«… Αρπαξα τις φωτογραφικές μου μηχανές, φόρεσα το αλεξίσφαιρο γιλέκο και το κράνος και τότε, περίπου 30 δευτερόλεπτα μετά την πρώτη έκρηξη, άκουσα μια δεύτερη. Το παιδί που είχα δει να τρέχει ήταν πλέον νεκρό, κειτόταν άψυχο στην άμμο, μαζί με άλλα τρία αγόρια που έπαιζαν εκεί. Οταν πια έφτασα στην παραλία, μου είχε κοπεί η ανάσα. Σταμάτησα. Ηταν πολύ επικίνδυνο να πάω στην άμμο όπου δεν υπήρχε κανένα μέρος να κρυφτώ. Φανταζόμουν πώς θα έδειχνε η σιλουέτα μου από ένα μη επανδρωμένο ισραηλινό αεροσκάφος που καθοδηγείται από ένα κομπιούτερ κάπου στο Ισραήλ: φορούσα γιλέκο και κράνος και κρατούσα μηχανές που πολύ εύκολα θα μπορούσε κάποιος να περάσει για όπλα. Εάν δολοφονούνται παιδιά, τι υπήρχε για να προστατεύσει εμένα ή οποιονδήποτε άλλον; Μια ομάδα ανθρώπων έτρεξαν να βοηθήσουν το αγόρι. Ετρεξα μαζί τους, με την αίσθηση ότι θα ήμουν πιο ασφαλής ανάμεσα σε άλλους, παρότι καταλάβαινα ότι ήταν απατηλή: τα πλήθη μπορούν να κάνουν την κατάσταση χειρότερη. Φτάσαμε εκεί όπου κείτονταν τα άψυχα, ακρωτηριασμένα κορμιά. Κανείς δεν μπορούσε πια να βοηθήσει τα αγόρια. […] Μια μικρή καλύβα χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα ή τρεχούμενο νερό σε μια προκυμαία κάτω από τον καυτό ήλιο δεν φαίνεται ως το μέρος όπου θα σύχναζαν ένοπλοι της Χαμάς. Ούτε μπορεί κανείς να μπερδέψει παιδιά ύψους 1,5 μέτρου, ντυμένα με καλοκαιρινά ρούχα, που τρέχουν μακριά από μια έκρηξη, με μαχητές της Χαμάς…».

Αυτά έγραφε πέρυσι τον Ιούλιο στους «New York Times» ο Τάιλερ Χικς, ο αμερικανός φωτογράφος που τράβηξε εκείνη τη θρυλική, πια, φωτογραφία: μια παραλία της Γάζας, ένα άψυχο παιδικό κορμί, σπασμένο σαν κούκλα. Εντεκα μήνες και μια αιωνιότητα αργότερα, οι ισραηλινές ένοπλες δυνάμεις ανακοίνωσαν χθες πως η έρευνα ολοκληρώθηκε: κανείς δεν έχει ευθύνες, κανείς δεν θα τιμωρηθεί∙ ο 10χρονος Ζακάρια Αχέντ Μπακρ, ο 10χρονος Αχεντ Ατέφ Μπακρ, ο 9χρονος Μοχάμεντ Ραμέζ Μπακρ και ο 11χρονος Ισμαήλ Μοχάμεντ Μπακρ θεωρήθηκαν εσφαλμένα ως μαχητές της Χαμάς που ετοιμάζονταν να επιτεθούν στις ισραηλινές δυνάμεις. Τραγικά πράγματα, αλλά συμβαίνουν. Μένει μόνο να τα εξηγήσουν όλα αυτά στον 11χρονο Μουντασέρ, αδελφό του Ζακάρια, εξάδελφο των υπόλοιπων τριών, που έπαιζε ποδόσφαιρο μαζί τους εκείνη τη μέρα στην παραλία, τους είδε να σκοτώνονται, και έκτοτε έχει κάνει καμιά δεκαριά απόπειρες αυτοκτονίας, αρνείται να πάει σχολείο, έχει βίαια ξεσπάσματα και λέει «τη νύχτα τούς βλέπω στον ύπνο μου, ονειρεύομαι πως τους παίρνω αγκαλιά».