Ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης δεν έχει διαβάσει το μυθιστόρημα της Πατρίσια Χάισμιθ για τον Ρίπλεϊ, έχει δει όμως την ταινία. Και ενδεχομένως να έχει αντιγράψει κάτι από τις μεθόδους του όταν «σκοτώνει» στη Βουλή τη Ζωή Κωνσταντοπούλου ή τον Ανδρέα Παπαμιμίκο στις συνεδριάσεις του άτυπου Πολιτικού Συμβουλίου της ΝΔ.

Μετεκλογικά, ο πρώην Πρόεδρος της Βουλής δείχνει να έχει αφήσει πίσω τον παλαιό εαυτό του: αποφεύγει τις μεγάλες εκρήξεις, παρακολουθεί από απόσταση την εσωκομματική ίντριγκα, δεν θέλει να τροφοδοτήσει το συγκρουσιακό κλίμα στο γαλάζιο στρατόπεδο. Ακόμη και η αντιπαράθεση με την Κωνσταντοπούλου κινήθηκε εντός πλαισίου και δεν αναμένεται να συνεχιστεί εάν ο ίδιος θεωρεί ότι δεν θίγεται προσωπικά.

Σε αντίθεση με άλλες εποχές, οι παρεμβάσεις του είναι μετρημένες στα δάχτυλα –όχι επειδή δεν έχει κάτι να πει ή γιατί ξαφνικά στέρεψε από ιδέες.

Η αλλαγή στο ύφος και στον τόνο του Μεϊμαράκη ίσως έχει να κάνει με τη θητεία του στην Προεδρία της Βουλής και τα χαρακτηριστικά πολιτειακού παράγοντα που συνοδεύουν πλέον το βιογραφικό του. Σίγουρα, όμως, συνδέεται με το γενικότερο κλίμα αβεβαιότητας που καταγράφεται έντονα εντός κι εκτός των κομματικών τειχών. Το μήνυμα είναι πως όταν κατακαθήσει η σκόνη, ο παρεμβατικός ρόλος του Μεϊμαράκη θα ενισχυθεί.

Κόντρα και αμφισβήτηση. Η κόντρα με την Κωνσταντοπούλου δεν θα ήταν αυθαίρετο να αντιμετωπιστεί ως μια άσκηση για τα αντανακλαστικά του και μια υπενθύμιση ότι εξακολουθεί να αντιλαμβάνεται το λαϊκό αισθητήριο και να συμβαδίζει με τη «συνείδηση» της –έστω συρρικνωμένης –κομματικής βάσης.

Τον ίδιο στόχο εξυπηρετεί σε σημαντικό βαθμό και η αμφισβήτηση του γραμματέα του κόμματος Ανδρέα Παπαμιμίκου σε μια περίοδο που η ΝΔ αναζητά πυξίδα. Και αυτή η αμφισβήτηση φανερώνει την αυτοσυγκράτηση του Μεϊμαράκη –σε άλλες εποχές θα εμφανιζόταν λάβρος κατά του γραμματέα με δημόσιες δηλώσεις, στη φάση αυτή η ρήξη είναι περισσότερο παρασκηνιακή.

Ο Μεϊμαράκης θεωρεί περίπου «ανεπαρκή» τον Παπαμιμίκο για τη θέση του γραμματέα και «αδύναμο» να σηκώσει το βάρος μιας ανασυγκρότησης του κομματικού μηχανισμού. Από μια οπτική, πίσω από τον Παπαμιμίκο αμφισβητείται μια επιλογή του Αντώνη Σαμαρά. Ταυτόχρονα όμως η αντίδραση Μεϊμαράκη θα μπορούσε να εξυπηρετεί την κομματική ηγεσία, εάν στις επόμενες κινήσεις της περιλαμβάνεται και μια αλλαγή στη θέση του γραμματέα.

Η συμφωνία. Εκεί που σίγουρα, ωστόσο, η αντίδραση του Μεϊμαράκη διευκολύνει τον Σαμαρά αφορά την αντιμετώπιση των αντιφρονούντων και τη διαχείριση της εσωκομματικής διαμάχης σχετικά με την υπερψήφιση ή όχι από τη ΝΔ μιας συμφωνίας της κυβέρνησης Τσίπρα με ευρωπαίους εταίρους και δανειστές. Ο Μεϊμαράκης όχι μόνο αποφεύγει σχολαστικά κάθε ανάμειξη στις διεργασίες που έχουν ως πρωταγωνιστές τους «δειπνοσοφιστές», αλλά –το κυριότερο –προκρίνει ένα «όχι» στη συμφωνία, αποδυναμώνοντας ταυτόχρονα και την επιχειρηματολογία της Ντόρας Μπακογιάννη, του Νίκου Δένδια ή του Κυριάκου Μητσοτάκη, οι οποίοι θεωρούν ότι με την καταψήφιση η ΝΔ θα απολέσει το ευρωπαϊκό στίγμα της.

Με ανάχωμα τον Μεϊμαράκη, στον τρίτο όροφο της Λεωφόρου Συγγρού προεξοφλούν ότι οι συσχετισμοί στη γαλάζια Κοινοβουλευτική Ομάδα, όταν θα κρίνεται η συμφωνία, δεν θα ευνοούν τους διαφωνούντες. Για τον πρώην πρόεδρο της Βουλής, η ΝΔ όχι μόνο μπορεί να αντιταχθεί, αλλά επιβάλλεται να καταψηφίσει μια συμφωνία με χαρακτηριστικά «φοροεπιδρομής». Για τη θέση του, μάλιστα, δεν έχει ενημερωθεί μόνο η κομματική ηγεσία, αλλά κάθε σημείο αναφοράς στο κομματικό πεδίο, συμπεριλαμβανομένου του Κώστα Καραμανλή.

Ο «φιλελευθερισμός» των αντιφρονούντων

Η επιχειρηματολογία που αναπτύσσει ο Μεϊμαράκης είναι πρόδηλο ότι έχει ως βασικό στόχο να αμφισβητήσει τον «φιλελευθερισμό» των αντιφρονούντων. «Η ΝΔ είναι κόμμα εξίσου φιλελεύθερο και ευρωπαϊκό. Μια συμφωνία που οδηγεί σε νέα υπερφορολόγηση αντιστρατεύεται τις φιλελεύθερες αξίες του κόμματος και δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή» λέει σε συνομιλητές του, ενώ εκτιμά ότι τα όποια ρήγματα μπορεί να ανοίξουν στη σχέση της ΝΔ με την ευρωπαϊκή Κεντροδεξιά θα κλείσουν γρήγορα – όπως έγινε και μετά το 2010. Για την προβολή αυτής της θέσης, μάλιστα, δεν αποκλείεται να υπάρξουν λίαν συντόμως από τον Μεϊμαράκη και δημόσιες παρεμβάσεις.