρέξει – χιονίσει. Κάτι σαν το 40%, κάτω από το οποίο δεν απομακρύνθηκε ποτέ πολύ το ΠΑΣΟΚ –ακόμη και το 2007 ήταν στο 38%. Μένει επίσης να φανεί αν η ΛΑΕ θα κάνει τον ΣΥΡΙΖΑ να ματώσει στο πεζοδρόμιο των ιδιωτικοποιήσεων –ιδίως στον Πειραιά.

Ωστόσο, ας μην αφήνουμε την πολιτική, εν προκειμένω την τραγωδία της εξουσίας, να μας παρασύρει πολύ μακριά από το γρασίδι όπου βάλτωσε η Εθνική. Η χώρα είναι ηττημένη και, κυρίως, παγιδευμένη στον βάλτο ενός προγράμματος που ακυρώνει όλες τις κατακτήσεις από το 1974 και μετά. Στον βωμό του Ασφαλιστικού, παραδείγματος χάριν, πετσοκόβονται αι γενεαί πάσαι των συνταξιούχων, αυτοί που είναι ήδη, αυτοί που ετοιμάζονται να βγουν και αυτοί που ακόμη εργάζονται. Μια αισιόδοξη νότα; Δεν πολυ-υπάρχει. Τουλάχιστον μπορεί κανείς να δει Champions League στην τηλεόραση.